Οι σχέσεις του Κώστα Σημίτη με τον αδελφό του Σπύρο, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 88 ετών στις 18 Μαρτίου 2023, ήταν αξιοσημείωτες. Ο πρώην πρωθυπουργός και ο καθηγητής, που θεωρείτο πατέρας της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, είχαν συχνές και θερμές επαφές καθ’΄όλη τη διάρκεια της μεγάλης πορείας τους.
Ο Σπύρος Σημίτης στη διάρκεια διακυβέρνησης του αδερφού του, Κώστα, βρίσκονταν στη Γερμανία. Διατηρούσαν τηλεφωνικές επαφές και οι συναντήσεις τους γινόντουσαν κυρίως στις ανάπαυλες των Χριστουγέννων και του Πάσχα.
Χαρακτηριστικά έγραψε η εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» τον Απρίλιο του 2001, παρότι είχαν… προεξοφλήσει ότι ο Κώστας Σημίτης θα μετέβαινε με υπουργούς του ΠΑΣΟΚ στην Κέρκυρα όπου θα περνούσε το Πάσχα, αυτός προτίμησε να έχει ως παρέα τον αδερφό του και τους φίλους του, Χρήστο Ροζάκη, Κώστα Στεφανή και Γιώργο Γραμματικάκη.
Ωστόσο, πολλά χρόνια νωρίτερα από την καταγραφή των «ΝΕΩΝ», πριν, δηλαδή, ο Κώστας Σημίτης γίνει γνωστός στο ευρύ κοινό, στην τότε Δυτική Γερμανία, οι σχέσεις των δύο αποτέλεσαν ζήτημα που έφτασε ως το κοινοβούλιο.
Τα δύο αδέρφια προέρχονταν από ΕΑΜική οικογένεια, με τον πατέρα τους Γεώργιο να έχει αναλάβει σημαντικό πόστο στην «κυβέρνηση του βουνού» που είχε σχηματιστεί. Αργότερα, ο Κώστας Σημίτης είχε χαρακτηριστεί στον φάκελό του ως «κομμουνιστής» και κατηγορείτο για «αντεθνική δράση» την περίοδο της Χούντας των Συνταγματαρχών. Συμμετείχε στη Δημοκρατική Άμυνα και διέφυγε στη Δυτική Γερμανία με πλαστό διαβατήριο.
Ο Σπύρος Σημίτης χάραξε μια σπουδαία καριέρα στη Δυτική Γερμανία. Συνέταξε τον νόμο για την Προστασία Δεδομένων για την πολιτεία της Έσσης που τέθηκε σε ισχύ στην αρχική του μορφή στις 13 Οκτωβρίου 1970. Εκτιμάται ως ο πρώτος νόμος στον κόσμο για την προστασία των δεδομένων.
Το 1975 απέκτησε την υπηκοότητα της Δυτικής Γερμανίας και ανέλαβε ακολούθως τη θέση του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων για την πολιτεία της Έσσης.
Στις αρχές του 1978, η κυβέρνηση της Δυτικής Γερμανίας ίδρυσε την Ομοσπονδιακή Επιτροπή για την Προστασία Δεδομένων, που είχε αποφασιστεί, ήδη, από το προηγούμενο έτος. Εκλεκτός του υπουργού Εσωτερικών Βέρνερ Μαιχόφερ για τη θέση ήταν ο Σπύρος Σημίτης.
Πώς όμως ο Κώστας Σημίτης, που τότε ήταν ακόμη μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ και στενός συνεργάτης του Ανδρέα Παπανδρέου, έφτασε να γίνει θέμα στη Δυτική Γερμανία; Δημοσιεύματα των γερμανικών εφημερίδων τον έφερναν ως άνθρωπο με επαγγελματικές σχέσεις με την Ανατολική Γερμανία. Το γεγονός -στο τότε ψυχροπολεμικό σκηνικό- θα μπορούσε να είναι απαγορευτικό για την ανάληψη σημαντικής θέσης ευθύνης από τον αδερφό του Σπύρο.
Χαρακτηριστικά η Die Welt έγραφε πως ο Κώστας Σημίτης ήταν διευθυντής της Ανατολικογερμανικής εταιρείας «ΟΡΒΟ» στην Αθήνα και νομικός σύμβουλος από το 1969 της εμπορικής αντιπροσωπείας της Ανατολικής Γερμανίας στην Ελλάδα.
Ισχυρισμοί που δεν ίσχυαν βέβαια, καθώς ο πρώην πρωθυπουργός είχε εγκαταλείψει την Ελλάδα το 1969 για τη Δυτική Γερμανία και επέστρεψε το 1975. Ο ίδιος είχε διευκρινίσει με δηλώσεις του σε εφημερίδες, πως ήταν μόνον νομικός σύμβουλος της «ΟΡΒΟ» στην Ελλάδα, όπως αντίστοιχα παρείχε συμβουλές σε Δυτικογερμανικές επιχειρήσεις.
Το λάβαρο κατά του Σπύρου Σημίτη, χρησιμοποιώντας τον Κώστα, είχε σηκώσει το κόμμα της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης Βαυαρίας. Ο βουλευτής Έριχ Ρίντλ ήταν αυτός που έθεσε υπόψιν και τις πολιτικές θέσεις του Κώστα Σημίτη, καταθέτοντας σχετική ερώτηση, μαζί με τα δημοσιεύματα των γερμανικών εφημερίδων.
Τελικώς η θέση προσφέρθηκε στον Σπύρο Σημίτη, αλλά την απέρριψε σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Η Δυτικογερμανική κυβέρνηση αποφάσισε περικοπή των κονδυλίων που θα διαθετόντουσαν στο νέο τμήμα για την Προστασία Δεδομένων, με αποτέλεσμα ο αδελφός του πρώην πρωθυπουργού να μην συναινέσει.
Ακολούθως ο Σπ. Σημίτης συνέβαλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση και εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας. Διετέλεσε, με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου της Γερμανίας, πρόεδρος του «Γερμανικού Εθνικού Συμβουλίου Ηθικής και Δεοντολογίας». Επίσης διετέλεσε πρόεδρος και μέλος διεθνών και ευρωπαϊκών επιτροπών για την Προστασία Προσωπικών Δεδομένων, όπως σε ευρωπαϊκό επίπεδο της «Ομάδας Εμπειρογνωμόνων Υψηλού Επιπέδου για τα Κοινωνικά Δικαιώματα». Τιμητικούς τίτλους του απένειμαν πανεπιστήμια τόσο στην Ευρώπη όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες.