Κανείς από τους τρεις δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του για τον πατριωτικό χαρακτήρα της ΝΔ. Είναι ίσως το μοναδικό σημείο στο οποίο εμφανίζουν απολύτως ενιαία γραμμή αυτή την περίοδο.
Κατά τ’ άλλα οι διαφωνίες των τριών βαθαίνουν, ακουμπώντας συμπεριφορές και τακτικές, ταυτοτικά και ιδεολογικά ζητήματα, παραδοσιακές αξίες και κεντρικές πολιτικές.
Η σαμαρική και η καραμανλική κριτική για τη μητσοτακική ΝΔ έχει ενταθεί τόσο που είναι εμφανές το ρήγμα στις σχέσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη με τους πρώην πρωθυπουργούς.
Κι αν ο Κώστας Καραμανλής και ο Αντώνης Σαμαράς έχουν περάσει στο πέρασμα των δεκαετιών τις δικές τους οριακές καταστάσεις, στο σήμερα έχουν αρκετές κοινές προσεγγίσεις ενώ συνομιλητές τους επιβεβαιώνουν την ανταλλαγή απόψεων.
Κομμένος ο αντίστοιχος δίαυλος με τον Μητσοτάκη. Οριστική η ρήξη; Τι έχουν στο μυαλό τους οι τρεις; Σύμφωνα με φωνή του καραμανλικού στρατοπέδου πάντως, «ποτέ μη λες ποτέ στην πολιτική, όλα γίνονται, όλα υπάρχουν».
Κώστας Καραμανλής και Κυριάκος Μητσοτάκης δεν βρήκαν ποτέ «χημεία», ούτε πάλεψε κανείς από τους δύο για να χτίσει (τη) σχέση. Βρήκαν όμως έναν θεσμικό τρόπο συνύπαρξης για τη μίνιμουμ, τυπική επικοινωνία.
Οι αποστάσεις που υπήρχαν εξαρχής οδήγησαν στην πλήρη αποξένωση. Κορύφωσή της, η απόφαση του Καραμανλή να ρίξει τίτλους τέλους στην κοινοβουλευτική διαδρομή του τον χειμώνα του 2023, δύο μήνες πριν από την εθνική κάλπη.
Πολιτικοί φίλοι του λένε ότι η απογοήτευση για πρόσωπα, συμπεριφορές και πολιτικές της μητσοτακικής ΝΔ – ο ενισχυμένος ρόλος των «εκσυγχρονιστών» για παράδειγμα – ήρθε πολύ προτού ο ίδιος αποχωρήσει από το γαλάζιο ψηφοδέλτιο Θεσσαλονίκης.
Η απογοήτευση υπήρχε και από το δημόσια αποτυπωμένο (το βαθύτερο) «τραύμα» στις σχέσεις των δύο: τις υποκλοπές. Στο σήμερα, συνομιλητές του εκτιμούν ότι οι παρεμβάσεις θα συνεχιστούν. «Η διάθεσή του φαίνεται», λένε.
Οι αιχμές του αναμένονται σταθερές: τα εθνικά (ελληνοτουρκικά, αλλά και τα ευρωπαϊκά και τα βαλκανικά θέματα) και το κοινωνικό κράτος. Οσο για τη στρατηγική των νεοδημοκρατικών «ανοιγμάτων», βασικές προϋποθέσεις, όπως πιστεύει, είναι αφενός να υπάρχει (στοιχειώδης) επαφή με το λαϊκό αίσθημα, μακριά από ελιτισμό. Με τα δικά του λόγια, «όταν αντιμετωπίζονται ως εχθροί οι ανησυχούντες, τότε η οριστική ρήξη μαζί τους είναι αναπόφευκτη».
Η ευθυγράμμιση των δύο πρώην πρωθυπουργών δεν περνά απαρατήρητη από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, παρότι αποφεύγει να τους αντιμετωπίζει ως δίδυμο, θεωρώντας ότι έχουν αλλιώτικες αφετηρίες και κίνητρα (πολιτικά έως προσωπικά), διαφορετικούς τόνους και προσεγγίσεις. Για πρώτη φορά στην πενταετία ακούει (αναγκάζεται μετά το 28%) τόσο προσεκτικά τις δεξιότερες φωνές εντός ΝΔ, που δυσανασχετούν με την «πασοκοποίηση».
Ωστόσο δεν θέλει να δείξει ότι ζυγίζει… εκπτώσεις στην τακτική της «νέας τριγωνοποίησης»: στη διεύρυνση σε ιδέες και πρόσωπα – αυτήν που υπερασπίζεται με πάθος γιατί του έφερε, όπως λέει, σαρωτικές εκλογικές νίκες και που οι επικριτές του αποκαλούν μετατόπιση ή μετάλλαξη.
Για τον Μητσοτάκη δεν είναι όλα ιδεολογικά.
Καλύτερα το policy από τα politics πιστεύει, εστιάζοντας στην εφαρμογή πολιτικών. Αρα με το σκεπτικό του παράγοντας κλειδί είναι η αποτελεσματικότητα, που η κυβέρνηση αγωνιά να φέρνει σε ένα δύσκολα αναστρέψιμο περιβάλλον φθοράς. Στους συνομιλητές του επιμένει ότι οι εκλογές κερδίζονται «στο πολιτικό Κέντρο».
Εξού και το σλόγκαν «ούτε αριστερά ούτε δεξιά, μόνο μπροστά». Αυτό που ως πολιτική στάση «πετροβολάει» η δεξιά πτέρυγα, ακόμα και μετά τη μητσοτακική αποστροφή από τη Ρηγίλλης «είμαι Πρωθυπουργός γιατί είμαι πρόεδρος της ΝΔ». Ο ίδιος επιμένει: η γαλάζια πολιτική και οι αποφάσεις εκφράζονται αυτή τη στιγμή από εκείνον και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
«Κάλλιο γλίστρα στον δρόμο τον δικό σου, παρά να μείνεις ορθός στον δρόμο του άλλου» (Κ. Παλαμάς).
Με αυτή τη φράση έκλεινε ο Αντώνης Σαμαράς την πύρινη παρέμβασή του στο Πολεμικό Μουσείο πριν από τρεις μήνες. Τότε που ευθέως αμφισβήτησε κεντρικές επιλογές της κυβέρνησης, διατύπωσε με οξύτητα τις διαφωνίες του (για την εξωτερική πολιτική, τη woke ατζέντα, ταυτοτικά θέματα και άλλα στα οποία καταγράφηκε ευθυγράμμιση με τον Κώστα Καραμανλή), ανέλυσε διαχρονικές θέσεις του και εκ νέου διαχώρισε τη «διεύρυνση» από τη «μετάλλαξη» της ΝΔ.
Αν ξανάγραφε σήμερα μια ομιλία; Δεν θα άλλαζε ούτε λέξη. «Εκείνη του Ιουλίου είναι πιο επίκαιρη από ποτέ», επιβεβαιώνουν συνεργάτες του. Είναι σαφές ότι σε κεντρικά ιδεολογικά θέματα οι αποστάσεις Σαμαρά – Κυριάκου Μητσοτάκη είναι τεράστιες και πάντως οι δύο πρώην πρωθυπουργοί νιώθουν σε αυτό εγγύτερα.
Η σχέση με τον Μητσοτάκη είχε διαρκή σκαμπανεβάσματα από το 2019 μέχρι την πρώτη δημόσια αιχμηρή βολή (μέσα από τα «ΝΕΑ», Σεπτέμβριο του 2021) περί «ποταμοποίησης» της ΝΔ. Προδιαγράφεται ότι ο πρώην πρωθυπουργός θα παραμείνει… μάχιμος, με «σημαία» του την ανάγκη φροντίδας της σύγχρονης Δεξιάς – Κεντροδεξιάς.
Αλλο οι ανοιχτές αλλά θωρακισμένες πόρτες, άλλο οι ιδεολογικά αφύλακτες, υποστηρίζει. Ετσι σκοπεύει να κινείται: με κόκκινη γραμμή στην αντίληψη περί αποϊδεολογικοποίησης.