Η εθνική ομάδα οδεύει ολοταχώς προς την πρώτη κατηγορία του Nations League και την ελίτ του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου όπου θα απολαύσει όλα τα προνόμια που έχουν οι ισχυροί στις κληρώσεις.
Ο τραγικός θάνατος του Τζορτζ Μπάλντοκ, η ιστορική νίκη στο Γουέμπλεϊ με εντυπωσιακή εμφάνιση και η επισφράγιση της αλλαγής νοοτροπίας στο παιχνίδι με την Ιρλανδία, αποτελούν συστατικά που θα λειτουργήσουν ως μαγιά για την εξέλιξη αυτής της γενιάς παικτών.
Η ήρεμη δύναμη του Ιβάν Γιοβάνοβιτς, η σωστή διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, η αίσθηση του ανήκειν που έχει δημιουργήσει σε λίγους μόλις μήνες, κέντρισε το φιλότιμο των ποδοσφαιριστών. Δεν είναι πια 11 ή 23 παίκτες αλλά μία ομάδα. Το βλέπεις από τον τρόπο που αμύνεται, που επιτίθεται, το πως πανηγυρίζει τα γκολ.
Η ελληνική ομάδα απέδειξε επίσης πως διαθέτει βάθος και πολλές λύσεις. Κάλυψε με μεγάλη άνεση τα κενά που άφησαν ο Ιωαννίδης, ο Κουλιεράκης, ο Τσιμίκας, ο Κωνσταντέλιας. Κι αν κοίταζες στον πάγκο υπήρχε η άνεση να καλύψει κι άλλους τόσους.
Εντύπωση προκάλεσε η προσαρμοστικότητά της στις συνθήκες των αγώνων. Χωρίς να παίζει αμυντικό, αναχρονιστικό ποδόσφαιρο, ή να προσπαθεί να διασπάσει κλειστές άμυνες με σέντρες, η Γαλανόλευκη αποκτά αγωνιστική ταυτότητα που θα γίνει ακόμα πιο έντονη στους επόμενους μήνες. Αυτή η Εθνική δείχνει ξανά ικανή να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε ομάδα και να επιστρέψει εκεί όπου έκανε ντεμπούτο σε Παγκόσμιο Κύπελλο πριν από 30 χρόνια.
Ο κορυφαίος παίκτης των δύο αγώνων σε Γουέμπλεϊ και «Γ. Καραϊσκάκης» ήταν αναμφίβολα ο αθόρυβος και χωρίς λάμψη αλλά υπερπολύτιμος και αλάνθαστος Μανώλης Σιώπης. Ακούραστος, μαχητικός, έκανε όλη τη βρώμικη δουλειά στη μεσαία γραμμή, έκλεψε αμέτρητες μπάλες, κατάπιε δεκάδες χιλιόμετρα. Το αστέρι του Ζαφείρη είναι ζήτημα χρόνου για να λάμψει.
Η κατοχύρωση αυτής της απίστευτης δυναμικής πρέπει να γίνει οπωσδήποτε στο επόμενο παιχνίδι με την Αγγλία στο Ολυμπιακό Στάδιο. Γιατί αν θες να γίνεις ο καλύτερος πρέπει να νικάς τους καλύτερους.