Εκείνοι που λένε πως φτάνει να μην έρθει η ώρα να ανακαλύψει ο άνθρωπος τα όρια του, πρέπει να νιώθουν ακόμη την ανατριχίλα. Ένα άγριο συναίσθημα. Η χαρά που δεν μπορείς να τη χαρείς. Η λύπη που νομίζεις πως την εξάγνισες. Ένας παράξενος καμβάς, πάνω από το ποδόσφαιρο, πάνω από όλα. Ο ίδιος που ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς χρησιμοποίησε για ένα αληθινό αριστούργημα.
Όχι, δεν είναι η νίκη αυτή κάθε αυτή και ας πρόκειται για το αποτέλεσμα της 10ετίας για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Είναι η συγκέντρωση. Το σχέδιο. Η πίστη. Ο σκοπός. Λες και το δράμα του αδόκητου χαμού του Τζορτζ Μπάλντοκ, τους ένωσε κάτω από έναν όρκο: «Το ματς της ζωής μας. Στο Γουέμπλει. Για εκείνον».
Είχαν κάθε λόγο να μην παίξουν απόψε. Να τα έχουν μαζέψει από το πρωί και να έχουν ήδη γυρίσει στα σπίτια τους. Είχαν δικαίωμα να θρηνήσουν τον φίλο, τον συμπαίκτη. Θα μπορούσε να μην έχει κανένας διάθεση και μυαλό για ποδόσφαιρο. Το γκρουπ όμως «ατσαλώθηκε» μπρος σε αυτή την τραγωδία.
Και εμφανίστηκε στο Γουέμπλει όχι γιατί η UEFA δεν θέλησε να χαλάσει το καλεντάρι της, αλλά για ένα παιχνίδι που ήταν ζήτημα τιμής. Τον φόρεσαν, τον Μπάλντοκ στο μπράτσο τους, όλοι. Ένας προς ένας. Και εκείνοι που έπαιξαν. Και εκείνοι που δεν έπαιξαν. Και έκαναν μια νίκη που θα μνημονεύεται για πάντα, δίχως να έχουν καν την διάθεση να χαμογελάσουν. Όποιος είδε τον αρχηγό Τάσο Μπακασέτα να κρατά τη φανέλα με τη «2» και να κλαίει σαν μωρό παιδί, καταλαβαίνει.
Έχει μεγάλη επιρροή σε αυτή την αντίδραση ο προπονητής. Ο τρόπος του απέναντι στο γκρουπ. Και ο τρόπος του απέναντι στο παιχνίδι. Εμφανίστηκε η Ελλάδα στο Γουέμπλει απέναντι σε ένα συγκρότημα με τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία 1 δισεκατομμυρίου ευρώ, και δεν σκέφτηκε ούτε μια στιγμή να κάνει μισό βήμα πίσω. Έπαιξε για να νικήσει. Και δεν πτοήθηκε ούτε στο 87΄όταν ο Μπέλιγχαμ ισοφάρισε κόντρα στην ιστορία του παιχνιδιού. Οι τελικές ήταν 12-12. Οι «φάσεις» γκολ κάτι σε 2-5. Ακυρώθηκαν τρία δικά μας γκολ, στην λεπτομέρεια μιας ευθείας γραμμής.
«Σε εμάς τα πράγματα είναι απλά. Αν θέλουμε σαν Εθνική ομάδα να αλλάξουμε το στάτους που έχουμε, πρέπει να κάνουμε υπερβάσεις. Να κάνουμε αποτελέσματα που μπορεί να μην είναι στο επίπεδο που είμαστε τώρα. Έχουμε πάρα πολλούς που παίζουν στην Ευρώπη και σε μεγάλες ομάδες. Έχουμε και τον εγωισμό. Ένας προπονητής σε αυτά τα παιχνίδια ζητάει το μάξιμουμ» έλεγε χθες το απόγευμα ο Σέρβος προπονητής στη συνέντευξη Τύπου πριν φτάσουν τα μαντάτα από την Αθήνα.
Μπόρεσε να μείνει πρώτα ο ίδιος σε αυτό το μονοπάτι. Και να κρατήσει και τους άλλους. Ο Βαγγέλης Παυλίδης που απόψε έκανε το παιχνίδι της ζωής του είναι ο στράικερ της Μπενφίκα. Ο Τζόλης παίζει στο Τσάμπιονς Λιγκ με τη Μπριζ. Ο Βλαχοδήμος και ο Μαυροπάνος αγωνίζονται στην Premier League και ο Σιώπης στην Championship. Ο Μασούρας πήρε το Conference League με τον Ολυμπιακό. O Γιαννούλης και ο Κουλιεράκης είναι στη Bundesliga. Αυτή η ομάδα δεν έχει λόγο να νιώθει πως δεν μπορεί.
Γιατί μπορεί, ακόμη και σε ματς που δεν έχει τον Τσιμίκα ή τον Ιωαννίδη που ήταν ο απόλυτος πρωταγωνιστής στις νίκες με την Φινλανδία και την Ιρλανδία. Αυτή η νίκη απόψε για αυτή τη γενιά μπορεί να είναι ότι εκείνη στην Σαραγόσα κόντρα στην Ισπανία για την γενιά του 2004. Αλήθεια το θυμάστε εκείνο το γκολ του Στέλιου Γιαννακόπουλου… Πριν αποδειχθεί κάτι τέτοιο; Είναι η πιο μεγάλη νίκη του Ιβάν Γιοβάνοβιτς. Για τον Τζορτζ Μπάλντοκ. Για την Ελλάδα…