Νέο κεφάλαιο ανοίγει στα εσωκομματικά της ΝΔ, τα οποία την τελευταία πενταετία έβρισκαν διεξόδους έστω μερικής εκτόνωσης, η απόλυτη πλέον αποξένωση του Κυριάκου Μητσοτάκη και των δύο γαλάζιων πρώην πρωθυπουργών, Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά. Εκπρόσωποι όλων των φυλών της κυβερνητικής παράταξης είδαν και «πολιτική» και «ψυχική απόσταση» των δύο πρώην από τη σημερινή ηγεσία πίσω από την κοινή απόφασή τους να επιστρέψουν την προσωπική πρόσκληση του Μητσοτάκη για τη γιορτή επί της Ρηγίλλης. Ανήμερα την επέτειο συμπλήρωσης των 50 ετών του κόμματος επισφραγίστηκε επί της ουσίας το σοβαρό ρήγμα μεταξύ Μητσοτάκη και Καραμανλή – Σαμαρά. Οι διαφωνίες φανερώνονταν με κλιμακούμενη ένταση από το 2022 αλλά τώρα πια αναγκάζουν τους επιτελείς στο Μαξίμου και την Πειραιώς σε ασκήσεις ισορροπίας πάνω σε τεντωμένο σκοινί. Κι αυτό γιατί καμία από τις τρεις πλευρές δεν προτίθεται να βάλει νερό στο κρασί της, σύμφωνα με συνομιλητές τους.
Από τη μία ο Μητσοτάκης διαμηνύει ότι δεν αλλάζει τον πυρήνα της κυβερνητικής πολιτικής, γιατί, σύμφωνα με συνεργάτες του, «μιλάμε για το πρόγραμμα το οποίο πήραμε εντολή από τους πολίτες να υλοποιήσουμε». Ούτε δείχνει διατεθειμένος να εγκαταλείψει τη στρατηγική της διεύρυνσης. Ηταν στοχευμένες άλλωστε οι αναφορές του από τη Ρηγίλλης στην «ευρύχωρη ΝΔ» απέναντι «στους λίγους» που θέλουν «μια περιχαρακωμένη παράταξη, κλειστή, συμπλεγματική και τελικά ηττοπαθή». Από την άλλη συνομιλητές τόσο του Καραμανλή όσο και του Σαμαρά επιβεβαιώνουν ότι η περίοδος της «σιωπής» έχει τελειώσει προ πολλού. Αντίθετα οι ίδιοι σκοπεύουν να δώσουν συνέχεια στις πολιτικές τοποθετήσεις τους – ειδικά ο Σαμαράς με «πύρινες» παρεμβάσεις, αφού ποτέ, σύμφωνα με συνομιλητές του, «δεν κρύβει τις θέσεις του». Αυτό φάνηκε για πρώτη φορά προ τριμήνου με τον συντονισμό των δύο πρώην στο Πολεμικό Μουσείο – την κατά μέτωπον επίθεση του Σαμαρά τότε και τις διαχωριστικές γραμμές σε άλλο ύφος αλλά με κοινά σημεία από τον Καραμανλή για την εξωτερική πολιτική (τα ελληνοτουρκικά, πρωτίστως) και για την κοινωνική πολιτική (όσα θεωρείται ότι αγγίζουν τον πυρήνα των αξιών της ΝΔ).
Πέραν της ενόχλησης του Μητσοτάκη για τις δύο ηχηρές απουσίες από τον εορτασμό της Παρασκευής, όπως ο ίδιος άφησε να φανεί μιλώντας στο Mega («Εκανα το καθήκον μου, δεν θα τους κρίνω εγώ»), από το Μαξίμου δεν προτίθενται να σηκώσουν τους τόνους – για την ώρα τουλάχιστον. Ούτε να αναθεωρήσουν τη στάση τους. Πρώτος στόχος άρα είναι να περιοριστεί το… νερό στον γαλάζιο μύλο της εσωστρέφειας. Εξού και το πρωθυπουργικό περιβάλλον μένει στη γενική γραμμή του «δεν σχολιάζουμε» και της άνεσης που έχουν οι δύο πρώην πρωθυπουργοί να τοποθετούνται όπως εκείνοι πιστεύουν.
Παρότι το πρωθυπουργικό περιβάλλον καταγράφει τελευταία με προβληματισμό μια ευθυγράμμιση στις αντιδράσεις και στην κριτική των δύο πρώην πρωθυπουργών, έστω κι αν αυτά διατυπώνονται σε διαφορετικούς τόνους, επιμένει να μην προχωρά στην ταύτισή τους. «Δεν πρέπει να τους βλέπουμε κατ’ ανάγκη ως δίδυμο» πιστεύει ο Μητσοτάκης και σε κάθε περίπτωση ο ίδιος και το περιβάλλον του ξεκαθαρίζουν ότι το βάρος πέφτει στην κυβερνητική πολιτική και την υλοποίηση των δεσμεύσεων – αυτά, δηλαδή, που εκφράζονται από τον ίδιο, την κυβέρνηση και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Με αυτό το σκεπτικό, ο Μητσοτάκης από τη Ρηγίλλης έδειξε σε διεκδίκηση τρίτης θητείας, κάλεσε σε «νέα συστράτευση» και «πιο δυναμικό άνοιγμα στην κοινωνία». Βασικό στοίχημα της κυβερνητικής έδρας είναι να μην εμπεδωθεί κλίμα εσωτερικής «φαγωμάρας», πόσω μάλλον καχυποψίας μεταξύ επιτελικού κράτους και Κοινοβουλευτικής Ομάδας σε μια περίοδο που πληθαίνουν τα «χτυπήματα» βουλευτών του ίδιου εσωκομματικού κλίματος μέσω του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Με πιο απλά λόγια να μη γίνουν οι αποστάσεις των δύο πρώην ευκαιρία περαιτέρω απελευθέρωσης των επικριτικών φωνών, καλλιεργώντας την εικόνα ότι δημιουργείται εσωτερικός αντιπολιτευτικός πόλος.