Η τελευταία καταφυγή ήταν η μοιρολατρία. «Ηρθαν όπως τα περιμέναμε» ήταν η κυρίαρχη αίσθηση στο κυβερνητικό στρατόπεδο του καγκελαρίου Ολαφ Σολτς, μετά το πρώτο σοκ από τα αποτελέσματα των εκλογών στη Σαξονία και τη Θουριγγία. Αυτή τη φορά, πάντως, η αντίδραση του καγκελαρίου δεν καθυστέρησε, όπως στις ευρωεκλογές.
Για το κόμμα του SPD το αποτέλεσμα ήταν «πικρό», παραδέχτηκε ο Σολτς την επομένη των εκλογών. Αλλά «η χώρα δεν μπορεί και δεν πρέπει να συνηθίσει» στα υψηλά ποσοστά της εξτρεμιστικής Ακροδεξιάς, είπε ο καγκελάριος σχολιάζοντας τη νίκη του AfD. «Μαύρη ημέρα για τη Γερμανία, μαύρη ημέρα για την Ευρώπη», σχολίασε από την πλευρά της η Βαλερί Εγιέ, πρόεδρος της ευρωομάδας των Φιλελευθέρων (Renew).
Ο θρίαμβος του ακροδεξιού AfD, την ημέρα της εισβολής της ναζιστικής Γερμανίας στην Πολωνία πριν από 85 χρόνια ξύπνησε εφιαλτικούς συνειρμούς. Ο καταδικασμένος για χρήση ναζιστικών συνθημάτων Μπγιορν Χέκε ήταν μία από τις αιτίες που η Μαρίν Λεπέν διέκοψε πριν από τις ευρωεκλογές κάθε σχέση με το AfD, θεωρώντας εξτρεμιστική τη γερμανική Ακροδεξιά.
Υπό την ηγεσία του Χέκε το AfD έγινε πρώτο κόμμα στη Θουριγγία. Με τον Χέκε το AfD δεν πρόκειται να γίνει κυβέρνηση.
«Το ενδιαφέρον ερώτημα είναι, πόσο χρόνο θα χρειαστεί το AfD για να αποβάλει τα εξτρεμιστικά χαρακτηριστικά και να ανοίξει σε συνεργασίες» απαντά στα «ΝΕΑ» ο Τόρστεν Φας, καθηγητής στο Otto Suhr Institut του πανεπιστημίου του Βερολίνου FU.
Τα τρία κόμματα της κυβέρνησης Σολτς δεν είχαν ποτέ ιδιαίτερη παρουσία σε τοπικές εκλογές στη Θουριγγία και τη Σαξονία. Οι Σοσιαλδημοκράτες του Σολτς διασώθηκαν σε μονοψήφια ποσοστά με μικρές απώλειες.
Οι Πράσινοι όμως έμειναν εκτός της τοπικής Βουλής στην Ερφούρτη, ενώ οι Φιλελεύθεροι (FDP) πέρασαν στην ανυπαρξία και στα δύο κρατίδια, στη Σαξονία δεν έπιασαν ούτε τη μία ποσοστιαία μονάδα.
Για την αντιπολίτευση στο Μπούντεσταγκ, τη Χριστιανική Ενωση (CDU/CSU) και το ακροδεξιό AfD, αλλά και το νεοπαγές κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ, το μήνυμα των εκλογών ήταν προφανές: η τρικομματική κυβέρνηση Σολτς πρέπει να παραιτηθεί και να προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές. «Καγκελάριος ενός κόμματος με μονοψήφια ποσοστά σε εκλογές δεν μπορεί να εκπροσωπεί τη χώρα» είναι το επιχείρημα Χριστιανοδημοκρατών, όπως ο πρώην υπουργός Γενς Σπαν και ο γραμματέας του CDU Κάρστεν Λίνεμαν. Ακόμα και στελέχη της συμπολίτευσης, όπως ο αντιπρόεδρος του FDP Βόλφγκανγκ Κουμπίκι, διαπίστωσαν ότι «ο κυβερνητικός συνασπισμός δεν έχει πλέον την απαιτούμενη νομιμοποίηση».
Το σενάριο των πρόωρων παγγερμανικών εκλογών είχε αρχίσει να καλλιεργείται και πριν από τις εκλογές της Κυριακής, εξαιτίας των συνεχών τριβών και ανοιχτών συγκρούσεων μεταξύ των τριών κυβερνητικών εταίρων της κυβέρνησης Σολτς. O πρόεδρος των Πρασίνων Ομιντ Νούριπουρ είχε χαρακτηρίσει πρόσφατα «μεταβατική» τη σημερινή κυβέρνηση, ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τη σχετική σεναριολογία.
Η προσφυγή σε πρόωρες εκλογές, ωστόσο, δεν είναι απλή περίπτωση στη Γερμανία, εξηγεί ο πολιτειολόγος Τόρστεν Φας. Πρέπει ο καγκελάριος να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνη στο Μπούντεσταγκ. Και ο Σολτς δεν φαίνεται διατεθειμένος για κάτι τέτοιο. Η πρόεδρός του SPD Σάσκια Εσκεν ξεκαθάρισε ότι ο Σολτς θα είναι ο υποψήφιος καγκελάριος και στις εκλογές του 2025, κόβοντας κάθε σκέψη για αντικατάστασή του.
Ούτε οι άλλοι δύο εταίροι, Πράσινοι και Φιλελεύθεροι, είναι εύκολο να εγκαταλείψουν τον σημερινό συνασπισμό. «Η πείρα δείχνει ότι εκείνος που διαλύει την κυβέρνηση το πληρώνει στις εκλογές» σημειώνει ο καθηγητής Φας.
Η επόμενη ημέρα είναι δύσκολη και για τους Χριστιανοδημοκράτες του Φρίντριχ Μερτς. Είχαν αναγάγει τους Πράσινους σε πολιτικό εχθρό, με καθαρά αντιπράσινη προεκλογική καμπάνια στη Σαξονία και τη Θουριγγία. Τώρα θα πρέπει να αναζητήσουν στήριξη από την πρώην σταλινίστρια της «Κομμουνιστικής Πλατφόρμας» Σάρα Βάγκενκνεχτ. Το κόμμα του ακροαριστερού λαϊκισμού «BSW» – το οποίο φέρει το όνομά της, από το μηδέν πήρε 15,8% στη Θουριγγία και 11,8% στη Σαξονία – είναι ρυθμιστικός παράγοντας για τον σχηματισμό κυβερνήσεων και στα δύο κρατίδια.