Από το κέντρο της πόλης, αρχές της οδού Πειραιώς μέσω Ιεράς Οδού, μία ευθεία δρόμος έως έναν κήπο-όαση στο Χαϊδάρι. Είναι ο Βοτανικός Κήπος που μάλλον ακόμη και σήμερα θα το λέγαμε κρυμμένο μυστικό. Σε αυτό το μονάκριβο μέρος όπου συνήθως μαζεύονται πιτσιρίκια τις μέρες του καλοκαιριού για να παίξουν και να φωνάξουν ελεύθερα εξερευνώντας τις δυνατότητές τους να συναντηθούν με τη φύση, η Κίκα Κυριακάκου, καλλιτεχνική διευθύντρια του Polygreen Culture & Art Initiative (PCAI) και επιμελήτρια της συλλογής σύγχρονης τέχνης του PCAI, ανέπτυξε την ιδέα παρουσίασης έργων σύγχρονης τέχνης ανάμεσα σε άνθη, κάτω από δέντρα, ή σε ένα μονοπάτι με πέτρινα σκαλοπάτια που βρίσκονται σε έναν βάλτο με μικρά βατράχια.
Το ενδιαφέρον της για παραγωγή πολιτιστικών πρότζεκτ πάνω στη βιωσιμότητα, την κινούμενη εικόνα και το design, η προσέγγιση της τέχνης μέσα από λογοτεχνικά κείμενα έχουν χαρακτηρίσει την επιμελητική πρακτική της. Και η αγάπη της για την Ιαπωνία, τις λεπτές εκφάνσεις μιας κουλτούρας που δίνει σημασία στις χειρονομίες, στους ήχους και στη σύμπραξη των αισθήσεων στην επίτευξη της αρμονίας συνοψίζεται στη φράση Shinrin – yoku που έδωσε τον τίτλο της έκθεσης σε αυτόν τον ιδιαίτερο χώρο. Αποδίδεται στα ελληνικά ως «κολυμπώντας στο δάσος»: «Ενας ενδεικτικός αλλά όχι ευρέως διαδεδομένος όρος που επινοήθηκε το 1982 από τον Tomohide Akiyama, τότε υπουργό Γεωργίας, Δασών και Αλιείας της Ιαπωνίας.
Η συγκεκριμένη έννοια παραπέμπει στην πανάρχαια συνήθεια να περνά κανείς χρόνο κοντά στη φύση, ανάμεσα σε δέντρα και άγρια φυτά, απορροφημένος από τη χλωρίδα και την πανίδα που τον περιβάλλει, χωρίς να αποσπάται από τους γρήγορους ρυθμούς της καθημερινότητας και τις ηλεκτρονικές συσκευές. Η έκθεση Shinrin – yoku διερευνά τη θεραπευτική επίδραση της φύσης και του αρχέγονου δάσους. Επιδιώκει να εμβαθύνει σε μυθολογίες και έθιμα σε σχέση με τη φύση και το νερό».
Πρόκειται αρχικά για έναν εξαιρετικά φροντισμένο χώρο εκπληκτικής φυσικής ομορφιάς, πολύ κοντά στο αθηναϊκό κέντρο. Αν και δεν είναι ευρέως γνωστό έχει ανοίξει τις πύλες του για το ευρύ κοινό ήδη από το 1975, ενώ τον σχεδιασμό του είχε επιμεληθεί η Herta Hammerbacher, καθηγήτρια Αρχιτεκτονικής Κήπων και Τοπίου του Πανεπιστημίου του Βερολίνου. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους βοτανικούς κήπους της Μεσογείου, ένας κήπος όπου ευδοκιμούν χιλιάδες είδη χλωρίδας και πανίδας με σημαντική εκπαιδευτική και επιστημονική δραστηριότητα και συνεργασίες με το Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Στον συγκεκριμένο χώρο εκατοντάδες επισκέπτες θα βρεθούν καθημερινά για λόγους παιδαγωγικούς, επιστημονικούς αλλά και αναψυχής, και πλέον ευελπιστούμε ο ξεχωριστός αυτός κήπος να συστηθεί και στο καλλιτεχνικό και φιλότεχνο κοινό μέσα από το εικαστικό πρόγραμμα της φετινής μας διοργάνωσης. Τα έργα της έκθεσης, είτε πρόκειται για εγκαταστάσεις, φωτογραφία, γλυπτική, ΑΙ, εικονογραφήσεις ή φιλμ, επιδιώκουν την αλληλεπίδραση με τον βοτανικό κήπο, την περιβάλλουσα δασική περιοχή, τις λίμνες με νούφαρα, τα ξέφωτα και τα θερμοκήπια, υπογραμμίζοντας τον ρόλο του κήπου ως περιοχή προστασίας χιλιάδων ειδών χλωρίδας και ως καταφύγιο της τοπικής, άγριας πανίδας.
Στόχος της συλλογής PCAI ήταν αρχικά τα βίντεο, αλλά τώρα διευρύνεται και σε άλλα είδη. Τα τελευταία χρόνια κάναμε προγράμματα για παιδιά. Στη φετινή μας έκθεση στον κήπο παρουσιάσαμε δύο performances στα εγκαίνια, ενώ τα άλλα έργα είναι γλυπτά, εγκαταστάσεις και φωτογραφία με το σκεπτικό ότι θέλαμε να είναι πιο οργανική η σχέση τους με τον κήπο. Μας ενδιαφέρουν κι άλλα μέσα. Πέρυσι στους Δελφούς κάναμε μία σύντομη έκθεση σε συνεργασία με το πρόγραμμα «Ολη η Ελλάδα ένας πολιτισμός», παρουσιάζοντας εγκαταστάσεις και γλυπτά του Αγγελου Πλέσσα και του Hope, μαζί με ένα βίντεο της Ναταλίας Παπαδοπούλου, αλλά είναι ένα πείραμα για να μην εστιάζουμε μόνο στα βίντεο.
Οχι απαραίτητα. Αλλά η κατεύθυνσή μας είναι να ανακαλύπτουμε διαφορετικούς χώρους, λίγο πιο αντισυμβατικούς και να δίνουμε την ευκαιρία στο κοινό να τους γνωρίσει και μέσα από την τέχνη. Αυτή ήταν η αφορμή να δείξουμε πάλι εδώ στη νέα μας έκθεση, καθώς αξιοποιήσαμε και άλλα σημεία του κήπου, ανοίγοντας τη διαδρομή και προς το δάσος. Ετσι εξελίσσεται και η έκθεση και το αφήγημα γύρω από αυτήν. Σαν ένα μικρό παιχνίδι ανακάλυψης.
Το γλυπτό από λευκό μάρμαρο Θάσου της Νικομάχης Καρακωστάνογλου τοποθετημένο στο ξέφωτο του κήπου, λουσμένο στο φως, καλεί τον θεατή να το ανακαλύψει. Το σχήμα του γλυπτού ανακαλεί μορφολογικά το σχήμα του μαργαριταριού, ένα οργανικό – ανόργανο σύνθετο υλικό που παράγεται από ορισμένα μαλάκια στο εσωτερικό στρώμα του κελύφους τους, ενώ ο τίτλος του έργου «Water and Dreams» συνδέεται άμεσα με την επιστροφή στη μητέρα φύση, όπως την περιέγραψε ο Γκαστόν Μπασελάρ με τη φράση «water brings back our mothers» (το νερό φέρνει πίσω τις μητέρες μας). Οπως και με το έργο του Δημήτρη Ιωάννου «Hyaku Jizo». Μια εγκατάσταση σχεδιασμένη ειδικά για τον χώρο του κήπου, η οποία αποτελείται από έναν κάναβο με 100 βότσαλα τοποθετημένα σε βάθρα από τη συλλογή του πατέρα του καλλιτέχνη. Ο Ιωάννου συνέλεξε τα βότσαλα σε μία περίοδο περίπου 35 ετών, από την περιοχή των Σποράδων, κυρίως της Αλοννήσου.
Θεωρώ ότι ακόμα υπάρχουν χώροι που δεν τους έχουμε ανακαλύψει. Και αυτό είναι και μια πρόκληση για τους επιμελητές να τους χρησιμοποιήσουν. Οι οποίοι δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα πρέπει να είναι στην άκρη της πόλης, όπως η συγκεκριμένη περίπτωσή μας. Μπορεί να είναι ένα κατάστημα, ένα μουσείο, μια βιτρίνα, ένας οποιοσδήποτε, οπουδήποτε χώρος που παραδοσιακά δεν είναι εκθεσιακός. Παίζει μεγάλο ρόλο και η πρόταση έργου του καλλιτέχνη για να αντιτίθεται σε ό,τι έχουμε συνηθίσει ως πλαίσιο παρουσίασης.
Το έργο της Ραφαέλα Νάλντι Ροσάνο «Οίκος» συνιστά μια προσπάθεια δημιουργίας μιας πλατφόρμας που θα λειτουργήσει ως «σπίτι» για τις χελώνες που έχουν περιοριστεί στη συγκεκριμένη λίμνη, εξαιτίας της επικινδυνότητάς τους έναντι των υπολοίπων. Οι χελώνες αυτές δεν είναι ενδημικές, αλλά εγκαταλειμμένες από τους κατόχους τους που τις αγόραζαν συνήθως από pet shops και όταν μεγάλωσαν τις παρατούσαν. Επειδή είναι επιθετικές με τις γηγενείς χελώνες τις μετέφεραν σε αυτήν τη δεξαμενή νερού στον Βοτανικό Κήπο Διομήδους και η καλλιτέχνις επιλέγει να επικεντρωθεί στη δημιουργία ενός «οίκου» για τις χελώνες, ο οποίος διαμορφώνεται με την τυπογραφική γραμματοσειρά της Wikipedia. To νέο σπίτι της συλλογικής γνώσης που αμφισβητεί τη φυσική και την ψηφιακή σχέση στο πλαίσιο της κατασκευής του σπιτιού, της κατασκευής της οικογένειας, ως γενεαλογικής ή νόθου προέλευσης, των προσπαθειών επικοινωνίας μεταξύ των ειδών και της επανερμηνείας της αρχαίας γλώσσας. Ταυτόχρονα, οι γλυπτικές πλατφόρμες λειτουργούν ως χώρος φροντίδας για τις χελώνες, με σκοπό να ξεκινήσει μια διαδικασία δημιουργίας ενός σπιτιού για αυτές.
Είναι η ιστορία των Ama σε μία σειρά φωτογραφιών της Αϊκο Ονο. Οι δύτριες Ama συλλέγουν οστρακοειδή και φύκια με ελεύθερη κατάδυση στην Ιαπωνία. Όταν η Όνο φωτογραφίζει σε ελεύθερη κατάδυση συγχρονίζεται με τις κινήσεις των δυτριών. Είναι και η ίδια δύτρια ama και ενώ ψαρεύει ταυτόχρονα φωτογραφίζει καταγράφοντας τις δύτριες Ama και το τοπίο της θάλασσας.
Αρχικά με απασχολούσε το στοιχείο του νερού και το διερεύνησα μέσα από τις Ama, οι οποίες αλιεύουν μαργαριτάρια. Αφορμή μού είχε δώσει το βίντεο του καλλιτέχνη Μάθιου Μπάρνεϊ «Drawing Restraint 9», γυρισμένο σε ένα ιαπωνικό φαλαινοθηρικό όπου μεταξύ άλλων εμφανίζεται η Μπγιορκ και οι συγκεκριμένες δύτριες. Νόμισα ότι η παρουσία τους ήταν επινόηση του καλλιτέχνη. Ηταν εντυπωσιακό να βλέπεις αυτές τις γυναίκες ντυμένες με λευκά λινά ρούχα να βρίσκονται σε βράχους, μετά να κολυμπούν, να μαζεύουν από τον βυθό μαργαριτάρια, να βγαίνουν στην επιφάνεια. Τις έψαξα παραπάνω και διαπίστωσα ότι είναι ένα παραδοσιακό επάγγελμα αλιέων μαργαριταριών και οστρακοειδών. Οι πρώτες Ama εντοπίζονται περίπου 2.000 χρόνια πριν σε θεατρικά κείμενα και σε ιαπωνικά χαρακτικά ukyio – e. Μιλάμε για μια κοινότητα που είναι αμιγώς μητριαρχική, ένα επάγγελμα στο οποίο βιοπορίζονται μόνο γυναίκες και περνά από μητέρα σε κόρη. Παράλληλα με την εργασία τους επιδιώκουν την προστασία των ανεκτίμητων «δασών του ωκεανού», όπως αποκαλούν τα φύκια και τη θαλάσσια χλωρίδα, μεριμνώντας ώστε να μη βλάπτουν ή να μην υπεραλιεύουν την άλγη και τους υπόλοιπους οργανισμούς του βυθού. Παραδόσεις οι οποίες μοιάζουν να αντανακλούν τα λόγια του Γκαστόν Μπασελάρ πως το νερό συνιστά απαραίτητη πηγή για την ανάπτυξη της ποιητικής. Το νερό έχει απεριόριστη δύναμη να μας μετακινεί και να μας ανακουφίζει.