Πριν μπούμε σε «περιβάλλον» ΔΕΘ και αρχίσει ο ένας να λέει το κοντό του και ο άλλος το μακρύ του για το μείγμα πολιτικής – παροχών μας έχουν συνηθίσει οι πολιτικοί μας – που θα ανακοινώσει ο Πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, καλό είναι να γνωρίζουμε τα δεδομένα. Τα οικονομικά όρια εντός των οποίων μπορούμε να κινηθούμε.
Οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ενωση και βάσει αυτών θα συνταχθούν οι προϋπολογισμοί του 2024 έχουν ως βάση υπολογισμών για πρώτη φορά, όχι συνολικά την πορεία των οικονομικών της χώρας, αλλά κυρίως την πορεία των κρατικών δαπανών. Κάθε χώρα δεσμεύεται ότι μπορεί να αυξήσει κατά ένα συγκεκριμένο και προαποφασισμένο ποσοστό τις κρατικές της δαπάνες και αν αυτό το όριο ξεπεραστεί, έστω και λίγο, τότε αυτόματα ενεργοποιούνται οι κυρώσεις που παλιά ήταν γνωστές ως «διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος». Για την περίπτωση της Ελλάδας όσον αφορά το όριο αυτό, υπολογίζεται ότι μπορούν να δοθούν περίπου 2,6% περισσότερες δαπάνες, μέσω του κρατικού προϋπολογισμού το 2025, από αυτές που θα δοθούν μέχρι το τέλος του 2024. Αυτό μάλιστα το όριο θα ισχύσει ανεξάρτητα από το πώς θα κινηθούν τα έσοδα. Ακόμα δηλαδή και αν τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού – κυρίως δηλαδή οι φόροι μας – αυξηθούν κατά ένα ποσοστό πολύ υψηλότερο από όσο έχει υπολογιστεί, το όριο δαπανών, το κρατικό «ξοδεύειν» δεν θα αλλάξει. Οπότε η συζήτηση περί δαπανών αν δεν έχει ξεκινήσει, οφείλει να ξεκινήσει άμεσα.
Στην Ελλάδα ως γνωστόν, διαχρονικά δεν τα πηγαίναμε ποτέ καλά με την τήρηση όσων είχαμε προϋπολογίσει ότι θα ξοδέψουμε με αποτέλεσμα να πέφτουμε συνεχώς έξω, φορτώνοντας μόνιμα τη χώρα με μεγαλύτερα χρέη. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος των αποκλίσεων, το 2009, τελευταία χρονιά πριν από την κατάρρευση, είχαμε προϋπολογίσει ότι θα ξοδέψουμε (τακτικός προϋπολογισμός και προϋπολογισμός δημοσίων επενδύσεων) 108 δισεκατομμύρια ευρώ και όταν κάναμε τον απολογισμό διαπιστώσαμε ότι είχαμε πληρώσει 155 δισεκατομμύρια ευρώ, εμφανίζοντας μια απόκλιση άνω του 44%. Το 2008 είχαμε ξοδέψει 127 δισ. ευρώ, ξανά περίπου 26 δισ. πάνω από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού. Αυτά συνέβησαν τότε, τα έγραψε η ιστορία και οδηγηθήκαμε στη χρεοκοπία και τα απανωτά προγράμματα διάσωσης.
Στην περίοδο των Μνημονίων μπήκε μια τάξη, συνοδευμένη από μεγάλη λιτότητα στα οικονομικά της χώρας. Αλλά σε κάθε περίπτωση υπήρξε κάποιο σοβαρό συμμάζεμα. Αυτό διήρκεσε ως την πανδημία, όταν και με την ευρωπαϊκή έγκριση έγιναν πάλι καθεστώς οι αποκλίσεις. Για την Ελλάδα σε μικρότερο βαθμό από άλλες χώρες, αλλά σε εμάς συνέχιζε να υπάρχει και το μεγαλύτερο πρόβλημα χρέους. Μετά την πανδημία άρχισε πάλι η σταδιακή επιστροφή των κανόνων. Σε μεγάλο βαθμό ωστόσο πολλές δαπάνες της περιόδου της πανδημίας έγιναν μόνιμες. Το θέμα καλύφθηκε σε έναν βαθμό από τη μεγάλη αύξηση των εσόδων, καθώς η οικονομία υπεραπέδιδε, αλλά και στο γεγονός ότι σταμάτησε η κυβερνητική πρωτοβουλία για τη μείωση πολλών μνημονιακών φόρων.
Φτάσαμε έτσι σε ένα νέο φούσκωμα των κρατικών δαπανών, που στο τέλος του 2024 θα φτάσουν σε ετήσια βάση τα 75 δισ. ευρώ, από περίπου 56 δισ. που ήταν στο τέλος του 2019. Δηλαδή αυξήθηκαν στην πενταετία της Νέας Δημοκρατίας κατά 19 δισ. ευρώ (+34%). Μόνο φέτος η αύξηση των δαπανών του προϋπολογισμού ξεπερνάει τα 5 δισ. (αύξηση 7,1%). Η αύξηση του 2025 με δεδομένο το ταβάνι του 2,6% δεν μπορεί να ξεπερνάει τα 2 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένου και του κονδυλίου των έκτακτων δαπανών και με αυτά θα πρέπει να πορευτούμε.