Η Deutche Welle αναζητά τη λύση στην «συνταξιοδοτική κρίση», προτείνοντας D, είναι το ερώτημα που θέτει, δίνοντας έτοιμη την απάντηση: Η λύση είναι η ατομική αποταμίευση σε ιδιωτικά ή επαγγελματικά συνταξιοδοτικά προγράμματα. Η αποταμίευση αυτή οφείλει να είναι ευέλικτη, βασισμένη σε ορθές επενδυτικές αποφάσεις και να αξιοποιεί το υπάρχον ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση κάθεται πάνω σε μια δημογραφική βόμβα, μας πληροφορεί ρεπορτάζ της Deutche Welle. Kαθώς ο μέσος όρος ηλικίας μεγαλώνει όλο και περισσότερο, τα κράτη-μέλη αδυνατούν να δαπανούν ολοένα και περισσότερα χρήματα στα συνταξιοδοτικά προγράμματα.
Οι παραπάνω θέσεις ανήκουν στον Ολλανδό καθηγητή Χανς Φαν Μέερτεν, που διδάσκει συνταξιοδοτικό δίκαιο στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης. Μιλώντας στην DW ο καθηγητής υποστηρίζει ότι τα κράτη που δεν έχουν μεταρρυθμίσει επαρκώς το συνταξιοδοτικό τους σύστημα, προς την κατεύθυνση της ιδιωτικοποίησης – κεφαλαιοποίησης «σκάβουν τους τάφους τους».
Ο ίδιος θεωρεί ότι πρέπει να επεκταθεί σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης το λεγόμενο «Πανευρωπαϊκό Ατομικό Συνταξιοδοτικό Προϊόν» (Pan-European Personal Pension Products – PEEPs) – αφού πρώτα «ρετουσαριστεί» για να γίνει πιο φιλικό στις αγορές. Ο κανονισμός για τα PEEPs, τα οποία αποτελούν ένα είδος πανευρωπαϊκής ιδιωτικής ασφάλισης, εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2019, ενώ έχει τεθεί σε ισχύ από το 2022.
«Στη Γερμανία, το Βέλγιο και πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δεν θεωρώ πως έχουν γίνει οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Τα κράτη αυτά σκάβουν τα ίδια τους τάφους τους»
Παρ’όλα αυτά ελάχιστες χώρες το έχουν υιοθετήσει (Σλοβακία – Πολωνία), ενώ τα ιδιωτικά επενδυτικά funds είναι διστακτικά να το αγκαλιάσουν λόγω της πολυπλοκότητάς του.
Όταν ξεκινούσε το PEEPS, παρουσιαζόταν ως ένα «ένα νέο εθελοντικό σύστημα σε επίπεδο ΕΕ, το οποίο θα επιτρέπει στους πολίτες να αποταμιεύουν για τη συνταξιοδότησή τους, ενώ το προϊόν θα προσφέρεται από ευρύ φάσμα χρηματοπιστωτικών εταιρειών σε ολόκληρη την ΕΕ και θα διατίθεται συμπληρωματικά προς τα δημόσια και επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα, παράλληλα με τα υφιστάμενα εθνικά ιδιωτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα».
Στην πράξη, δυόμιση χρόνια μετά την εισαγωγή του, μόνο ένας πάροχος συμμετέχει προς το παρόν στο PEPP, η ιδιωτική εταιρεία «έξυπνων επενδύσεων» Finax, ενώ πληθαίνουν οι φωνές που το χαρακτηρίζουν αποτυχημένο
Ακολουθεί το πλήρες άρθρο της DW:
Εδώ και δεκαετίες η ΕΕ κάθεται πάνω σε μία δημογραφική ωρολογιακή βόμβα, με τον μέσο όρο ηλικίας να μεγαλώνει ολοένα και περισσότερο. Πάνω από το ένα πέμπτο του πληθυσμού της ΕΕ είναι 65 ετών ή άνω και μέχρι το 2050 το ποσοστό αναμένεται να αυξηθεί στο ένα τρίτο. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προειδοποίησε πέρυσι πως το 2024 αποτελεί την πρώτη χρονιά στην ιστορία κατά την οποία οι άνω των 65 είναι περισσότεροι από τους ανηλίκους κάτω των 15 ετών.
Πέρυσι μόλις το 23% των κατοίκων της ΕΕ συμμετείχε σε κάποιο επαγγελματικό συνταξιοδοτικό πρόγραμμα, ενώ μόλις το 19% έχει κάποιο ατομικό συνταξιοδοτικό προϊόν
Παρά τα έντονα μεταναστευτικά ρεύματα των τελευταίων δύο δεκαετιών η ήπειρος εξακολουθεί να χρειάζεται κι άλλους εργαζομένους, οι φόροι των οποίων θα συμβάλλουν στην κάλυψη του αυξανόμενου κόστους των συντάξεων. Οι οικονομολόγοι εκτιμούν πως μέχρι το 2050 θα υπάρχουν στην Ευρώπη λιγότεροι από δύο εργαζόμενοι ανά συνταξιούχο – σήμερα η αντιστοιχία είναι τρεις προς ένας.
Την ίδια στιγμή οι δημόσιες συντάξεις ξεπερνούν ετησίως το 10% του ΑΕΠ σε 17 από τα 27 κράτη-μέλη της Ένωσης – 16 εκ των οποίων βρίσκονται στη Δυτική Ευρώπη. Στην Ιταλία και την Ελλάδα οι συντάξεις κοστίζουν στα δημόσια ταμεία πάνω από το 16% του ΑΕΠ.
Έτσι, πολλά κράτη της ΕΕ τροποποιούν τα δημόσια συνταξιοδοτικά τους συστήματα, αυξάνοντας για παράδειγμα την ηλικία συνταξιοδότησης – γεγονός που προκαλεί ενίοτε την οργισμένη αντίδραση του κόσμου, όπως στη Γαλλία. Άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, πηγαίνουν ένα βήμα παραπέρα και από τη Γαλλία, σχεδιάζοντας να ανεβάσουν το ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης στα 68 χρόνια.
«Οι Ολλανδοί άλλαξαν και αυτοί προσφάτως το συνταξιοδοτικό τους σύστημα, χωρίς όμως να έχουν ως τώρα τα επιθυμητά αποτελέσματα», δηλώνει στην DW ο Χανς φαν Μέερτεν, καθηγητής ευρωπαϊκού συνταξιοδοτικού δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης. «Στη Γερμανία, το Βέλγιο, αλλά και πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, επίσης δεν θεωρώ πως έχουν γίνει οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Τα κράτη αυτά σκάβουν τα ίδια τους τάφους τους».
Ταυτοχρόνως, εκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να μην αποταμιεύουν χρήματα σε ιδιωτικά ή επαγγελματικά συνταξιοδοτικά προγράμματα. Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, πέρυσι μόλις το 23% των κατοίκων της ΕΕ συμμετείχε σε κάποιο επαγγελματικό συνταξιοδοτικό πρόγραμμα, ενώ μόλις το 19% έχει κάποιο ατομικό συνταξιοδοτικό προϊόν.
Μία άλλη έρευνα της Insurance Europe διαπίστωσε πως το 39% των ερωτηθέντων δεν αποταμιεύει καθόλου για τη συνταξιοδότησή του – ένα ποσοστό που ήταν ακόμη υψηλότερο ανάμεσα στις γυναίκες και τους εργαζομένους άνω των 50 ετών. Πολλοί από όσους αποταμιεύουν πάντως εμφανίζονται απογοητευμένοι με την απόδοση των επενδύσεών τους.
«Κατά την προηγούμενη δεκαετία η συνταξιοδοτική κρίση της Ευρώπης επιδεινώθηκε πολύ εξαιτίας των επίμονα χαμηλών πραγματικών αποδόσεων, οι οποίες αδυνατούν να ξεπεράσουν τον πληθωρισμό», λέει στην DW ο Αρνό Χουντμόν, διευθυντής επικοινωνίας του επενδυτικού φορέα Better Finance. «Και αυτό έχει ως αποτέλεσμα μία σαφή μείωση της αγοραστικής δύναμης των αποταμιευτών».
Μία ανάλυση του Φινλανδικού Κέντρου Συντάξεων διαπίστωσε πως οι ονομαστικές αποδόσεις των συντάξεων παγκοσμίως έφτασαν το 8% κατά μέσο όρο πέρυσι. Λαμβάνοντας όμως υπόψιν και τον πολύ υψηλό πληθωρισμό μετά την πανδημία – που κορυφώθηκε στο 10,6% τον Οκτώβριο του 2022 – το ποσοστό αυτό περιορίζεται μόλις στο 2%.
Τον Μάρτιο του 2022 η ΕΕ εισήγαγε το Πανευρωπαϊκό Ατομικό Συνταξιοδοτικό Προϊόν (PEPP), το οποίο επιτρέπει στους εργαζομένους να «χτίσουν» αποταμιεύσεις για τη συνταξιοδότησή τους και μπορεί να μεταφερθεί σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Μέχρι σήμερα όμως μόνο η Σλοβακία έχει θέσει σε εφαρμογή το πρόγραμμα.
«Το PEPP έχει θεσπιστεί εδώ και δυόμισι χρόνια», λέει ο φαν Μέερτεν. «Αλλά τα μεγάλα επενδυτικά funds λένε πως δεν έχουν την τεχνογνωσία για να διαθέσουν προϊόντα PEPP και ψάχνουν άλλους συνεταίρους».
Σύμφωνα με ορισμένους ειδικούς στα συνταξιοδοτικά συστήματα, το πρόβλημα είναι πως το PEPP είναι υπερβολικά περίπλοκο και περιοριστικό. Επιπλέον, παρουσιάζεται ως ανταγωνιστής των μεγάλων επενδυτικών funds όπως είναι η BlackRock ή η Fidelity, οι μεγαλύτεροι πελάτες των οποίων είναι τα μεγάλα συνταξιοδοτικά ταμεία της Ολλανδίας, της Νορβηγίας και της Γερμανίας, με δεκάδες εκατομμύρια Ευρωπαίους αποταμιευτές.
Ο φαν Μέερτεν υποστηρίζει πως το PEPP θα πρέπει να απλοποιηθεί, αλλά και να διασφαλιστεί ένα μεγαλύτερο περιθώριο ευελιξίας, καθώς αρκετές χώρες της ΕΕ δεν δίνουν στο νέο αυτό συνταξιοδοτικό σύστημα τα ίδια φορολογικά πλεονεκτήματα που αναγνωρίζουν σε άλλα αποταμιευτικά προϊόντα.
Αρκετές βιομηχανίες κρατών-μελών της Ένωσης – από τον χημικό και μεταλλευτικό κλάδο της Γερμανίας ως τον δημόσιο σιδηροδρομικό φορέα της Γαλλίας – έχουν δικά τους επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα. Τα προγράμματα αυτά προσφέρουν μεταξύ άλλων συχνά τη δυνατότητα στους αποταμιευτές, ιδίως σε αυτούς που απασχολούνται στις πιο απαιτητικές θέσεις εργασίας, να συνταξιοδοτηθούν νωρίτερα.
Οι καταναλωτές ζητούν μεγαλύτερη ευελιξία στις επενδύσεις τους και την ηλικία συνταξιοδότησής τους. Η άνοδος εταιρειών όπως οι Robinhood και eToro, που επιτρέπουν στους χρήστες τους να διαχειρίζονται τις επενδύσεις τους από το κινητό τους τηλέφωνο, τείνουν να αντικαθιστούν τα δυσκίνητα και περίπλοκα συνταξιοδοτικά συστήματα ανά την Ευρώπη.
Οι παραδοσιακοί πάροχοι χρηματοδότησης αντιτείνουν πως τα apps επενδύσεων ενθαρρύνουν τους χρήστες να παίρνουν αχρείαστα ρίσκα, χωρίς να έχουν λάβει προηγουμένως τις απαραίτητες πληροφορίες – με αποτέλεσμα να ζημιώνονται οι μακροχρόνιες αποδόσεις των επενδύσεών τους.
Οι υποστηρικτές των νέων αυτών επενδυτικών πλατφορμών ισχυρίζονται από την άλλη πλευρά πως με αυτόν τον τρόπο οι επενδύσεις απλοποιούνται, γίνονται οικονομικά πιο προσιτές, ενώ υπάρχει και μεγαλύτερη διαφάνεια.
Στο μέλλον είναι πιθανόν ολοένα και περισσότερες κυβερνήσεις της ΕΕ να επιτρέψουν στους εργαζομένους να μεταφέρουν μέρος των αποταμιεύσεών τους από το εκάστοτε δημόσιο συνταξιοδοτικό πρόγραμμα απευθείας στο χρηματιστήριο.
Αυτό συμβαίνει εξάλλου ήδη στη Σουηδία, όπου κατόπιν συλλογικών διαπραγματεύσεων τα ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία μπόρεσαν να εξασφαλίσουν χαμηλότερες χρεώσεις, επιτυγχάνοντας έτσι μεγαλύτερη ανάπτυξη των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων.
Ο φαν Μέερτεν πιστεύει πως οι εργαζόμενοι θα ήταν πολύ πιο πρόθυμοι να αποταμιεύσουν, εφ’ όσον είχαν μεγαλύτερο λόγο στη διαχείριση των επενδύσεών τους και στο πότε θα συνταξιοδοτηθούν.
«Θέλεις οι αποταμιεύσεις σου να εστιάζουν στην πράσινη μετάβαση; Θέλεις να επενδύσεις στο Ισραήλ ή όχι; Ας αφήσουμε το άτομο να διαλέξει μόνο του. Γιατί θα πρέπει τέτοια πράγματα να τα αποφασίζουν για μας οι συνδικαλιστικές οργανώσεις για παράδειγμα;», διερωτάται ο ειδικός αναφορικά με τα συνταξιοδοτικά προγράμματα που διαχειρίζονται τα συνδικάτα.
Ο Χουντμόν της Better Finance προειδοποιεί από την πλευρά του πως μεσοπρόθεσμα θα έρθει η ημέρα της κρίσης εξαιτίας της μετάβασης από τις δημόσιες στις ιδιωτικές συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις, για τις οποίες οι αποταμιευτές δεν είναι ακόμη έτοιμοι: «Είναι πολύ πιθανό η επόμενη γενιά Ευρωπαίων να συνταξιοδοτηθεί σαφώς φτωχότερη και αρκετά αργότερα συγκριτικά με τις προηγούμενες γενιές».
πηγή: Deutsche Welle, επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς