Αν και έχει αποδείξει αμέτρητες φορές ότι ξέρει να ξεπερνά τέτοιες συγκυρίες, ο Ερντογάν αντιμετωπίζει και πάλι μια ιδιαίτερα κρίσιμη και μάλιστα διπλή: τόσο εντός όσο και εκτός.
Ως προς την πρώτη, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν το κόμμα του να υφίσταται δραματική πτώση, σε μία περίοδο που το ίδιο συμβαίνει και με την τουρκική οικονομία. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα δείχνουν χειρότερα από ποτέ, καθώς το κόμμα του μετρήθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα του συνόλου των 22 ετών στην εξουσία και σχεδόν 8 μονάδες κάτω από τους κεμαλιστές. Θεωρητικά, αυτό δεν θα έπρεπε να τον ανησυχεί πολύ, καθώς αφενός οι εκλογές αργούν και, αφετέρου, ο ίδιος έχει δηλώσει ότι η προηγούμενη αναμέτρηση θα ήταν η τελευταία πριν από την αποχώρησή του: παραδόξως, πολλοί έσπευσαν να τον πιστέψουν και να κάνουν πλήθος αναλύσεις με βάση ένα «δεδομένο» που ήταν τα πάντα εκτός από αυτό: δεδομένο.
Το εξωτερικό μέτωπο όμως φαντάζει ακόμα πιο δύσκολο, καθώς ο τούρκος πρόεδρος φαίνεται τώρα να διάλεξε λάθος στιγμή για να επαναλάβει για νιοστή φορά το γνωστό του παίγνιο ισορροπιών μεταξύ της Δύσης και των αντιπάλων της – το οποίο, πάντως, μέχρι σήμερα, ελέω της δυτικής αυταπάτης ακραίας κλίμακας, πράγματι επίσης του βγαίνει. Η επιθετικότητα του Ερντογάν έναντι του Ισραήλ έχει πλέον κλιμακωθεί σε πρωτοφανή επίπεδα με ρητορική που δεν έχει υπάρξει ξανά μέχρι σήμερα: έφτασε περίπου να εξαγγείλει… εισβολή στη χώρα, ενώ οι παραλληλισμοί του ανάμεσα στον Νετανιάχου και τον… Χίτλερ έχουν προ πολλού ξεπεράσει κάθε όριο. Παράλληλα, η Τουρκία κάνει αυτόκλητη παρέμβαση στη Χάγη εναντίον του Ισραήλ υπέρ αντίστοιχης προσφυγής της Νότιας Αφρικής. Και, βέβαια, οι Ηνωμένες Πολιτείες, είναι ένας παράλληλος στόχος του τούρκου προέδρου σε όλη αυτή την εξαλλοσύνη που ενίοτε ξεπερνά ακόμα και εκείνη των εμπολέμων εναντίον του Ισραήλ. Γεγονός όμως είναι ότι ο ρόλος που φέρεται να διαδραμάτισε η τουρκική υπηρεσία πληροφοριών ΜΙΤ στην ανταλλαγή αιχμαλώτων μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας έδωσε, την ίδια ώρα, κάποιους πόντους στην Αγκυρα που όμως δεν αρκούν, όπως επίσης δεν δείχνουν καθόλου ικανοί να αναθερμάνουν σοβαρά τις κλονισμένες πλέον σχέσεις της με τη Μόσχα.
Σε αυτές τις συνθήκες, κινδυνεύει κανείς να θεωρήσει «ορθή» την γκροτέσκα διαπίστωση ότι τώρα ο… καλύτερος «φίλος» του Ερντογάν στη Δύση μοιάζει να είναι ο… έλληνας Πρωθυπουργός! Λίαν ακατανόητα, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ο τούρκος πρόεδρος διατηρεί το πιο αδιατάρακτο καθεστώς σχέσεων, παρά το γεγονός ότι τα πρόσφατα γεγονότα στην Κάσο και την Κάρπαθο υπήρξαν πολύ σοβαρά, αλλά και ότι η Τουρκία δεν αρκέστηκε σε αυτά: οι δεσμεύσεις θαλασσίων περιοχών πλέον πάνε κι έρχονται, ενώ οι όποιες δυνατότητες συνεννόησης με τις απαιτήσεις που εξακολουθεί να εκφράζει εμπράκτως και με λίαν επιθετικό τρόπο η Αγκυρα, πρακτικά, έχουν εκμηδενιστεί.
Ετσι, πλέον, ουδείς πιστεύει ότι σκηνικά αντίστοιχα με αυτά της Κάσου δεν θα επαναληφθούν στο επόμενο διάστημα (πλην αν η Ελλάδα «εξαφανίσει» κάθε παρουσία της…). Αλλα ακόμα και αν δεν υπάρξουν εντάσεις μέσα στον Αύγουστο, θα πρέπει να θεωρείται κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι η επόμενη κρίση αναμένεται στα μέσα Σεπτεμβρίου αν πραγματοποιηθεί τελικά η τετραμερής άσκηση «Ευνομία» με δυνάμεις από την Ελλάδα, την Κύπρο, τη Γαλλία και την Ιταλία, την οποία αποκάλυψαν χθες «ΤΑ ΝΕΑ» και η οποία προβλέπεται να διεξαχθεί σε περιοχή που η Αγκυρα θεωρεί τμήμα του παράνομου Τουρκολιβυκού Συμφώνου, στο οποίο και εμμένει. Ομως, το «αν» αυτό είναι μεγάλο, καθώς θα πρέπει η Ελλάδα να επιμείνει όταν η Τουρκία στείλει, και πάλι, αρμάδα.
Θα επιμείνει; Είναι εξαιρετικά αμφίβολο να συμβεί. Αλλωστε ο Σεπτέμβριος είναι και ο μήνας του επόμενου κύκλου επαφών Ερντογάν και Μητσοτάκη στη Νέα Υόρκη: δεν είναι μήνας για στενοχώριες…