Σκοτώνουμε τους εχθρούς του εβραϊκού κράτους, τους εγκεφάλους και τους δράστες τρομοκρατικών ενεργειών, όπου και αν βρίσκονται, ως ένα μέσο αποτροπής και μια προειδοποίηση στους ομοίους τους πως αργά ή γρήγορα θα τιμωρηθούν κι εκείνοι: είναι η στρατηγική την οποία έθεσε σε εφαρμογή η πρώτη και μόνη μέχρι σήμερα γυναίκα πρωθυπουργός του Ισραήλ (1969-1974), η Γκόλντα Μέιρ, μετά τη σφαγή των αθλητών της στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου, το 1972, στα χέρια μιας παλαιστινιακής τρομοκρατικής οργάνωσης. Από τις «στοχευμένες εκτελέσεις» δεκάδων Παλαιστινίων που θεωρήθηκαν συνυπεύθυνοι, τα χρόνια που ακολούθησαν, στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, μέχρι τις δολοφονίες πέντε πυρηνικών επιστημόνων στο Ιράν ανάμεσα στο 2010 και το 2020, από την πυραυλική επίθεση στον Ανατολικό Λίβανο, που σκότωσε τον τότε χαρισματικό ηγέτη της Χεζμπολάχ Αμπάς Μασάουι το 1992, μέχρι τους πυραύλους που εξόντωσαν τον περασμένο Απρίλιο τον στρατηγό Μοχαμάντ Ρεζά Ζαχεντί, υψηλόβαθμο στέλεχος των ιρανών Φρουρών της Επανάστασης, στη Συρία, είναι σαφές πως το «δόγμα Μέιρ» δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ. Το ρίσκο το οποίο ανέλαβε όμως τώρα ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, με το διπλό χτύπημα στη Βηρυτό και την Τεχεράνη, που είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν μέσα στο ίδιο βράδυ τη ζωή τους το Νο 2 της Χεζμπολάχ, ο Φουάντ Σουκρ, και ο ηγέτης του πολιτικού γραφείου της Χαμάς, ο Ισμαήλ Χανίγια, είναι τεράστιο.
Ο πόλεμος στη Γάζα, που κλείνει σήμερα 300 ζοφερές ημέρες, κινδυνεύει περισσότερο από ποτέ να μετατραπεί σε μια ευρύτερη σύρραξη, που θα καταπιεί τελικά όλη τη Μέση Ανατολή – αν δεν έχει ήδη γίνει αυτό που φοβούνταν όλοι εξαρχής. Κραυγές που υπόσχονται εκδίκηση ακούγονται και από την Τεχεράνη και από όλους τους «πληρεξουσίους» της. Σε αυτόν τον ατελείωτο φαύλο κύκλο της βίας, όμως, η δίψα για εκδίκηση ήταν αυτή που πυροδότησε εξαρχής τα δύο χτυπήματα στη Βηρυτό και την Τεχεράνη. Η ισραηλινή κυβέρνηση είχε ορκιστεί να εκδικηθεί για τον πύραυλο που σκότωσε 12 παιδιά σε ένα χωριό Δρούζων, στα κατεχόμενα από το Ισραήλ Υψίπεδα του Γκολάν, το Σάββατο – μια επίθεση την οποία απέδωσε, όπως έκανε και η Ουάσιγκτον, στη Χεζμπολάχ, παρότι η τελευταία το διέψευδε, φοβούμενη ενδεχομένως τις συνέπειες. Γύρω στις 8 το βράδυ της Τρίτης τοπική ώρα, λοιπόν, ισραηλινά αεροσκάφη έπληξαν τον τελευταίο όροφο πολυώροφου κτιρίου στα νότια προάστια της Βηρυτού, κατεξοχήν προπύργιο της Χεζμπολάχ. Πολύ σύντομα, ο ισραηλινός στρατός διαβεβαίωνε πως είχε εξοντώσει αυτόν που ο Νετανιάχου χαρακτήρισε στο χθεσινοβραδινό τηλεοπτικό του διάγγελμα «κύριο υπεύθυνο για τη σφαγή» στα Γκολάν, τον Φουάντ Σουκρ.
Η λιβανική πλευρά επιβεβαίωνε αρχικά μόνο τον θάνατο μιας γυναίκας και δύο παιδιών, και τον τραυματισμό 74 ακόμα ανθρώπων. Πέρασαν ώρες μέχρι να αναγνωρίσει η Χεζμπολάχ πως ο Σουκρ ήταν μέσα στο κτίριο, και αρκετές ώρες ακόμα μέχρι να αναγνωρίσει η Χεζμπολάχ πως ήταν νεκρός. Στο μεταξύ, η προσοχή είχε μετατοπιστεί στην Τεχεράνη, εκεί όπου ένας τηλεκατευθυνόμενος πύραυλος είχε σκοτώσει, γύρω στις 2 το πρωί της Τετάρτης, τον πολιτικό ηγέτη της Χαμάς και πρόσωπο της διεθνούς διπλωματίας της από την έναρξη του πολέμου στη Γάζα, τον Ισμαήλ Χανίγια. Αυτή τη φορά το Ισραήλ δεν έσπευσε να αναλάβει την ευθύνη, αρκετοί υπουργοί του πανηγύρισαν όμως αυτό το τόσο ταπεινωτικό, και για τη Χαμάς αλλά πρωτίστως για το Ιράν, χτύπημα, που ούτως ή άλλως φέρει την ισραηλινή υπογραφή. Ο Χανίγια, που ζούσε εξόριστος μεταξύ Κατάρ και Τουρκίας, είχε μεταβεί στην Τεχεράνη για την ορκωμοσία, προχθές, του νέου, «μεταρρυθμιστή» (θεωρητικά) προέδρου του Ιράν Μασούντ Πεζεσκιάν. Βίντεο που κυκλοφόρησαν εκ των υστέρων τον δείχνουν χαμογελαστό, να αγκαλιάζει τον πνευματικό ηγέτη του Ιράν, τον αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, και άλλους αξιωματούχους. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, είχε καταλύσει για τη νύχτα σε μια «ειδική κατοικία» για βετεράνους πολέμου βόρεια της ιρανικής πρωτεύουσας. Εκεί, και μάλιστα «απευθείας», τον βρήκε ο τηλεκατευθυνόμενος πύραυλος, που φέρεται να εκτοξεύτηκε από ισραηλινό αεροσκάφος εκτός του ιρανικού εναέριου χώρου.
Αλί Χαμενεΐ, Φρουροί της Επανάστασης, Μασούντ Πεζεσκιάν, Χεζμπολάχ, Χαμάς, Χούθι, κάθε κρίκος του επονομαζόμενου «άξονα αντίστασης» του Ιράν, ορκίστηκαν εκδίκηση. Σύμφωνα με τους New York Times, ο Χαμενεΐ έδωσε εντολή να πληγεί απευθείας το Ισραήλ. Από την πλευρά του, ο αμερικανός υπΕξ Αντονι Μπλίνκεν έσπευσε να διευκρινίσει πως οι ΗΠΑ ούτε ενήμερες ήταν ούτε ενεπλάκησαν στον θάνατο του πολιτικού ηγέτη της Χαμάς. «Μπορώ να σας πω πως είναι επιτακτική ανάγκη να εξασφαλίσουμε κατάπαυση του πυρός», πρόσθεσε ο Μπλίνκεν, ερωτηθείς για τον αντίκτυπο που μπορεί να έχουν οι τελευταίες εξελίξεις στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται, με το Κατάρ και την Αίγυπτο ως διαμεσολαβητές, για μια εκεχειρία στη Γάζα. «Πώς μπορεί να επιτύχει η διαμεσολάβηση όταν μια πλευρά δολοφονεί τον διαπραγματευτή της άλλης πλευράς;», αναρωτήθηκε, έχοντας ένα κάποιο δίκιο, ο πρωθυπουργός του Κατάρ, σεΐχης Μοχάμεντ μπιν Αμπντουλραχμάν αλ Θάνι. ΗΠΑ και Ευρώπη απευθύνουν εκκλήσεις για αυτοσυγκράτηση. Το Ιράν, που ζήτησε χθες τη σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, είχε καταστήσει σαφές, τους τελευταίους μήνες, πως δεν επιθυμεί μια απευθείας σύγκρουση με το Ισραήλ ή τις ΗΠΑ. Η Τεχεράνη δεν έχει πρόθεση να κλιμακώσει τη σύρραξη στη Μέση Ανατολή, διαβεβαίωσε χθες ο πρώτος αντιπρόεδρος της χώρας Μοχαμάντ Ρεζά Αρέφ. Η δήλωσή του, ωστόσο, ξεχώρισε από το κοντράστ της με όλες τις υπόλοιπες.
Επίσκεψη στην Τουρκία θα πραγματοποιήσει στις 14 και 15 Αυγούστου ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, ανακοίνωσε η τουρκική προεδρία, λίγα 24ωρα μετά τη δήλωση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ότι ο Αμπάς πρέπει να ζητήσει συγγνώμη από την Αγκυρα γιατί τον προσκάλεσαν αλλά δεν πήγε. Ο τούρκος πρόεδρος καταδίκασε χθες τη δολοφονία του Ισμαήλ Χανίγια στην Τεχεράνη, χαρακτηρίζοντάς τον «αδελφό» του. «Η σιωνιστική βαρβαρότητα δεν θα μπορέσει να πετύχει ξανά τις φιλοδοξίες της, όπως έκανε μέχρι τώρα», δήλωσε – την Κυριακή, ο ίδιος είχε προειδοποιήσει το Τελ Αβίβ ότι η Τουρκία μπορεί να εισβάλει στο Ισραήλ, όπως ακριβώς έκανε στο Ναγκόρνο Καραμπάχ και στη Λιβύη.
Γιος οικογένειας προσφύγων, ο Ισμαήλ Χανίγια γεννήθηκε πριν από 62 χρόνια στον προσφυγικό καταυλισμό Σάτι της Γάζας. Ξεκίνησε την πολιτική του δράση στη διάρκεια των σπουδών του στο Ισλαμικό Πανεπιστήμιο, από τη φοιτητική οργάνωση των Αδελφών Μουσουλμάνων, και εντάχθηκε στη Χαμάς το 1987, με την ίδρυσή της: τα επόμενα χρόνια συνελήφθη και φυλακίστηκε αρκετές φορές στο Ισραήλ.
Το 1992 απελάθηκε από το Ισραήλ στον Λίβανο, όπου συνεργάστηκε στενά με τον Αχμέντ Γιασίν, ιδρυτή της Χαμάς, μέχρι τη δολοφονία του το 2004. Το 2006 εξελέγη πρωθυπουργός της Παλαιστίνης και έναν χρόνο αργότερα, όταν η Χαμάς ανέλαβε πραξικοπηματικά τον έλεγχο της Γάζας, έγινε ο de facto κυβερνήτης του παλαιστινιακού θυλάκου. Το 2017 εξελέγη επικεφαλής του πολιτικού γραφείου της Χαμάς και μετακόμισε στο Κατάρ, διαδεχόμενος έτσι τον Χαλέντ Μασάαλ, ο οποίος υπηρέτησε στη θέση αυτή για σχεδόν δύο δεκαετίες.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, υπήρχε προσωπική «κόντρα» ανάμεσα στον Χανίγια και τον Γιαχία Σινουάρ, τον στρατιωτικό διοικητή της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια ηγετική διάσπαση ανάμεσα στα δύο ισχυρά πρόσωπα που επιχειρούσαν από ξεχωριστά στρατόπεδα: τον Χανίγια και τα ανώτερα στελέχη της πολιτικής πτέρυγας εκτός της Λωρίδας και τον Σινουάρ και τα μέλη της στρατιωτικής πτέρυγας στη Γάζα. Ο Χανίγια, που ζούσε αυτοεξόριστος μεταξύ Κατάρ και Τουρκίας, θεωρούνταν άλλοτε μετριοπαθής, εμφανίστηκε ωστόσο να επιχαίρει την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου. Τον Απρίλιο, το Ισραήλ είχε δολοφονήσει στην πόλη της Γάζας τρεις γιους και τρία εγγόνια του. Βίντεο που μετέδωσε το Al Jazeera τον έδειχνε να μαθαίνει τα νέα και αμέσως μετά να λέει: «Ας συνεχίσουμε τη δουλειά». Επαιζε βασικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις με σκοπό την επίτευξη εκεχειρίας, η σημασία του, ωστόσο, ως πολιτικού ηγέτη της Χαμάς ήταν πρωτίστως συμβολική. Την πραγματική δύναμη, επισημαίνουν οι αναλυτές, την έχουν οι στρατιωτικοί ηγέτες της Χαμάς στη Γάζα, ο Γιαχία Σινουάρ και ο Μοχάμεντ Ντέιφ.
Λένε πως ήταν το δεξί χέρι του Χασάν Νασράλα, του επικεφαλής της Χεζμπολάχ, «μέλος της παλιάς φρουράς» της λιβανικής οργάνωσης, «ένα σημαντικό πρόσωπο σίγουρα», όπως λέει στους «New York Times» ο Μάθιου Λέβιτ, ειδικός στη Χεζμπολάχ από το Institute for Near East Policy της Ουάσιγκτον. Ο 62χρονος Φουάντ Σουκρ, άλλως γνωστός ως Αλ Χατζ Μοχσίν, είχε παλαιότερα ηγετικό ρόλο στις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Χεζμπολάχ στον κατεχόμενο από το Ισραήλ νότιο Λίβανο, από όπου το Ισραήλ αποσύρθηκε το 2000. Αργότερα έπαιξε ανάλογα υψηλόβαθμο ρόλο στη διοίκηση της συριακής πτέρυγας της οργάνωσης και τελικά ανέλαβε μία από τις κορυφαίες θέσεις στη στρατιωτική ηγεσία της Χεζμπολάχ.
Ηταν επικηρυγμένος αντί πέντε εκατομμυρίων δολαρίων από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ: ως μέλος του «Συμβουλίου της τζιχάντ», της ανώτατης στρατιωτικής αρχής που λαμβάνει τις στρατηγικές αποφάσεις της Χεζμπολάχ, φέρεται ότι είχε παίξει ρόλο-κλειδί στη βομβιστική επίθεση εναντίον στρατώνα αμερικανών πεζοναυτών στη Βηρυτό το 1993, που είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 241 αμερικανοί στρατιωτικοί και να τραυματιστούν άλλοι 128. Από την πλευρά του, το Ισραήλ τον χαρακτήρισε «υπεύθυνο» για το πρόσφατο πυραυλικό χτύπημα που σκότωσε 12 παιδιά σε ένα χωριό Δρούζων στα υψίπεδα του Γκολάν – αν και η Χεζμπολάχ δεν παραδέχθηκε ποτέ την ευθύνη της για αυτό.