Όλοι οι πρόεδροι των ΗΠΑ είχαν τα δικά τους χαρακτηριστικά γνωρίσματα, μα αυτό δεν εξαργυρωνόταν και σε αποτελεσματική και χρηστή διακυβέρνηση. Ποιοι ήταν όμως εκείνοι που ξεχώρισα ως οι… χειρότεροι;
Επί σειρά ετών η C-SPAN, το κανάλι της αμερικανικής Βουλής, διεξήγαγε έρευνες, ζητώντας από κορυφαίους ιστορικούς να κατατάξουν τους ηγέτες των ΗΠΑ, σύμφωνα με τις δεξιότητές τους, όπως το νομοθετικό τους έργο, τις σχέσεις του με το Κογκρέσο, τις επιδόσεις κατά τη διάρκεια κρίσεων, την εξωτερική πολιτική κτλ.
Στις τέσσερις έρευνες που εκπονήθηκαν από το 2000 μέχρι το 2021, οι βαθμολογίες μπορεί να άλλαζαν ελαφρώς, ωστόσο, τρεις πρόεδροι «κατάφεραν» να παραμείνουν οι πιο αποτυχημένοι ηγέτες σε όλους τους τομείς.
Δίχως, αμφιβολία, για όλους τους ιστορικούς, ο χείριστος Αμερικανός ηγέτης θεωρείται ο Τζέιμς Μπιουκάναν, ο 15ος πρόεδρος των ΗΠΑ, που άφησε την καυτή πατάτα του δουλείας στον επόμενο Αβραάμ Λίνκολν.
Ο Μπιουκάναν μπήκε στον Λευκό Οίκο του 1857 χαρακτηρίζοντας από την αρχή της προεδρίας του την δουλεία όχι και τόσο σημαντικό ζήτημα. Ο ίδιος καυχιόταν ότι το ζήτημα της δουλείας ή όχι των ανθρώπων επρόκειτο να επιλυθεί «γρήγορα και τελικά» από την απόφαση του φίλου του, ανώτατου δικαστή, Ρότζερ Τάνεϊ, ο οποίος, όμως, χαρακτήριζε τους Αφροαμερικανούς ως… υπάνθρωπους μη πολίτες.
Στη υπόθεση του αφροαμερικανού Ντρεντ Σκοτ ο οποίος μήνυσε τον Σάντφορντ για την ελευθερία της γυναίκας του και των θυγατέρων τους το 1857, ο Τάνεϊ ευνόησε τον δεύτερο προκαλώντας κοινωνικές αντιδράσεις. Έτσι, το Ανώτατο Δικαστήριο διακήρυξε ότι οι Αφροαμερικανοί δεν ήταν Αμερικανοί πολίτες και ότι κάθε Πολιτεία θα μπορούσε να διατηρήσει τη δουλεία ως νόμιμη πράξη. Ο πρόεδρος υποστήριξε αυτή την απόφαση του δικαστηρίου.
Ο Μπιουκάναν διέταξε στρατεύματα να επιτεθούν στη Γιούτα λόγω λανθασμένης πληροφόρησης ότι σχεδίαζε επανάσταση ενάντια της κυβέρνησης. Ο Μπιουκάναν αργότερα συνειδητοποίησε το λάθος του και απολογήθηκε.
Στη λήξη της θητείας του άφησε τον διάδοχο του Αβραάμ Λίνκολν να αντιμετωπίσει το μεγαλύτερο πρόβλημα στην αμερικανική ιστορία, τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο.
Για όσους νομίζουν ότι η πλευρά υπέρ της χειραφέτησης των μαύρων στις ΗΠΑ, μάλλον θα πρέπει να ρίξουν μια καλύτερη ματιά στον αντιπρόεδρό του Αβραάμ Λίνκολν, Άντριου Τζόνσον.
Ο Τζονσον ο οποίος θα διαδεχόταν τον Λίνκολν μετά τη δολοφονία του το 1865, υποστήριζε ότι «αυτή είναι μια χώρα για λευκούς άνδρες και, προς Θεού, όσο είμαι Πρόεδρος, θα είναι μια κυβέρνηση για λευκούς άνδρες».
Ο Άντριου Τζόνσον είναι ένας από τους τρεις μόνο προέδρους που παραπέμφθηκαν (ο Μπιλ Κλίντον και ο Ντόναλντ Τραμπ είναι οι άλλοι). Ο Τζόνσον συγκρούστηκε επανειλημμένα με το Κογκρέσο που κυριαρχούσε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα για σχεδόν κάθε μέτρο που σχετίζεται με την Ανασυγκρότηση του Νότου μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο.
Ο Τζόνσον προσπάθησε να ξεπεράσει το Κογκρέσο στην επανεισδοχή των νότιων πολιτειών στην Ένωση, αντιτάχθηκε στην 14η Τροποποίηση και απέλυσε παράνομα τον υπουργό Πολέμου του, Έντουιν Στάντον, οδηγώντας στην παραπομπή του.
Βέβαια, είναι απορίας άξιο πως μπορεί να είναι τόσο κακός ηγέτης, ο πρόεδρος που κατάφερε να επεκτείνει την χώρα του κατά 20% αναίμακτα –καταβάλοντας μόλις 2 σεντ το στρέμμα για να αγοράσει την Αλάσκα.
Ο Φράνκλιν Πιρς, ήταν προκάτοχος του Μπιουκάναν, ένας Δημοκρατικός πρόεδρος που όμως δεν ήτα δημοφιλής ούτε καν στο δικό του κόμμα, πριν ακόμα εκλεγεί. Αν και προερχόταν από πολιτεία του Βορρά (Νιου Χάμσαϊρ), έβλεπε τη δημοφιλία του υποχωρεί καθώς ήταν υπέρμαχος της δουλείας φέρνοντας το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε το 1854, Κάνσας-Νεμπράσκα του 1854. Το Κάνσας πλημμύρισε από εποίκους υπέρ και κατά της δουλείας, και οι δύο ομάδες ήταν αποφασισμένες να δημιουργήσουν την πλειοψηφία όταν ανακηρύχθηκε η πολιτεία. Η περιοχή διχάστηκε από αιματηρές εμφύλιες αναταραχές στα χρόνια που προηγήθηκαν της τελικής πολιτείας του Κάνσας το 1861.
Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, ψηφίστηκε ο νόμος, ο οποίος πολλοί ιστορικοί λένε ότι ώθησε τις ΗΠΑ, που ήταν ήδη πικρά διχασμένες για το θέμα της υποδούλωσης των ανθρώπων, στον Εμφύλιο Πόλεμο.
Ο Πιρς εκδιώχθηκε από το κόμμα του, εξαιτίας της χαμηλής δημοφιλίας του, δεν εξελέγη ως προεδρικός υποψήφιος από το Δημοκρατικό Κόμμα για τις εκλογές του 1856, ενώ αργότερα στράφηκε προς τον αλκοολισμό, με αποτέλεσμα τον θάνατό του από κίρρωση ήπατος. «Ήταν ένας άπειρος άνθρωπος, που κλήθηκε ξαφνικά να αναλάβει μια τεράστια ευθύνη, ο οποίος ειλικρινά προσπάθησε να κάνει το καλύτερο δυνατό χωρίς επαρκή εκπαίδευση ή ιδιοσυγκρασία» θα έλεγε ο βιογράφος του Ρόι Νίκολς.
Βέβαια, να σημειωθεί ότι και επί των δικών του ημερών, οι ΗΠΑ αγόρασαν την Αριζόνα.
Βέβαια, οι έρευνες της C-SPAN, μάλλον δεν είναι και «κανόνες του Μωϋσή». Σύμφωνα με αυτές ο τέταρτος χειρότερος πρόεδρος των ΗΠΑ είναι ο Ντόναλντ Τραμπ, κάτι που φαίνεται να διαφωνούν οι Αμερικανοί ψηφοφόροι με τους ιστορικούς.