Στην Ουάσιγκτον καλά κρατούν οι πανηγυρισμοί για τα 75α γενέθλια του ΝΑΤΟ που έχει χαρακτηριστεί ως «η πιο επιτυχημένη συμμαχία στην παγκόσμια ιστορία». Η Ατλαντική Συμμαχία πράγματι βγήκε νικήτρια από τον ψυχροπολεμικό ανταγωνισμό με τη Σοβιετική Ενωση και δημιούργησε συνθήκες ασφάλειας και ευημερίας στην Ευρώπη. Ομως οι πανηγυρισμοί δεν μπορούν να κρύψουν τη σημερινή βαθιά κρίση που αντιμετωπίζει σήμερα η συμμαχία.
Πολλοί θα αντιτείνουν ότι η Ατλαντική Συμμαχία έχει ξεπεράσει πάμπολλες κρίσεις στο παρελθόν (Σουέζ, Βιετνάμ, Ιράκ). Ομως αυτή τη φορά έχουν αλλάξει δραματικά οι γεωπολιτικές συνθήκες. Οπως σωστά το έθεσε ο γερμανός καγκελάριος, έχουμε εισέλθει σε μια νέα γεωπολιτική εποχή (Zeitenwende).
Εχει αλλάξει ο παγκόσμιος συσχετισμός δυνάμεων με την αύξηση της κινεζικής ισχύος, έχει δημιουργηθεί ένα ισχυρό αναθεωρητικό μπλοκ (Κίνα, Ρωσία , Ιράν, Βόρειος Κορέα) που ανοίγει ταυτόχρονα πολλαπλά μέτωπα και έχει διαπιστωθεί απόκλιση συμφερόντων μεταξύ ΗΠΑ και των ευρωπαίων συμμάχων τους.
Η γεωπολιτική καταιγίδα συνίσταται στην ύπαρξη ταυτόχρονα πολλών υπαρξιακών κρίσεων. Ας αρχίσουμε από την Ουκρανία. Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς οδήγησε σε πόλεμο για τον έλεγχο σφαιρών επιρροής στην περίμετρο της Ευρασίας. Η Ρωσία αντέδρασε με εισβολή στη Γεωργία (2008), στην Κριμαία (2014) και στην Ουκρανία (2022). Στην Ουκρανία το ΝΑΤΟ έχει εμπλακεί σε ένα πόλεμο δι’ αντιπροσώπων που όμως δεν μπορεί να κερδίσει παρά την κολοσσιαία επένδυση 250 δισ. δολαρίων και την παροχή όπλων υψηλής τεχνολογίας. H Ρωσία αποκλείεται να ενδώσει γιατί θεωρεί την Ουκρανία ως ζωτική περιοχή και είναι διατεθειμένη να χρησιμοποιήσει το πυρηνικό της οπλοστάσιο για να αποφύγει την ήττα. Ο σημερινός πόλεμος φθοράς λοιπόν εμπεριέχει σοβαρό κίνδυνο πυρηνικής κλιμάκωσης και αναμένεται να διαρκέσει επί μακρόν.
Κρίση υπάρχει επίσης στις διατλαντικές σχέσεις. Οι ΗΠΑ ενεπλάκησαν στις ευρωπαϊκές υποθέσεις μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο γιατί η Ευρώπη ήταν μια οικονομικά ισχυρή περιοχή που δεν έπρεπε να περάσει στον έλεγχο της σοβιετικής αυτοκρατορίας. Σήμερα όμως η Ευρώπη δεν κινδυνεύει από μια αποδυναμωμένη Ρωσία, ενώ η οικονομική ισχύς του πλανήτη έχει μετατοπιστεί ανατολικά: η συνεισφορά της Ασίας στον παγκόσμιο πλούτο είναι στο 54% ενώ της Ευρώπης μόνο στο 17%. Εύλογα λοιπόν οι Αμερικανοί ισχυρίζονται ότι με έναν πληθυσμό τριπλάσιο της Ρωσίας και με μια οικονομία δεκαπλάσια αυτής οι Ευρωπαίοι μπορούν μόνοι τους να αντιμετωπίσουν τη Ρωσία, αρκεί να επενδύσουν στην άμυνά τους. Οι ΗΠΑ όχι μόνο θέλουν να απεγκλωβιστούν από την Ευρώπη αλλά ταυτόχρονα ζητούν από τους Ευρωπαίους βοήθεια στην ανάσχεση της Κίνας. Αυτό αποτελεί εστία τριβής στις διατλαντικές σχέσεις, όπως επίσης και το εμπορικό πλεόνασμα των 200 δισ. που έχουν οι Ευρωπαίοι σε βάρος των ΗΠΑ. Αυτό πιθανώς θα καταλήξει σε διατλαντικό εμπορικό πόλεμο εάν εκλεγεί ο Τραμπ.
Μια τρίτη κρίση έχει να κάνει με την κατάσταση του ευρωπαϊκού σκέλους του ΝΑΤΟ. Οι Ευρωπαίοι είχαν βολευτεί να καταναλώνουν την ασφάλεια που προσέφεραν οι ΗΠΑ χωρίς να χρειαστεί να δημιουργήσουν οι ίδιοι στρατιωτική ισχύ. Τώρα όμως που έχουν να αντιμετωπίσουν την ανοικτή πληγή του πολέμου στην Ουκρανία και τη σταδιακή απαγκίστρωση των ΗΠΑ έχουν παραλύσει. Η πιθανότητα να αποκτήσουν κοινή άμυνα είναι μηδαμινή, ενώ αν προχωρήσουν σε σημαντική αύξηση αμυντικών δαπανών όπως επιθυμούν οι ΗΠΑ θα υποσκάψουν το κοινωνικό τους μοντέλο. Μια περαιτέρω όμως αύξηση της εθνικιστικής Ακροδεξιάς απειλεί να εκτροχιάσει ολόκληρο το ενοποιητικό ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Τα στρατηγικά αδιέξοδα του ΝΑΤΟ επηρεάζουν αρνητικά την ελληνική ασφάλεια. Αλλωστε η χώρα γνώρισε από πρώτο χέρι το 1974 αυτό που βιώνουν σήμερα οι Ευρωπαίοι, δηλαδή τους περιορισμούς της συμμαχίας όταν υπάρχουν αποκλίσεις συμφερόντων μεταξύ των μελών της.