Επαφές με την Επιτροπή Ανταγωνισμού αναμένεται να έχει την επόμενη εβδομάδα ο υπουργός Ναυτιλίας Χρήστος Στυλιανίδης, καθώς οι τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων μέχρι στιγμής δεν υποχωρούν. Τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια αποτελούν ένα πονοκέφαλο για την κυβέρνηση, όπως και γενικότερα το θέμα της ακρίβειας.
Ο υπουργός Χρήστος Στυλιανίδης φαίνεται να επιμένει στην πολιτική προσέγγισης και επίλυσης του προβλήματος μέσω της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθώς όπως επισημαίνει στους συνομιλητές του η αγορά είναι ελεύθερη. Ωστόσο δεν αρνείται την περίπτωση να υπάρχουν φαινόμενα κατάχρησης της δεσπόζουσας θέσης τα οποία σύμφωνα με επιστολή που έστειλε στο μέσον της περασμένης εβδομάδας στην Επιτροπή Ανταγωνισμού ενδεχομένως να κληθεί να τα διερευνήσει. Ενδεικτικά σε non paper του υπουργείου Ναυτιλίας αναφέρεται ότι οι τιμές είναι σταθερές, έως και μειούμενες στα συμβατικά πλοία. Ομως σε 2-3 περιπτώσεις παρατηρήθηκε απότομη αύξηση τιμών (Σποράδες, Λαύριο – Λήμνος, Ραφήνα – Ανδρος) και εξετάζεται, με τη συνδρομή της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η μη τήρηση των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού, αλλά και γενικότερα η τήρηση της νομοθεσίας.
Η απελευθέρωση. Η ακτοπλοϊκή αγορά απελευθερώθηκε με υπουργική απόφαση τον Μάιο του 2006, αρχικά στις γραμμές που ξεκινούσαν από τον Πειραιά και μέχρι τον Αύγουστο του ιδίου έτους με ανάλογες υπουργικές αποφάσεις το καθεστώς επεκτάθηκε και στα υπόλοιπα λιμάνια και γραμμές.
Ωστόσο όλες οι υπουργικές αποφάσεις στηρίζονται στην αρχική παραδοχή ότι μία ακτοπλοϊκή γραμμή απελευθερώνεται εφόσον κατά έτος έχει εξυπηρετήσει 300.000 επιβάτες τουλάχιστον ή 150.000 επιβάτες εάν στην εν λόγω γραμμή δραστηριοποιούνται τουλάχιστον δύο εταιρείες.
Αυτό το θεσμικό πλαίσιο εξετάζεται κάθε χρόνο με τον εκάστοτε υπουργό Ναυτιλίας να εκδίδει σχετική υπουργική απόφαση που αναφέρει και τις γραμμές που δεν απελευθερώνονται και ισχύει το κρατικό ναυλολόγιο. Επίσης ανακοινώνονται και οι γραμμές δημόσιας υπηρεσίας.
Πέρυσι, ωστόσο, ο τότε υπουργός Ναυτιλίας Γιάννης Πλακιωτάκης απελευθέρωσε και τις γραμμές που δεν ήταν απελευθερωμένες ούτε σε καθεστώς δημόσιας υπηρεσίας για το διάστημα 1 Ιουνίου μέχρι 15 Σεπτεμβρίου. Πρόκειται για δρομολόγια μεταξύ νησιών κυρίως. Ωστόσο παραμένει ανοικτό ένα αυτό το καθεστώς ισχύει και φέτος.
Πάντως για το υπουργείο Ναυτιλίας το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στις βασικές γραμμές, χωρίς να σημαίνει ότι δεν θεωρεί ακριβά τα εισιτήρια για την αγοραστική δύναμη του μέσου πολίτη.
Ωστόσο εκεί που στρέφει περισσότερο το ενδιαφέρον του είναι εάν παρατηρούνται φαινόμενα κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης από πλευράς οποιασδήποτε εταιρείας.
Τι παρατηρείται. Μάλιστα το υπουργείο έχει πληροφορηθεί ότι σε ορισμένες γραμμές όταν δρομολογείται μόνο ένα ταχύπλοο η τιμή του εισιτηρίου είναι υψηλή σε σύγκριση με την επόμενη ημέρα που τα ταχύπλοα στην ίδια γραμμή είναι δύο. Λόγω του ανταγωνισμού οι τιμές μειώνονται.
Στην επιστολή προς την Επιτροπή Ανταγωνισμού με θέμα «Ανάπτυξη αμοιβαίας συνεργασίας επί θεμάτων ναύλων εισιτηρίων» ο Στυλιανίδης, αφού επικαλείται τη σχετική νομοθεσία που διέπει τους ναύλους στην ακτοπλοΐα, επισημαίνει ότι «το υπουργείο μας καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών / επιβατών στις θαλάσσιες μεταφορές, τη μείωση των τιμών των ναύλων και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, με επακόλουθο τη διεύρυνση των επιλογών για τους καταναλωτές / επιβάτες και την αύξηση της αγοραστικής τους δύναμης. Κατόπιν των ανωτέρω θα επιθυμούσαμε μια στενότερη συνεργασία μεταξύ των υπηρεσιών μας ώστε να υπάρχει ταχύτερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση τυχόν περιστατικών καταχρηστικής συμπεριφοράς στην αγορά, εκ μέρους ακτοπλοϊκών επιχειρήσεων».
Σύμφωνα πάντως με όσα αναφέρει στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας, Διονύσης Θεοδωράτος οι τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων των μελών εταιρειών του συνδέσμου είναι στα ίδια επίπεδα με το 2023.