Αφού αναφέρθηκε στις πολιτικές επιθέσεις της αντιπολίτευσης, ο πρόεδρος Γιουν Σουκ Γιολ δήλωσε το βράδυ της Τρίτης 3 Δεκεμβρίου ότι κηρύσσει στρατιωτικό νόμο στη Νότια Κορέα για να «συντρίψει τις αντικρατικές δυνάμεις που προκαλούν χάος».
Αυτό έθεσε τον στρατό προσωρινά επικεφαλής της χώρας, προκαλώντας την ανάπτυξη ειδικών δυνάμεων και αστυνομίας στο κοινοβούλιο.
Μάλιστα, λίγο αργότερα ελικόπτερα προσγειώθηκαν στην οροφή του κτιρίου της Βουλής.
Ο στρατός εξέδωσε επίσης ανακοίνωση στην οποία δήλωσε ότι όλες οι συγκεντρώσεις του κοινοβουλίου και των πολιτικών οργανώσεων θα απαγορευτούν, ενώ οι δημοσιεύσεις των μέσων ενημέρωσης θα τεθούν επίσης υπό έλεγχο.
Ωστόσο, η αντιπολίτευση της Νότιας Κορέας χαρακτήρισε αμέσως τη δήλωση του Γιουν παράνομη και αντισυνταγματική.
Ακόμα και ο ηγέτης του ίδιου του κόμματος του Γιουν, του συντηρητικού Κόμματος Λαϊκής Εξουσίας, χαρακτήρισε την πράξη του «λάθος κίνηση».
Εν τω μεταξύ, ο ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης Λι Τζάε-Μιούνγκ κάλεσε τους βουλευτές του Δημοκρατικού Κόμματος να συγκεντρωθούν στο κοινοβούλιο για να καταψηφίσουν τη δήλωση.
Κάλεσε επίσης τους πολίτες να προσέλθουν στο κοινοβούλιο σε ένδειξη διαμαρτυρίας.
«Τανκς, τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού και στρατιώτες με όπλα και μαχαίρια θα κυβερνούν τη χώρα… Συμπολίτες μου, παρακαλώ ελάτε στην Εθνοσυνέλευση», είπε.
Εκατοντάδες άνθρωποι ακολούθησαν το κάλεσμα, σπεύδοντας να συγκεντρωθούν έξω από το αυστηρά φρουρούμενο κοινοβούλιο.
Τα πλήθη των διαδηλωτών φώναζαν: «Όχι στρατιωτικός νόμος! Όχι στρατιωτικός νόμος».
Υπήρξαν συμπλοκές μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομικών στις πύλες.
Όμως, παρά την έντονη στρατιωτική παρουσία, η ένταση δεν κατέληξε σε βίαια επεισόδια.
Εν τέλει, με την βοήθεια των πολιτών, οι νομοθέτες μπόρεσαν να περάσουν γύρω από τα οδοφράγματα για να μπουν στην αίθουσα ψηφοφορία του κοινοβουλίου.
Λίγο μετά τη 01:00 της Τετάρτης τοπική ώρα, το κοινοβούλιο της Νότιας Κορέας, με 190 από τα 300 μέλη του παρόντα, καταψήφισε τον νόμο.
Η κήρυξη στρατιωτικού νόμου από τον πρόεδρο Γιουν κρίθηκε άκυρη.
Μετά το ψήφισμα, ο στρατός φάνηκε να αποσύρεται από το κοινοβούλιο.
Ωστόσο, οι στρατιωτικές δυνάμεις δήλωσαν πως ο στρατιωτικός νόμος παραμένει σε ισχύ μέχρις ότου ανακληθεί επίσημα από τον πρόεδρο Γιουν.
Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, καθώς και άλλοι βουλευτές δήλωσαν πως δεν θα απομακρύνοντας από τον χώρο της Εθνοσυνέλευσης μέχρι την επίσημη άρση του νόμου.
Παράλληλα, ο κόσμος συσπειρώθηκε μαζικά γύρω από το κοινοβούλιο αλλά και στους δρόμους της Σεούλ.
Στην συνέχεια, υπό το βάρος των πρωτοφανών αντιδράσεων, ο Γιουν Σουκ Γιολ δήλωσε πως θα αποσύρει τον στρατιωτικό νόμο, σεβόμενος την απόφαση της Εθνοσυνέλευσης.
Η απόφαση επισημοποιήθηκε μετά από έκτακτη σύγκλιση του υπουργικού συμβουλίου.
Πρόκειται για μια μεγάλη νίκη της αντιπολίτευσης και των πολιτών της χώρας, που στη σύγχρονη ιστορία της έχει δει πολλές αυταρχικές κυβερνήσεις αλλά και δικτατορίες.
Ο ηγέτης του Δημοκρατικού Κόμματος Παρκ Τσαν-νταε δήλωσε ότι ο πρόεδρος πρέπει να λογοδοτήσει, ακόμη και αν η στρατιωτική διαταγή έχει ανακληθεί.
«Ακόμη και αν ο πρόεδρος άρει τον στρατιωτικό νόμο, δεν μπορεί να αποφύγει να λογοδοτήσει για τις προσπάθειές του να διαταράξει την κυβέρνηση.
Λέμε τώρα δυνατά και ξεκάθαρα ότι ο πρόεδρος δεν είναι κατάλληλος να υπηρετήσει ως ηγέτης της χώρας», δήλωσε ο Παρκ.
«Αυτή είναι η εντολή της χώρας μας. Ο πρόεδρος πρέπει να παραιτηθεί».
Ο Γιουν, ο οποίος έχει υιοθετήσει μια αισθητά πιο σκληρή στάση έναντι της Βόρειας Κορέας σε σχέση με τους προκατόχους του, κατηγόρησε την αντιπολίτευση ως υποστηρικτή της Βόρειας Κορέας , χωρίς όμως να προσκομίσει οποιοδήποτε στοιχείο.
Πολλοί εκτιμούν πως προχώρησε στην απόφαση για να προστατευθεί ο ίδιος και η κυβέρνησή του από τις σαρωτικές επικρίσεις που του ασκούνται για πληθώρα σκανδάλων στα οποία έχει εμπλακεί ο ίδιος και η σύζυγος του.
Ο Γιουν εξελέγη στο αξίωμα τον Μάιο του 2022. Ωστόσο, λόγω του πολιτεύματος της χώρας, είναι ένας πρόεδρος που δεν μπορεί να ασκήσει στην πράξη τα καθήκοντά του.
Αυτό ισχύει από τον Απρίλιο, όταν η αντιπολίτευση κατήγαγε σαρωτική νίκη στις γενικές εκλογές και με τον τρόπο αυτό απέκτησε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Η κυβέρνησή του έκτοτε δεν μπόρεσε να περάσει τα νομοσχέδια που ήθελε και αντ’ αυτού περιορίστηκε στο να ασκεί βέτο σε νομοσχέδια που ψήφιζε η αντιπολίτευση.