Εκεί που το θέατρο σκιών τέμνεται με άλλες τέχνες και διευρύνει το πεδίο ηρώων, αναπαραστάσεων και ιστοριών, μπορείς σήμερα να βρεις πολλούς νεότερους δημιουργούς που συνδυάζουν τη γνώση, την ιστορική εμπειρία αλλά και τους νεωτερισμούς.
Χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση με διαδρομή μακρά πια είναι ο Τάσος Κώνστας.
Μαθητής του Ευγένιου Σπαθάρη, με πολλές ώρες πίσω από τον μπερντέ, αλλά και ανοιχτός σε συμπράξεις είτε με ηθοποιούς και σκηνοθέτες – όπως με τον αείμνηστο Κώστα Καζάκο ή τον Θανάση Παπαγεωργίου – είτε με μουσικούς, τραγουδοποιούς, ερμηνευτές, όπως τον Γιώργο Τζώρτζη τώρα, πάνω μάλιστα σε κείμενα και ποιήματα του Γιάννη Σκαρίμπα στον πολυχώρο της Παράγκας.
Ο Τάσος Κώνστας εγγράφεται σε εκείνα τα πρόσωπα της τέχνης του Καραγκιόζη που προσλαμβάνουν το εν λόγω είδος ως μια δυναμική περιοχή όπου συναντώνται όλες οι παραδοσιακές τέχνες και τα είδη του λόγου και δεν περιορίζεται σε παραστάσεις για σχολεία ή σε μια φολκλόρ αναπαράσταση. Η συνέντευξή μας φωτίζει μερικές ιδέες του δημιουργού πάνω στο θέμα και στις νέες τάσεις της θρυλικής τέχνης.
Είναι όλα αυτά μαζί θα έλεγα. Μια σκηνή που αποσκοπεί στην ψυχαγωγία. Με φιγούρες, με κούκλες, με θέατρο, με βιβλία, μουσική, αφηγήσεις, συζητήσεις, εργαστήρια, δράσεις, για όλες τις ηλικίες. Μικρές και ευαίσθητες παραγωγές και προτάσεις χωράνε στη φιλόξενη Paraga. Ενα όνειρο που δημιουργήθηκε από όταν άνοιξαν οι «Φιγούρες και Κούκλες» το 1999, στην Πλάκα, αλλά το μικρό θεατράκι δεν χωρούσε να φιλοξενήσει πολλές καλλιτεχνικές προτάσεις. Πέρασαν τα χρόνια, μεγαλώσαμε, και τώρα συμβαίνει και είναι σαν να το περιμέναμε όλοι καιρό, καλλιτέχνες και κοινό.
Προσπαθήσαμε να πάρει, μάλλον να ξαναπάρει, ο Καραγκιόζης τη θέση του στο θεατρικό γίγνεσθαι. Να το ξανακάνουμε οικογενειακό θέαμα. Η δημιουργία και η λειτουργία μόνιμης σκηνής, χειμερινής και θερινής, και η παρουσίαση ρεπερτορίου ανανεωμένου και με σύγχρονες αναφορές, η σύμπραξη με μουσικούς, σκηνοθέτες, θιάσους σε παραδοσιακά ή και μοντέρνα projects, συμβαίνει τα τελευταία χρόνια, αλλά έχει ξανασυμβεί στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου σκιών. Είναι κρίμα να περιορίζεται αυτό το λαϊκό θέατρο μόνο στο ρεπερτόριο για μικρούς θεατές. Η εποχή που ο Καραγκιόζης έβρισκε καταφύγιο επιβίωσης στις σχολικές μόνο παραστάσεις ανήκει στο παρελθόν. Και αυτό οφείλεται στο κουράγιο και στο πείσμα όσων τον υπηρετούν σωστά. Οφείλουμε σε αυτούς που μας τον παρέδωσαν αλλά και στην τέχνη να επιβιώσει ο Καραγκιόζης πρώτα και μετά εμείς, όχι προς επιβίωση δική μας να μεταλλαχθεί σε εμπόρευμα.
Η μαθητεία στα πάλκα παλιών μαστόρων, τα «άγουρα χρόνια» που λέμε, όλοι οι σημερινοί συνάδελφοι, ένα τσούρμο, μέσα στους μπερντέδες και τα θέατρα των μεγάλων δασκάλων, των «θηρίων». Από εκεί και πέρα στην προσωπική διαδρομή η συνεργασία και η σχέση ζωής με τον Ευγένιο Σπαθάρη, η συνεργασία μου με τον Κώστα Καζάκο, που σκηνοθέτησε δύο έργα μου, «Το όξω απ’ την Παράγκα» και τον «Καραγκιόζη πολυτεχνίτη», το ταξίδι μου με τον θίασο «Ξυπόλητο Τάγμα». Η συνεργασία μου, τώρα, με τον Θανάση Παπαγεωργίου για τη βραδινή σκηνή του Paraga, το συναπάντημά μου με τον Γιώργο Τζώρτζη, όλα αυτά και πολλά ακόμα είναι προίκα.
Με τον Γιώργο Τζώρτζη έχουμε ξανασμίξει στο παρελθόν και έχουν συμβεί πολύ ωραία πράγματα. Διάβασα σε μια συνέντευξη που του πήρατε στα «ΝΕΑ» ότι καταπιάστηκε με τον Σκαρίμπα, του τηλεφώνησα αμέσως και του είπα: «Κάνεις Σκαρίμπα; Εχω Paraga!». Η συνέχεια επί σκηνής! Ελπίζω να χαρούν οι φίλοι του Σκαρίμπα αυτή την ανοιχτή κουβέντα μέσα από τις λέξεις, τις νότες και τις σκιές, σε ατμόσφαιρα Παράγκας.
Ο πρώτος δάσκαλος, ο «γεωργός» που «έσπειρε», χωρίς ο ίδιος να το ξέρει, ήταν ένας δάσκαλος στο δημοτικό που μας έβαλε να φτιάξουμε φιγούρες. Η πρώτη παράσταση ζωντανά που είδα την ίδια περίοδο ήταν του Ευγένιου Σπαθάρη και από τότε ήξερα τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Μαθήτευσα όπως προ-είπα σε μπερντέδες παλιών μαστόρων, αλλά με τον Σπαθάρη θεωρώ ότι πήρα πτυχίο, έκανα μεταπτυχιακό, διδακτορικό και μεταδιδακτορικό, στην τέχνη και στη ζωή.
Οπως επιβίωσε από προγενέστερες «απειλές», κινηματογράφο, τηλεόραση, βίντεο, πλατφόρμες, Διαδίκτυο. Με την αλήθεια της και με το πείσμα όσων την υπηρετούν. Για να καταπιαστείς, να μιλήσεις ή να ακούσεις τον Καραγκιόζη χρειάζεται νοημοσύνη, όχι τεχνητή νοημοσύνη, χρειάζεται πομπός και δέκτης που γίνεται ταυτόχρονα πομπός, όχι παθητικός δέκτης. Χρειάζεται ψυχή. Οσο εκπέμπει αλήθεια και ψυχή δεν έχει να φοβάται τίποτα. Το γράφει η ιστορία του, το βλέπουμε και σήμερα. Ο Καραγκιόζης ποτέ δεν πεθαίνει, δεν τον σκιάζει φοβέρα καμιά!