Μετά την υπόθεση της Χαλκίδας, οι αδιάφθοροι της ΕΛ.ΑΣ. εξάρθρωσαν μια ακόμη εγκληματική οργάνωση, αυτή την φορά στην Κέρκυρα.
Για τουλάχιστον πέντε μήνες τα πέντε μέλη του κυκλώματος των εφοριακών εκβίαζαν και έκαναν δωροληψίες με σκοπό να αποσπούν χρήματα από φορολογούμενους.
«Προσοχή παιδιά, προσοχή σε όλους να μην την πατήσουμε όπως αυτοί στη Χαλκίδα» ακούγεται σε διαλόγους των μελών της οργάνωσης που έχουν καταγραφεί.
Το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται όταν καταγγελία έφθασε στην ΑΑΔΕ, η οποία με τη σειρά της απευθύνθηκε στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛΑΣ.
Οι αδιάφθοροι έκαναν έρευνες στην Κέρκυρα για να ρίξουν φως στη δράση του κυκλώματος. Οι αστυνομικοί έγιναν η σκιά των εφοριακών για μήνες. Παρακολουθούσαν τις κινήσεις τους αλλά και τις συνομιλίες τους.
«Υπέπεσαν στην αντίληψή μας πληροφορίες, ότι υπάρχουν ενδείξεις για τη λειτουργία ενός κυκλώματος στην Κέρκυρα. Η διαφθορά δεν έχει τον παραμικρό χώρο στην ΑΑΔΕ. Αμέσως απευθυνθήκαμε στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της αστυνομίας για να διερευνηθεί σε βάθος η υπόθεση και να πάρει τον δρόμο της Δικαιοσύνης», δήλωσε στον ΣΚΑΪ και στην εκπομπή «Καλημέρα» ο διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, Γιώργος Πιτσιλής, με αφορμή την εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης εφοριακών.
«Ο δρόμος της δικαιοσύνης θα συνεχίσει να είναι ο μόνος δρόμος που θα ακολουθούμε για κάθε τέτοιο φαινόμενο. Αυτά τα φαινόμενα δεν έχουν θέση στην ΑΑΔΕ. Αμαυρώνουν και την εικόνα των στελεχών της αρχής που κάνουν με εντιμότητα τη δουλειά τους για να εξυπηρετήσουν τον πολίτη και να προστατέψουν το δημόσιο συμφέρον», πρόσθεσε.
Ερωτηθείς αν οι συλληφθέντες θα απομακρυνθούν από την ΑΑΔΕ, ο κ. Πιτσιλής τόνισε ότι «θα ακολουθηθούν όλες οι διαδικασίες που προβλέπονται».
«Από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας εξαρθρώθηκε εγκληματική οργάνωση, αποτελούμενη από εφοριακούς υπαλλήλους και λογιστή, που δραστηριοποιούνταν σε διευκολύνσεις, πράξεις ή παραλείψεις διαδικασιών, εφοριακής αρμοδιότητας, καθώς και σε εκβιάσεις επιχειρηματιών, προκειμένου να λαμβάνουν παράνομα χρηματικά ποσά.
Για την αποδόμηση της εγκληματικής οργάνωσης πραγματοποιήθηκε αστυνομική επιχείρηση, την Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2024, σε νησιωτική περιοχή στο πλαίσιο της οποίας συνελήφθησαν συνολικά 5 μέλη της, εκ των οποίων 4 υπάλληλοι και 1 ιδιώτης λογιστής, ενώ στη δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμη 4 άτομα.
Σε βάρος τους σχηματίσθηκε δικογραφία -κατά περίπτωση- για εγκληματική οργάνωση, δωροληψία και δωροδοκία υπαλλήλου, συνέργεια σε δωροληψία, παράβαση καθήκοντος και εκβίαση κατά συναυτουργία.
Προηγήθηκε καταγγελία που αφορούσε την παράνομη δράση δύο υπαλλήλων Δ.Ο.Υ., οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι την ιδιότητά τους, απαιτούσαν από επιχειρηματία το χρηματικό ποσό των 60.000 ευρώ, προκειμένου να τακτοποιήσουν εκκρεμή υπόθεσή του.
Στο πλαίσιο της έρευνας, κατά την οποία αξιοποιήθηκαν ειδικές ανακριτικές τεχνικές και στοιχεία που προέκυψαν από την αξιολόγηση και ανάλυση πληροφοριακών και προανακριτικών δεδομένων, με τη συνδρομή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, προέκυψε η ύπαρξη εγκληματικής οργάνωσης, με συνεχή δράση, συγκεκριμένη δομή και διακριτούς ρόλους, στην οποία συμμετείχαν υπάλληλοι Δ.Ο.Υ. νησιωτικής περιοχής και ιδιώτης λογιστής.
Ειδικότερα, όπως προέκυψε, τουλάχιστον από το Μάιο του 2024, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης προέβαιναν σε διευκολύνσεις, παραλείψεις ή πράξεις διαδικασιών εφοριακής αρμοδιότητας που αντίκειται στα υπηρεσιακά τους καθήκοντα ως υπάλληλοι, καθώς και σε εκβιάσεις επιχειρηματιών, όπου εκμεταλλευόμενοι την ιδιότητά τους, απαιτούσαν χρηματικά ποσά ως αντίτιμο, ώστε να διεκπεραιωθούν φορολογικές τους εκκρεμότητες.
Η απαίτηση των χρημάτων γινόταν, κατά κύριο λόγο, μέσω ιδιώτη – λογιστή, μέλους της οργάνωσης, προκειμένου να μην έχουν άμεση επαφή τα μέλη – υπάλληλοι με τα θύματά τους, ενώ παράλληλα φρόντιζαν να λαμβάνουν ιδιαίτερα μέτρα αντιπαρακολούθησης τόσο κατά τη δράση τους όσο και κατά τις μεταξύ τους επικοινωνίες.
Όπως προέκυψε, ο αρχηγός της οργάνωσης, ήταν υπεύθυνος για τον συντονισμό, τη λήψη και τη διανομή στα υπόλοιπα μέλη των χρηματικών ποσών, ενώ δεν δίσταζε να απειλεί υπαλλήλους και λογιστές που τυχόν θα διέρρεαν τη δραστηριότητα της οργάνωσης. Παράλληλα, εξασφάλιζε κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με μεθόδους αντιπαρακολούθησης προκείμενου τα επιχειρησιακά μέλη της οργάνωσης να αισθάνονται ακαταδίωκτα, κατά τους -κατ’ εντολή του- στοχευμένους ελέγχους που πραγματοποιούσαν.
Περαιτέρω, οι λοιποί εφοριακοί υπάλληλοι, ήταν απαραίτητοι για τη λειτουργία της οργάνωσης, καθώς λόγω των καθηκόντων τους είτε ασκούσαν άμεση εποπτεία και έλεγχο στους λοιπούς υπαλλήλους, καθορίζοντας έτσι την ταχύτητα και τον τρόπο διεκπεραίωσης των υποθέσεων, ή διενεργούσαν επιτόπιους ελέγχους επιχειρήσεων κατόπιν εντολής του αρχηγικού μέλους.
Τέλος, ο λογιστής ήταν ενδιάμεσος μεταξύ των υπαλλήλων και των φορολογούμενων, επιφορτισμένος με την άμεση επαφή και επικοινωνία μεταξύ ελεγκτικής Αρχής και ελεγχόμενων. Επίσης, σύμφωνα με τον ρόλο του, παραλάμβανε και παρέδιδε χρηματικά ποσά από τους φορολογούμενους προς τους υπαλλήλους, εξασφαλίζοντας και οι ίδιος προνομιακή μεταχείριση των πελατών του από την Δ.Ο.Υ.
Από τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες, οχήματα, λοιπούς χώρους καθώς και από την κατοχή των κατηγορουμένων, μεταξύ άλλων, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
Μέχρι στιγμής έχει διακριβωθεί ότι, από τα τέλη Μαΐου 2024, η εγκληματική οργάνωση εμπλέκεται σε 8 περιπτώσεις, ενώ διαπιστώθηκε ότι τα μέλη της απαίτησαν συνολικά, τουλάχιστον, το χρηματικό ποσό των 183.000 ευρώ και κατάφεραν να λάβουν, τουλάχιστον, το χρηματικό ποσό των -38.000- ευρώ.
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή, όπου παραπέμφθηκαν σε ανακριτή και έλαβαν προθεσμία για να απολογηθούν».