Οι Θεσσαλονικείς άνω των 50 ετών έχουμε ένα σπάνιο γονίδιο που ρυθμίζει τη συμπεριφορά μας απέναντι στη Διεθνή Εκθεση. Τα φυσιολογικά αντανακλαστικά, που εκπορεύονται από τη λειτουργία του γονιδίου, οδηγούν στην ανάπτυξη μίας σχέσης με τον θεσμό που εκτείνεται πέρα από τα όρια της γραφικότητας. Οι προσεκτικοί αναγνώστες θα το έχουν επισημάνει. Για παράδειγμα, είμαι σε θέση να στοιχηματίσω ότι ο Σκαμπαρδώνης δημοσιεύει σήμερα κείμενο σχετικό με την Εκθεση. Στον ίδιο, άλλωστε, ανήκει η φράση για την Εκθεση ως «το Ιnternet εκείνης της εποχής». Σωστά. Γιατί η Εκθεση ήταν η ματιά σε έναν κόσμο που δεν γνωρίζαμε ότι υπάρχει ή ήταν πολύ μακριά, πολύ ψηλά για να τον φτάσουμε. Ηταν το ταξίδι μας. Τότε ήμασταν πολύ μικροί, γλυκά αφελείς, Βαλκάνιοι με κοντά παντελονάκια – να η γραφικότητα. Ενα τσεχοσλοβάκικο τρακτέρ μπορούσε να σου φτιάξει τη μέρα. Καθώς, λοιπόν, παραμένω δέσμιος του καταναγκασμού που επιβάλλει η γενέθλια πόλη, ανήμπορος να ξεφύγω από την υποχρέωση, γνωρίζοντας ότι το θέμα σας αφήνει παγερά αδιάφορους, επιτρέψτε μου να μοιραστώ μαζί σας μερικές εικόνες, ασπρόμαυρες και έγχρωμες, από την Εκθεση.
Τα πυροτεχνήματα. Για πολλά χρόνια τα εγκαίνια και η λήξη της ΔΕΘ ήταν οι δύο μοναδικές ευκαιρίες για να δεις πυροτεχνήματα στη Θεσσαλονίκη. Εβγαινε ο κόσμος στα μπαλκόνια και περίμενε να σκάσει το πρώτο. Ακουγες επιφωνήματα θαυμασμού. Ηταν το πιο συναρπαστικό θέαμα της παιδικής μου ηλικίας, εκεί στα ’70ς.
Η μαύρη μπίρα, τα λουκάνικα και το λούνα παρκ. Για έναν αδιευκρίνιστο λόγο, στη Θεσσαλονίκη έβρισκες μαύρη μπίρα μόνο κάθε Σεπτέμβριο, στους χώρους Εκθεσης. Οι γονείς ρουφούσαν μπίρα, τα παιδιά το λουκάνικο με την πικρή μουστάρδα και κατηφόριζαν στο λούνα παρκ, εκεί που σήμερα βρίσκεται στο Βελλίδειο Συνεδριακό Κέντρο. Μεγάλο λούνα παρκ με στοιχεία εμποροπανήγυρης. Εφερναν ζώα. Και μία σκηνή με φίδια. Και έναν τύπο που ξάπλωνε στο χαλίκι και τον πατούσε ένα αυτοκίνητο. Ο πατέρας μου τον ρώτησε αν θα άντεχε να τον πατήσει και η πεθερά του, η γιαγιά μου.
Τα αυτοκίνητα. Ηταν, στα αλήθεια, η μεγαλύτερη έκθεση αυτοκινήτων στη χώρα. Κουρσάρες, κανονικές. Και αυτό που μου έχει μείνει είναι μία τεράστια, στα δικά μου μάτια, μαύρη Mercedes που έφερε, στο παρμπρίζ, πινακίδα από χαρτόνι διά της οποίας μαθαίναμε ότι το όχημα «επωλήθη εις τον ηθοποιόν Κώστα Βουτσά». Μα να ακουμπάς το αυτοκίνητο του Βουτσά; Εχω να το λέω ακόμα και σήμερα.
Τα περίπτερα των χωρών. Με αληθινούς Αμερικανούς, ψηλούς, ξανθούς, που χάριζαν καρφίτσες με την αστερόεσσα. Και μικρά σαπούνια. Ενδεχομένως πίστευαν ότι κάτι πρέπει να δώσουν στον κόσμο για να πλένεται πιο συχνά. Με αντίγραφο από τη σεληνάκατο και τις πραγματικές πέτρες από το φεγγάρι. Σοβιετικοί με αγροτικά μηχανήματα και φυλλάδια για τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού. Γάλλοι με μικρά μπουκάλια κρασί, μινιατούρες Citroen και πλαστικές σακούλες με τη σημαία τους.
Και οι πολιτικοί. Ο Καραμανλής, ο Ανδρέας, ο Μητσοτάκης, να ανηφορίζουν προς το κατάμεστο και ντουμανιασμένο Αλεξάνδρειο για τα εγκαίνια, ακολουθούμενοι από υπουργούς και κομματάρχες, διασχίζοντας μία αψίδα οπαδών. Ο μακαρίτης ο Γιάννης Κυριακίδης, ο φωτογράφος, με τη σκάλα στον ώμο και τα ίδια αστεία με κάθε πρωθυπουργό. Η δεξίωση στο «Παλατάκι», την παραλιακή βασιλική κατοικία, με τους προύχοντες και τους βλαχοδήμαρχους να πέφτουν πάνω στο μπουφέ με τις γαρίδες. Πριν πάνε στο «Παλατάκι», έπαιρναν το δείπνο στο «Μακεδονία Παλλάς». Την επομένη ήταν η συνέντευξη Τύπου στη Ρέμβη με την πρώτη ερώτηση να ανήκει παραδοσιακά στη «Μακεδονία». Η τελευταία ΔΕΘ του Ανδρέα στο Βελλίδειο. Με ολόκληρη επιχείρηση για να ανέβει τα σκαλιά, όπου είχε τοποθετηθεί και ειδική μπάρα, αλλά ο πρόεδρος δεν τη χρειάστηκε. Ανέβηκε υποβασταζόμενος από τη Δήμητρα.
Και τέλος τα πλήθη, πριν αρχίσουν να δραπετεύουν στη Χαλκιδική για να γλιτώσουν τη φασαρία. Χιλιάδες άνθρωποι, από τη Θεσσαλονίκη και όλη τη Βόρεια Ελλάδα, να συνωστίζονται στους χώρους της Εκθεσης και στα περιφερειακά αναψυκτήρια, συνοδεύοντας την μπίρα με σαλάμι και κασέρι. Ναι κασέρι ήταν, δεν θέλω σχόλια.