Θα μπορούσε να είναι κάτι σαν τεστ προσωπικότητας με ερωτήσεις και απαντήσεις πολλαπλών επιλογών. Για παράδειγμα, τι θα κάνατε αν θεωρούσατε ότι ο πατέρας σας σάς αδίκησε στη διαθήκη και άφησε περισσότερα στον αδελφό σας; Α) Θα καταριόσασταν τον αδελφό σας; Β) Θα βρίζατε τον πατέρα σας; Γ) Θα ξεφτιλίζατε τον συμβολαιογράφο που άνοιξε τη διαθήκη; Πώς θα αντιδρούσατε αν σας έπιαναν να κάνετε κάποια παρατυπία στην εταιρεία στην οποία εργάζεστε; Α) Θα λέγατε ότι το κάνατε για να χτυπήσετε τον καπιταλισμό εκ των έσω; Β) Θα κατηγορούσατε έναν άλλο συνάδελφό σας για κάτι άσχετο ώστε να δημιουργήσετε αντιπερισπασμό; Γ) Θα απειλούσατε αυτόν που, κατά τη γνώμη σας, σας κάρφωσε; Εάν ο λεκτικός τσαμπουκάς είχε χρώμα, αυτό θα ήταν: Α) Κόκκινο βαθύ του βύσσινου; Β) Κόκκινο ανοιχτό της φράουλας; Γ) Κόκκινο λαμπερό της επανάστασης; Ανάλογα λοιπόν με τις απαντήσεις, θα συγκεντρώνατε μια βαθμολογία που θα έδειχνε τι ποσοστό πολακισμού σας διέπει.
Ο Παύλος Πολάκης είναι ένας ανθρωπότυπος χαρακτηριστικός και αναγνωρίσιμος. Που ξεπερνάει τα όρια της πολιτικής και ξεπετιέται μπροστά σου σε οικογενειακά τραπέζια, σε επαγγελματικά meeting, στο αποκάτω διαμέρισμα. Είναι αυτός που, αφού έχει πληρώσει την ξαπλώστρα στην παραλία, θα βρίσει τον εργαζόμενο για την υψηλή χρέωση λες και καθορίζει αυτός τις τιμές. Που θα στήσει μεγάλο καβγά αν θεωρήσει ότι κάποιος του πήρε τη θέση στην ουρά μπροστά από ένα ταμείο. Που θα σκυλοβρίσει αυτόν που νόμισε ότι τον λοξοκοίταξε. Που θα πάει να χωρίσει δύο που πλακώνονται και πολύ γρήγορα αυτοί που θα πλακώνονται θα είναι τρεις. Που θα κάνει μεγάλη φασαρία για να επιβάλει ησυχία. Που θα επενδύσει αλαζονεία ακόμη και στην όποια αρετή του – κυρίως σε αυτήν. Και που έχει κάνει βασικό κανόνα επιβίωσης αλλά και επικοινωνίας το «Τον φόβο μου να ‘χεις». Ενας τύπος τον οποίο ο σοφός λαός περιγράφει με την έκφραση «Κάνε με τρελό να με φοβάται ο κόσμος».
Σε μία ιδανική κοινωνία αυτοί οι τύποι θα ήταν στο περιθώριο. Αλλά ιδανικές κοινωνίες δεν υπάρχουν. Πόσω μάλλον ιδανικά κόμματα. Και γι’ αυτό ο Παύλος Πολάκης, από μπράβος του ΣΥΡΙΖΑ και «μαύρη τρύπα» στην εικόνα του σύγχρονου δημοκρατικού κόμματος, έφτασε να είναι σήμερα ο αφανής, γενικός κουμανταδόρος του. Ισως και ο επόμενος αρχηγός του.
Και καλά ο Πολάκης. Είναι αυτό που είναι, που έχει εξαρχής δηλώσει, που ποτέ δεν προσπάθησε να κρύψει, που πότε δεν περιτύλιξε σε σελοφάν πολιτικού πολιτισμού. Οι άλλοι; Αυτοί που, έστω και σιωπηλά τάσσονται μαζί του; Που σκύβουν το κεφάλι και υποκύπτουν στους τσαμπουκάδες, τις απειλές, τους επικοινωνιακούς εκβιασμούς του αψύ Κρητικού; Τόσο απελπισμένοι είναι; Ή μήπως ο Πολάκης τους κρατάει από κάπου πολύ γερά – άντε να μην πω από πού.
Στα εφηβικά μου χρόνια είχα μία φίλη που την έλεγαν Παρασκευή, Παρασκευούλα, Βούλα. Συμπαθητικό κορίτσι αλλά καμία σχέση με τις εξωτικές καλλονές, τύπου Μαρίζα Μπέρενσον, που είχαν πέραση εκείνη την εποχή. Η φίλη λοιπόν νόμιζε ότι ο λόγος που δεν ήταν πολύ… δημοφιλής στα αγόρια ήταν το όνομά της. Το «Βούλα» της φαινόταν πολύ νοικοκυρίστικο την εποχή που ήταν της μόδας οι Τερέζες και οι Τζοάννες. Αποφάσισε λοιπόν να το αλλάξει. Και το έκανε Φρίντα. Από το Friday, σου λέει, που είναι η Παρασκευή στα Αγγλικά. Και προσδοκούσε ότι με αυτήν την αλλαγή θα έκαναν ουρά τα αγόρια μπροστά της. Φρίντα, Ξεφρίντα ωστόσο μηδέν εις το πηλίκο.
Την Παρασκευή που τη φώναζαν Βούλα, που μετά το έκανε Φρίντα και τώρα τη λένε Εύη, τη θυμήθηκα με αφορμή την αλλαγή του ονόματος του ΣΥΡΙΖΑ που εξήγγειλε στους πιστούς του ο Στέφανος Κασσελάκης. Και που δεν βρέθηκε κάποιος να του πει ότι η αλλαγή του ονόματος όχι απλώς δεν θα προσελκύσει ψηφοφόρους αλλά μπορεί και να απομακρύνει κάποιους. Για παράδειγμα, το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν η πρώην Ενωση Κέντρου. Ηταν ένα νέο κόμμα. Γι’ αυτό και πέτυχε. Οταν το ΠΑΣΟΚ έγινε ΚΙΝΑΛ και, κατά τα άλλα, έμεινε εντελώς το ίδιο, τα είδαμε τα χαΐρια του.