Η κοινωνική ατζέντα του ΠΑΣΟΚ ήταν η αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη για να αναπτυχθούν πολιτικές ισότητας των φύλων. Οι φεμινιστικές πιέσεις μέσα και έξω από το κόμμα ήταν καθοριστικές για τις θεσμικές αλλαγές που σημειώθηκαν κατά τις τρεις περιόδους αυτόνομης διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ. Ο στόχος της ιδρυτικής διακήρυξης (1974) για οικονομική και κοινωνική ισότητα των δύο φύλων πρόσφερε το υπόβαθρο για την ικανοποίηση βασικών αιτημάτων του μεταπολιτευτικού γυναικείου κινήματος, αλλά και των ευρωπαϊκών υποχρεώσεων της χώρας.
Κατά το διάστημα 1981-1989 το ΠΑΣΟΚ προώθησε την οικονομική ανεξαρτησία των γυναικών (γυναικείοι συνεταιρισμοί, σύνταξη στις αγρότισσες, κ.λπ.). Στο δίλημμα ισότητα των φύλων ή προστασία των γυναικών η ζυγαριά πλέον έγειρε υπέρ της πρώτης σημειώνοντας στροφή σε σχέση με τη συντηρητική παράταξη.
Το γυναικείο και φεμινιστικό κίνημα της εποχής έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ψήφιση των εμβληματικών νόμων για την αναθεώρηση του οικογενειακού δικαίου (1983) (διατήρηση επωνύμου, κατάργηση της προίκας, του αρχηγού της οικογένειας κ.λπ.), την ποινικοποίηση του βιασμού (1984) και τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων (1986). Στην τελευταία συνέβαλε αποφασιστικά η ΕΓΕ και η πρόεδρός της Μαργαρίτα Παπανδρέου, παρά τις αντιστάσεις πολλών μελών του κόμματος, της Εκκλησίας και του ιατρικού κατεστημένου.
Κατά το διάστημα 1993-2004 η ΕΕ ανέδειξε την απασχόληση των γυναικών σε παράγοντα ανάπτυξης ψηφίζοντας ευρωπαϊκές οδηγίες για ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών στην αγορά εργασίας (αμοιβές, πρόσβαση, προαγωγή κ.λπ.) και διαθέτοντας σημαντικές χρηματοδοτήσεις. Το ΠΑΣΟΚ αξιοποίησε τα κοινοτικά προγράμματα για την εργασιακή ένταξη των γυναικών περιλαμβανομένων και των μέτρων συμφιλίωσης εργασίας και οικογένειας (βρεφονηπιακοί και παιδικοί σταθμοί, ευέλικτα ωράρια κ.λπ.). Ο δείκτης απασχόλησης αυξήθηκε σημαντικά ακόμα και αν η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών προδιαγραφών προσέκρουε συχνά σε ρητές και άρρητες αντιστάσεις τόσο ορισμένων πολιτικών στελεχών όσο και της γραφειοκρατίας του δημόσιου τομέα.
Σε θεσμικό επίπεδο το ΠΑΣΟΚ πιστώνεται τη νομιμοποίηση των θετικών δράσεων κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος (2001) μετά από πιέσεις γυναικείων οργανώσεων πρωτοστατούσης της Αλίκης Μαραγκοπούλου. Ετσι άνοιξε ο δρόμος για τις ποσοστώσεις στα κέντρα αποφάσεων (επιτροπές, ψηφοδέλτια δημοτικών και εθνικών εκλογών κ.λπ.) που θεσμοθέτησε η αρμόδια υπουργός Βάσω Παπανδρέου.
Ας σημειωθεί ότι παρά την κυβερνητική αυτοδυναμία εσωτερικές αντιστάσεις εμπόδισαν το ΠΑΣΟΚ να κατεβάσει νόμο για την ενδοοικογενειακή βία (αυτό έγινε αργότερα, το 2006, από τη Νέα Δημοκρατία) και να επιβάλει τον πολιτικό γάμο ως τον μοναδικό αναγνωριζόμενο από το κράτος, πράγμα που θα ήταν συνεπές με την Ιδρυτική Διακήρυξή του για χωρισμό Εκκλησίας και κράτους.
Η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου το 2009 προτεραιοποίησε την καταπολέμηση της έμφυλης βίας αξιοποιώντας ευρωπαϊκούς πόρους για τη δημιουργία ενός πανελλαδικού δικτύου δομών για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Υπέγραψε τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης (2011), η οποία όμως τελικά κυρώθηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το 2018, ενώ εκπόνησε σχέδιο νόμου για την ουσιαστική ισότητα, το οποίο κατατέθηκε στη Βουλή πολύ αργότερα (2019).
Σήμερα, πιστεύω, το ΠΑΣΟΚ οφείλει να προβάλει απόψεις με πολιτική τόλμη συνεπή προς τα πεπραγμένα της πρώτης αυτόνομης κυβέρνησής του. Να εντάξει, δηλαδή, την έμφυλη διάσταση σε όλες τις δημόσιες πολιτικές επιδιώκοντας την ουσιαστική ισότητα με δραστική μείωση του έμφυλου χάσματος σε όλους τους τομείς (εργασία, χρήμα, χρόνος, γνώση, υγεία) και της έμφυλης βίας σε όλες τις μορφές της.
Ούτε η προτεραιότητα στη στήριξη της οικογένειας και του δημογραφικού (Νέα Δημοκρατία) αλλά ούτε ο καταγγελτικός λόγος και τα ευχολόγια σε περιβάλλον σεξιστικής ρητορικής προβεβλημένων στελεχών (ΣΥΡΙΖΑ) μπορούν να αντιμετωπίσουν τις έμφυλες διακρίσεις και ανισότητες που μαστίζουν την κοινωνία μας.
Η Μαρία Στρατηγάκη είναι ομότιμη καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου, αντιδήμαρχος Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Ισότητας στον Δήμο Αθηναίων και πρώην γενική γραμματέας Ισότητας των Φύλων (2009-2012)