Σε ηλικία 21 ετών κατάφερε να εκλεγεί στην δημοτική επιτροπή του Χάλαντεϊλ Μπιτς, μιας μικρής πόλης στη Φλόριντα των ΗΠΑ, καταδικάζοντας την αστυνομική βία και κάνοντας εκκλήσεις για μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη.
Ωστόσο, για μία από τις νεότερες εκλεγμένες αξιωματούχους στην ιστορία της Φλόριντα, Σαμπρίνα Τζαβελάνα, όλα αυτά θα εξελίσσονταν σε εφιάλτη στις αρχές του 2021.
Τότε ήταν που το πρωί της 5ης Φεβρουαρίου 2021, έλαβε ένα ασυνήθιστο μήνυμα από κάποιον άγνωστο, ενημερώνοντάς την ότι κάποιος μοιράζεται φωτογραφίες σας στο διαδίκτυο και μιλά εσάς με έναν… αρκετά γκροτέσκο τρόπο» και «ισχυρίζεται ότι είναι ένας από τους «φίλους» σου».
Η ίδια πάγωσε και με τη βοήθεια ενός φίλου έψαξε και πράγματι, βρήκε φωτογραφίες της, ακόμα και γυμνές, στον διαβόητο ιστότοπο 4chan. Φυσικά εκείνη δεν είχε δημοσιεύσει ποτέ τέτοιο υλικό του εαυτού της. Κάποιοι είχαν αντλήσει φωτογραφίες της από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις επεξεργάστηκαν, δημιουργώντας τα περίφημα deep fakes.
«Δεν ήξερα ότι αυτό ήταν κάτι που συνέβαινε σε ανθρώπους καθημερινά», είπε η Τζαβελάνα, στους New York Times, που ανέδειξαν το θέμα. Αναρωτήθηκε αν κάποιος άλλος είχε δει τις φωτογραφίες ή τα υβριστικά σχόλια στο διαδίκτυο.
Η ανακάλυψη των εικόνων άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο η ίδια συμπεριφερόταν στη δουλειά της. Η παρακολούθηση των δημοσιογραφικών εκδηλώσεων ήταν μέρος της δουλειάς της, αλλά τώρα ένιωθε άγχος κάθε φορά που κάποιος σήκωνε την κάμερα του να φωτογραφίσει. Ανησυχούσε μήπως οι δημόσιες εικόνες της θα μετατραπούν σε πορνογραφία, γι’ αυτό προσπαθούσε να ντύνεται με ψηλές μπλούζε και σακάκι, για να μην προκαλεί.
Αν και το εκμυστηρεύτηκε σε μερικούς φίλους λίγες μέρες μετά την ανακάλυψη των εικόνων, κράτησε το στόμα της κλειστό. Έμενε με τη μητέρα και τον αδερφό της, αλλά δεν άντεχε να τους πει. Ήταν μια οικογένεια Φιλιππινέζων Καθολικών που σπάνια μιλούσαν για ζητήματα σεξ.
«Ένιωθα ότι δεν είχα επιλογή για το τι συνέβη σε μένα ή τι συνέβη στο σώμα μου», είπε η Τζαβελάνα. Δεν είχε κανέναν έλεγχο στο ίδιο της σώμα, όπως έλεγε.
Την ημέρα που ανακάλυψε τις εικόνες, η Τζαβελάνα επικοινώνησε με το τοπικό αστυνομικό τμήμα, το οποίο την παρέπεμψε στο ειδικό τμήμα ηλεκτρονικού εγκλήματος στη Φλόριντα. Στο τηλέφωνο με τον νομικό σύμβουλο του τμήματος, η ίδια περιέγραψε την κατάσταση και έστειλε ένα σύνδεσμο με email στις εικόνες του 4chan.
Στο μεταξύ, απευθύνθηκε σε μια δικηγόρο που έχει εμπειρία σε ανάλογες υποθέσεις, την Κάρι Γκόλντμπεργκ, που έχει υπερασπιστεί με επιτυχία παρόμοια θύματα.
Ωστόσο, το νομικό γραφείο της Γκόλντμπεργκ, αφού αξιολόγησε την υπόθεση τις ανακοίνωσε ότι δεν είχε και πολλές νομικές λύσεις να δώσει. Η εταιρεία θα μπορούσε να στείλει ειδοποιήσεις του Digital Millennium Copyright Act (DMCA) στους ιστότοπους που φιλοξενούν το ψεύτικο υλικό, με το επιχείρημα ότι παραβιάζουν τα πνευματικά δικαιώματα της Τζαβελάνα, δίχως όμως να δεσμεύονται ότι θα συμμορφώνονταν.
Επιπλέον, δεν ήταν σαφές ότι η 21χρονη μπορούσε να επικαλεστεί παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων, καθώς η τεχνητή νοημοσύνη είχε τροποποιήσει σημαντικά την αρχική εικόνα.
Παρόλο που 47 πολιτείες είχαν ψηφίσει νόμους κατά της κατάχρησης προσωπικών φωτογραφιών, αυτοί οι νόμοι δεν ίσχυαν πάντα. Εν ολίγοις, η Τζαβελάνα δεν μπορούσε να κάνουν πολλά.
Ατυχώς για εκείνη, το ίδιο αποθαρρυντική ήταν και η αστυνομία. Ειδικοί πράκτορες εξήγησαν ότι δεν υπήρχαν ομοσπονδιακοί νόμοι κατά της δημιουργίας ή της διάδοσης μη συναινετικών ρητών deepfakes. Ούτε η Φλόριντα είχε πολιτειακό νόμο που να εμποδίζει τη δημιουργία του υλικού, έτσι τα χέρια τους ήταν δεμένα. Η δραστηριότητα δεν ήταν νομικά εγκληματική, οπότε οι αστυνομικοί έκλεισαν την υπόθεση.
Τότε η νεαρή είχε αρχίσει να πανικοβάλεται, καθώς είχε δουλέψει σκληρά για να δημιουργήσει μια καριέρα στην πολιτική για τον εαυτό της και να κερδίσει τον σεβασμό των παλαιότερων συναδέλφων της.
Τώρα κυριεύτηκε από ένα κύμα τρόμου, καθώς φανταζόταν τους ανθρώπους στο Δημαρχείο να εξετάζουν προσεκτικά τις φωτογραφίες. Και τι γίνεται με την οικογένειά της, τους φίλους της, τους γείτονές της; Αναρωτιόταν πως ακόμα και εάν έπειθε τους πάντες ότι οι εικόνες ήταν ψεύτικες, οι άνθρωποι στη ζωή της μπορεί να μην την έβλεπαν ποτέ με τον ίδιο τρόπο, ενώ μπορεί να μειώνονταν οι επαγγελματικές προοπτικές της;
Λίγο πριν ανακαλύψει τις εικόνες, είχε αποφασίσει να δώσει εξετάσεις στο δημόσιο για να πάρει δίπλωμα διδασκαλίας για να εργαστεί κάποιο σχολείο στην περιοχή της.
Ωστόσο, πλέον φανταζόταν τον εαυτό της να εξηγεί στους μελλοντικούς εργοδότες -ή στα μέλη της σχολικής επιτροπής- ότι κάποιος είχε δημιουργήσει ψεύτικες ασαφείς εικόνες χωρίς τη συγκατάθεσή της και ότι οι εικόνες ήταν ανοιχτά προσβάσιμες στο Διαδίκτυο.
Αλλά αν δεν αποκάλυπτε την ύπαρξη των εικόνων και κάποιος τις έδειχνε στο Διαδίκτυο, σχεδόν σίγουρα θα έχανε τη δουλειά της.
Τον Ιανουάριο του 2022, η Τζαβελάνα διάβαζε τις ειδήσεις για ένα νομοσχέδιο που έφερντε η Δημοκρατική γερουσιαστής της πολιτείας της Φλόριντα Λωρέν Μπουκ, που ποινικοποιούσε τα μη συναινετικά deepfakes στην πολιτεία. Αμέσως η Τζαβελάνα ήρθε σε επαφή με τη γερουσιαστή μέσω Twitter και προς μεγάλη της χαρά έλαβε απάντηση από τη γερουσιαστή.
Η Μπουκ τηλεφωνήθηκαν και συζήτησαν το νομοσχέδιο τηλεφωνικά και έκτοτε επικοινωνούσαν τακτικά. «Θεραπευόμασταν και περνούσαμε αυτό το πράγμα μαζί», είπε η Τζαβελάνα που είχε μια βρει μια ισχυρή σύμμαχο επιτέλους.
Τότε η γερουσιαστής της ζήτησε να καταθέσει υπέρ του νομοσχεδίου σε ακρόαση της επιτροπής και η Τζαβελάνα δέχτηκε. Βέβαια, ήταν μια εμπειρία δυσάρεστη καθώς έπρεπε να επαναλάβει ξανά ότι βίωσε. «Δεν ήθελα να κλάψω δημόσια, αλλά ήταν τόσο δύσκολο να μιλήσω γι’ αυτό», θυμάται η Τζαβελάνα.
Η κατάθεσή της κράτησε τρία λεπτά και το νομοσχέδιο… πέρασε στην επιτροπή με 8-0 ψήφους, Στη συνέχεια, αφού ψηφίστηκε ομόφωνα στη Βουλή και τη Γερουσία της Φλόριντα, και αφού έβαλε την υπογραφή του ο κυβερνήτης Ρον ΝτεΣάντις έγινε νόμος στις 24 Ιουνίου 2022.
Εκείνη την εποχή, τέσσερις άλλες πολιτείες -η Βιρτζίνια, η Χαβάη, η Καλιφόρνια και το Τέξας- είχαν θεσπίσει νόμους κατά της διάδοσης των deepfakes.
Ωστόσο, δεν σταμάτησε να φτιάχνεται βρώμικο υλικό εις βάρος της. Πλέον όμως, είχει αποφασίσει να μην κινηθεί ελικά να μην κινηθεί νομικά. Ο νόμος δεν είχε αναδρομική ισχύ, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούσε να ασκήσει αγωγές μόνο για εικόνες που διανεμήθηκαν μετά τη θέσπισή του. Ο τεράστιος όγκος του υλικού ήταν τρομακτικός και θα έπρεπε να καταθέσει μήνυση για κάθε μεμονωμένη θέση. το κόστος της πρόσληψης δικηγόρου για τον εντοπισμό κάθε παρενοχλητή ήταν απαγορευτικό.
«Απλώς δεν τελειώνει ποτέ», είπε η ίδια, καταλήγοντας…«Απλά πρέπει να το αποδεχτώ».