Από την κλιματική αλλαγή, τις μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις του καλοκαιριού, αλλά και τους αστάθμητους παράγοντες που μπορούν να πλήξουν την παγκόσμια τουριστική βιομηχανία περνούν οι εξελίξεις της φετινής τουριστικής χρονιάς για την Ελλάδα και τις άλλες ανταγωνίστριες χώρες.
Το θετικό ξεκίνημα της χρονιάς, με άνοδο των αεροπορικών κρατήσεων και του οδικού τουρισμού, οδήγησε στην εκτίμηση ότι οι φετινές τουριστικές αφίξεις θα ξεπεράσουν τα 35 εκατομμύρια, αυξημένες κατά 7% σε σχέση με το 2023.
Με την είσοδο στην «υψηλή περίοδο» (20 Ιουλίου – 25 Αυγούστου), οι εκτιμήσεις αυτές επιβεβαιώνονται πλέον και ως προς το σκέλος των τουριστικών εσόδων, με τους εκπροσώπους του κλάδου να αναμένουν αύξηση έως και 10% στις περσινές εισπράξεις των 20,5 δισ. ευρώ.
Την ίδια στιγμή, τις θετικές επιδόσεις του κλάδου «σκιάζουν» αγωνιώδεις συζητήσεις με επίκεντρο μείζονα ζητήματα, όπως του φαινομένου του υπερτουρισμού, των κλιματικών αλλαγών, της εύρεσης προσωπικού, των βιώσιμων πρακτικών και της παροχής ποιοτικών υπηρεσιών με υποδομές που θα αντέχουν. Σημειώνεται ότι στις κλιματικές αλλαγές περιλαμβάνονται πλέον και τα φαινόμενα των πολύ υψηλών θερμοκρασιών.
«Το 2010 υποδεχτήκαμε περίπου 15 εκατομμύρια επισκέπτες, πέρυσι ο αριθμός ήταν υπερδιπλάσιος και πρέπει πλέον να διαχειριστούμε τη μεγάλη αύξηση που εκτιμάται ότι θα είναι σε μόνιμη βάση» λένε εκπρόσωποι του ξενοδοχειακού κλάδου, με τους αριθμούς να επιβεβαιώνονται και από τις τελευταίες εκτιμήσεις της Εθνικής Τράπεζας. Σύμφωνα με αυτές, ο ελληνικός τουρισμός θα μπορούσε να έχει φέτος 35 εκατομμύρια αφίξεις (+7% έναντι του 2023) και εισπράξεις της τάξεως των 22 δισ. ευρώ.
Πάντως, οι επιδόσεις των αεροδρομίων της χώρας, μέχρι στιγμής, δείχνουν «απογείωση» του ελληνικού τουρισμού. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ), το πρώτο εξάμηνο του 2024 έκλεισε με άνοδο της επιβατικής κίνησης κατά 11,4% σε σχέση με πέρυσι. Συγκεκριμένα, το σύνολο των επιβατών (Eλληνες και ξένοι) στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου 2024 έφτασε τα 30.594.981 έναντι 27.463.127 επιβατών το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2023.
Τα αεροδρόμια που υποδέχονται το μεγαλύτερο όγκο τουριστών είναι το «Ελευθέριος Βενιζέλος» και ακολουθούν το Ηράκλειο, η Ρόδος, η Κέρκυρα, η Θεσσαλονίκη, η Κως, τα Χανιά, η Ζάκυνθος, η Σαντορίνη και η Μύκονος. Στην πρώτη θέση, όσον αφορά τις χώρες προέλευσης των ξένων επισκεπτών, βρίσκεται το Ηνωμένο Βασίλειο και ακολουθούν η Γερμανία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Ολλανδία, το Ισραήλ και η Ελβετία.
Σε ό,τι αφορά το επόμενο διάστημα, τα στοιχεία του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙNSETE) και του OAG (κορυφαίου παρόχου ψηφιακών πληροφοριών για πτήσεις, αεροδρόμια και αεροπορικές εταιρείες) δείχνουν ότι για την περίοδο Ιουνίου – Οκτωβρίου 2024 οι προσφερόμενες αεροπορικές θέσεις σε πτήσεις από το εξωτερικό προς τα ελληνικά αεροδρόμια αντιστοιχούν σε 21,764 εκατομμύρια, αυξημένες κατά 8% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2023.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εκτιμήσεις των τουριστικών φορέων και για τα μεγάλα αθλητικά γεγονότα του καλοκαιριού, το Euro 2024 που ολοκληρώθηκε πρόσφατα στα γήπεδα της Γερμανίας και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού, που ξεκίνησαν την Παρασκευή.
Οι διοργανώσεις αυτές, σε δύο από τις σημαντικότερες αγορές εξερχόμενου τουρισμού για τη χώρα μας, αναμένεται να παίξουν τον δικό τους ρόλο στις μετακινήσεις των ευρωπαίων τουριστών.
Ειδικότερα, στην περίπτωση των Ολυμπιακών Αγώνων, η χώρα μας εκτιμάται ότι μπορεί να επωφεληθεί από τα συνδυαστικά ταξίδια θεατών από πιο μακρινές αγορές, οι οποίοι μπορούν να συνδυάσουν τους Αγώνες στο Παρίσι και με άλλους προορισμούς στον ευρωπαϊκό Νότο, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Ηδη ο ξενοδοχειακός κολοσσός της Accor, με έδρα τη Γαλλία κι ένα δίκτυο άνω των 3.150 ξενοδοχείων, με σχεδόν 358.000 δωμάτια για τη γεωγραφική περιοχή της Ευρώπης και της Β. Αφρικής, έχει καταγράψει τέτοιου είδους ζητήσεις για φέτος, συμπεριλαμβανομένων και ελληνικών προορισμών.