Πριν από λίγους μήνες, όποιος έμπαινε στη Βασιλική Ακαδημία Τέχνης του Λονδίνου, θα έβλεπε μπροστά σε ένα τραπέζι και θα μάθαινε για ένα σοκαριστικό κοινωνικό πείραμα.
Τοποθετημένο σαν βωμός και σκεπασμένο με ένα λευκό πανί, έχει πάνω του 69 αντικείμενα.
Ορισμένα από αυτά τα αντικείμενα συνδέονται με την απόλαυση – ένα ποτήρι, ένα κερί, ένα τριαντάφυλλο. Άλλα προκαλούν πόνο – ένα όπλο, μια σφαίρα, αλυσίδες, μια σειρά από κοφτερά μαχαίρια.
Είναι από το Rhythm 0, ένα έργο της performance Μαρίνας Αμπράμοβιτς – η οποία έγινε η πρώτη γυναίκα που έχει ατομική έκθεση σε όλες τις κύριες αίθουσες του μουσείου.
Το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Νάπολη το 1974 και η Μαρίνα Αμπράμοβιτς δήλωσε τον εαυτό της ως αντικείμενο.
Στη συνέχεια έδωσε εντολή στο κοινό να χρησιμοποιήσει πάνω της πάνω της όπως επιθυμούσε, τα αντικείμενα που βρισκόντουσαν πάνω στο τραπέζι επί έξι ολόκληρες ώρες.
Η ίδια στεκόταν μερικά βήματα πιο πίσω, εντελώς ακίνητη και με το βλέμμα κολλημένο στο άπειρο.
Μεταξύ άλλων ένα σφυρί, ένα τσεκούρι, ένα ψαλίδι, ένα μαχαίρι, ένα κουδούνι, ένα φτερό, ένα πιρούνι, ένας καθρέφτης, ένα άρωμα, ένα καπέλο, ένα τριαντάφυλλο, ένα αρνίσιο κόκαλο, ένα σάλι, ζάχαρη, μέλι, κραγιόν, καρφίτσες, βελόνες, μια εφημερίδα και μια φωτογραφική μηχανή.
Πάνω στο τραπέζι υπήρχε ακόμα ένα πιστόλι και δίπλα του μια σφαίρα.
Στην αρχή το κοινό της συμπεριφέρεται φιλικά και με ευγένεια.
Της δίνει ρόλους, την αγκαλιάζει, την φιλάει, την χαϊδεύει, προσπαθεί να την κάνει να γελάσει. Την βάζει να κάτσει ή να ξαπλώσει.
Όσο περνάει η ώρα, ωστόσο, και με δεδομένο πως η Αμπράμοβιτς δεν αντιδρά σε οτιδήποτε και αν της κάνουν, τα πράγματα αρχίζουν και σοβαρεύουν.
Το κοινό αντιδρούσε πιο επιθετικά.
Μετά η κατάσταση αγρίεψε. Της έσκισαν τα ρούχα. Την χλεύασαν. Την παρενόχλησαν σεξουαλικά, ενώ εκείνη στέκεται εκεί μόνη της, με δάκρυα να γεμίζουν τα μάτια της.
Κάποιος της κάρφωσε το μαχαίρι κοντά στο καβάλο ενώ ένας άλλος την χαράκωσε το λαιμό και ρούφηξε το αίμα της.
Τα πράγματα έδειχναν να ξεφεύγουν από κάθε έλεγχο όταν κάποιος από το κοινό πήρε το όπλο, έβαλε μέσα την σφαίρα και στη συνέχεια έβαλε την Αμπράμοβιτς να το κρατήσει και να το στρέψει στο λαιμό της.
Μετά από έξι ώρες η Αμπράμοβιτς άρχισε να κινείται και να περπατά ανάμεσα στον κόσμο.
Πολλοί έφυγαν. Όσοι έμειναν έστρεφαν το βλέμμα τους με αποστροφή προς άλλη κατεύθυνση. Κανείς δεν μπορούσε να δει αυτό που ο ίδιος λίγο νωρίτερα είχε δημιουργήσει.
Η ίδια είπε «είναι φοβερό, πόσο βίαιοι γίνονται οι άνθρωποι σε ανθρώπους που δεν προβάλλουν καμία αντίσταση και πόσο εύκολα μπορεί ένας φυσιολογικός άνθρωπος να δεχτεί βία από κάποιον που θεωρεί εντελώς φυσιολογικό…».
Το έργο αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης σειράς Ρυθμών που κατασκευάστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και εξέταζε την έννοια του ελέγχου.
Οι παραστάσεις αντλούν από την αυστηρή ανατροφή της Αμπράμοβιτς στη μεταπολεμική Γιουγκοσλαβία, η οποία μεγάλωσε από γονείς που ήταν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της σοσιαλιστικής κυβέρνησης.
«Μεγάλωσα με απίστευτο έλεγχο, πειθαρχία και βία στο σπίτι. Όλα ήταν ακραία», έχει πει η ίδια. Οι Ρυθμοί διερευνούν την αυστηροποίηση των κανόνων σε μια αυταρχική κοινωνία, αλλά και το πώς είναι να είσαι γυναίκα σε μια βαθιά μισογυνική κουλτούρα.
Το Rhythm 0 ήταν μια συγκλονιστική υπενθύμιση των ανθρώπων που ζουν καθημερινά υπό τον φόβο της κακοποίησης.