Η ήττα του Ταγίπ Ερντογάν και του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές της περασμένης Κυριακής ήταν καθαρή. Είναι, μάλιστα, η πρώτη φορά στα 21 χρόνια διακυβέρνησης της Τουρκίας από τον Ερντογάν που το ΑΚΡ χάνει την πρωτιά σε πανεθνικό επίπεδο από τους κεμαλιστές του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP).
Oπως σημειώνει η «La Repubblica», αρκεί μια σύγκριση του πολιτικού χάρτη που προέκυψε έπειτα από αυτή την αναμέτρηση με τον αντίστοιχο των προεδρικών και βουλευτικών εκλογών που διεξήχθησαν τον Μάιο του 2023 για να διαπιστώσει κανείς την υποχώρηση που σημείωσε το κυβερνών κόμμα. Και, ταυτόχρονα, τα κέρδη για τον βασικό του αντίπαλο που, μέσα σε διάστημα μικρότερο του ενός έτους, κατάφερε να ελέγχει ολόκληρο το τμήμα της χώρας που βρίσκεται δυτικότερα της «γραμμής» που περνά νοητά από την Αγκυρα και ενώνει τη Μεσόγειο με τη Μαύρη Θάλασσα – αποτυπώνοντας μια Τουρκία διχασμένη.
«Το πρώτο μάθημα από αυτές τις εκλογές είναι πως η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις δύο Τουρκίες αναδεικνύεται πιο καθαρά και έντονα. Από τη μία η βαθιά Τουρκία, είναι αυτή στην οποία κυριαρχεί ο τόνος του Ισλάμ και, έτσι, ευθυγραμμίζεται κυρίως με τον Ερντογάν και το κόμμα του ΑΚΡ. Από την άλλη, η δυτική και παράκτια Τουρκία, πιο κοσμική και φιλελεύθερη, που κλίνει προς έναν πιο ανοιχτό τρόπο ζωής και ενδιαφέρεται για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τα δικαιώματα των γυναικών. Πρόκειται για μια παγιωμένη πραγματικότητα» τονίζει στο ρεπορτάζ του ο Λούσιο Καρατσιόλο.
Ο παραπάνω διχασμός δεν μπορεί να οδηγήσει αυτομάτως στο συμπέρασμα ότι η νέα πολιτική πραγματικότητα που τείνει να διαμορφωθεί θα εκφραστεί και σε ριζική αλλαγή της εξωτερικής πολιτικής που ακολουθεί η Αγκυρα. «Η γραμμή που χωρίζει τις δύο Τουρκίες δεν έχει ένα ξεκάθαρο γεωπολιτικό προφίλ. Κι αν έχει, είναι κάτι που μένει να αποδειχθεί» γράφει χαρακτηριστικά.
Το ερώτημα που τίθεται πρακτικά δεν αφορά μόνο τον Ιμάμογλου, ο οποίος δεν είναι – ή δεν δείχνει να είναι – λιγότερο ισλαμιστής από τον Ερντογάν και συχνά επικαλείται αποσπάσματα από το Κοράνι στις δημόσιες εμφανίσεις του. Εχει να κάνει κυρίως με το CHP, το οποίο επανειλημμένως έχει αποδείξει ότι στα βασικά ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής διαφοροποιείται από το ΑΚΡ όχι στην ουσία, αλλά σε δευτερεύοντα ζητήματα και στον τόνο που χρησιμοποιούν τα κορυφαία στελέχη του.
Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι τόσο ο πρώην όσο και ο νυν ηγέτης των κεμαλιστών δεν έχουν εκφράσει άλλη θέση ούτε για το Παλαιστινιακό ούτε για τις διαρκείς επεμβάσεις στη Συρία και το Ιράκ και την παρουσία τουρκικών στρατευμάτων στο έδαφος των δύο χωρών, ούτε στο Κουρδικό – ούτε, βεβαίως, απέναντι στην Κύπρο και την Ελλάδα.