Η αυτοδικία, δηλαδή το λιντσάρισμα, ήταν φρικτή πράξη ακόμα και στις ταινίες γουέστερν. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να αποδίδει δικαιοσύνη – και συνήθως δεν είναι δικαιοσύνη η βία του όχλου. Δεν είναι ευχάριστο πράγμα η πίσσα και τα πούπουλα ούτε στον Λούκι Λουκ. Και προφανώς δεν είναι ευχάριστο πράγμα στις κοινωνίες μας, οι οποίες έχουν ολόκληρο δικαιοδοτικό σύστημα που δίνει στους κατηγορουμένους τη δυνατότητα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους σε πολλά επίπεδα, ακριβώς από τον φόβο μήπως τελικά αδικηθεί κάποιος αθώος.
Αλλά εκτός αυτής της πρόνοιας για τους κατηγορουμένους, οι δημοκρατικές κοινωνίες επινόησαν ένα ευρύτερο σύστημα προστασίας των κατηγορουμένων από το κράτος, το οποίο επειδή συχνά πέφτει στα νύχια άδικων εξουσιών θα μπορούσε να χρησιμοποιεί τις δομές του για να διώκει αντιπάλους του. Για να μη συμβαίνει αυτό, επινοήθηκε το σύστημα διάκρισης των εξουσιών. Η Δικαιοσύνη δεν (πρέπει να) έχει σχέση με το κράτος. Γι’ αυτό, άλλωστε, πριν από μέρες έπεσε γέλιο όταν ο Στέφανος Κασσελάκης ζητούσε την παρέμβαση του Πρωθυπουργού κατά δικαστικού ο οποίος, στο ακροατήριο, έκανε ερωτήσεις κόντρα στο στερεότυπο που αποδέχεται ο άλλοτε πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. (Το ότι συζητάμε συχνά αν όντως είναι η Δικαιοσύνη ανεξάρτητη, αν ο τρόπος εκλογής της ηγεσίας των δικαστών διασφαλίζει αυτή την ανεξαρτησία είναι, ακριβώς, συνέπεια αυτής της δημοκρατικής επιλογής – και η ανάγκη εμβάθυνσης της δημοκρατικής αυτής κατάκτησης έχει κι αυτή τη σημασία της.)
Συνέπεια της ιδιαίτερης σημασίας της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης είναι η αναφορά και της κομμουνιστικής και κομμουνιστογενούς Αριστεράς στο τεκμήριο της αθωότητας των κατηγορουμένων. Φτάσαμε μάλιστα στο σημείο να μιλάμε για το τεκμήριο της αθωότητας καθ’ ομολογίαν τους ενόχων, όπως των αδελφών Ξηρών, στη συνέχεια και του Κουφοντίνα, μετά την εξάρθρωση της τρομοκρατικής «17 Νοέμβρη». Κάποιοι μάλιστα πολίτες με πολιτική δράση στη ριζοσπαστική Αριστερά πήγαν στο δικαστήριο να υπερασπιστούν τους κατά συρροήν δολοφόνους της τρομοκρατίας, χωρίς αυτό να έχει επιπτώσεις ούτε στη ζωή τους ούτε στην πολιτική τους καριέρα, επειδή οι επιλογές τους ήταν επιλογές που τις περιλαμβάνει η δημοκρατία.
Αλλά βέβαια η Αριστερά δεν ήταν πάντα δημοκρατική – εξαιτίας αυτού μάλιστα, τα χρόνια της Κατοχής και της Απελευθέρωσης ευνόησε τη λειτουργία λαϊκών δικαστηρίων και δημιούργησε την ΟΠΛΑ, έχρισε δηλαδή ομάδες «εκτελεστών» προσώπων που θεωρήθηκαν συνεργάτες των Γερμανών και άλλων «εγκληματιών κατά του λαού», νομιμοποιώντας στην ουσία το δικό της βίαιο αφήγημα. Η ίδια λογική, της αυτοδικίας, υποκίνησε τις βίαιες ενέργειες κατά πολιτικών και πολιτών τα χρόνια της χρεοκοπίας και των μνημονίων – τη βία που είναι καλή ή κακή, ανάλογα από τη μεριά στην οποία βρίσκεσαι, κατά τη διατύπωση που αποδίδεται στον Αλέξη Τσίπρα.
Ο γενικός αυτός δημοκρατικός κανόνας συμπεριλαμβάνει τους πάντες, σε όλες τις περιπτώσεις. Και τον τέως περιφερειάρχη Θεσσαλίας, Κώστα Αγοραστό, ο οποίος ξυλοκοπήθηκε ενώ πήγαινε σε συμβούλιο της Περιφέρειας. Τον χτύπησαν συγγενείς θυμάτων του δυστυχήματος των Τεμπών, άνθρωποι που έχουν θλίψη και οργή – αλλά δεν νομίζω ότι δικαιούται κανείς, ακόμα και θλιμμένος και οργισμένος, να λύνει έτσι διαφορές. Το λιντσάρισμα είναι βάρβαρη πρακτική.
Πολύ περισσότερο που κάποια πρόσωπα μπήκαν στο κάδρο λόγω μιας πολιτικής και κοινωνικής μνησικακίας, συνδαυλισμένης από πολιτικούς χώρους οι οποίοι, κατά τα άλλα, επικαλούνται όταν τους συμφέρει το τεκμήριο αθωότητας. Η μνησικακία δεν συνετρίβη ολοσχερώς την περασμένη δεκαετία. Που σημαίνει ότι το μέτωπο κατά της βαρβαρότητας απαιτεί συνεχή εγρήγορση.
Τα Χριστούγεννα είναι εποχή που κάνουμε δώρα βιβλία. Οι εφημερίδες δημοσιεύουν λίστες με επιλογές – ήδη το έκαναν τα «ΝΕΑ». Εγώ όμως σήμερα θα κάνω κάτι διαφορετικό: θα γίνω υποκειμενικός και θα μιλήσω για τα βιβλία φίλων που μόλις κυκλοφόρησαν – βιβλία που, ούτως ή άλλως, αξίζουν.
Ξεχωρίζω: το ιστορικό δοκίμιο του Νίκου Αλιβιζάτου «Μαυροκορδάτος και Τρικούπης, Βενιζέλος και Καραμανλής: Οι αρχιτέκτονες του πολιτεύματος – Από τις όχθες του Τάμεση στην πλατεία Συντάγματος» (Μεταίχμιο), ένα βιβλίο που μας εξοικειώνει με τις θεμελιώδεις ιδέες του Συντάγματός μας. Την ιστορική έρευνα της Ελένης Μπεζέ «”Νέα Ζωή”. Ελληνες Εβραίοι μετά τη Σοά (1944-1955)» (Αγρα), για τα υπολείμματα μιας κοινότητας που εξοντώθηκε στα στρατόπεδα θανάτου. Την «Τέχνη του μυθιστορήματος. Δαμάζοντας τα κείμενα» (Επίκεντρο) του Μάκη Καραγιάννη. Το βιβλίο του Θόδωρου Π. Παπαθεοδώρου «Δίκαιο μετανάστευσης. Ενωσιακή πολιτική για τη μετανάστευση» (Νομική Βιβλιοθήκη). Τη συλλογή δοκιμίων του Ευάγγελου Βενιζέλου «Πολιτική θεολογία και συνταγματική ηθική» (Αρμός). Τα φιλοσοφικά δοκίμια του Θανάση Γιαλκέτση «Περιπλανήσεις στην επικράτεια των ιδεών» (Πόλις), με πολλά κείμενα για την Αριστερά. Το φιλοσοφικό κείμενο πολεμικής της Αλεξάνδρας Δεληγιώργη «Νύχτα και ομίχλη. Μ. Χάιντεγκερ, ο μεταφυσικός του μηδενισμού και οι αντιπλατωνιστές επίγονοί του» (Αρμός).
Υπάρχουν πολλά ακόμα σημαντικά βιβλία φίλων – θα προσπαθήσω να τα συμπεριλάβω στο σημείωμα της Δευτέρας.