Είχα σταματήσει να κάνω συναυλίες – λόγω κορωνοϊού, αλλά και της εργασίας που είχα για την προετοιμασία της ταινίας (σ.σ. «The Lost Daughter»). Φυσικά μου αρέσει η σκηνή. Εχω ζήσει πάρα πολλά πράγματα από μικρή ηλικία. Στα 22 μου έπαιζα στο Θέατρο Βράχων, στον Λυκαβηττό, έπειτα στο Ηρώδειο. Ακολούθησαν περιοδείες στην Αμερική, στη Γαλλία, στο Βέλγιο. Πολλά από αυτά ίσως να μην τα ξέρει ο κόσμος διότι δεν τα διαφήμιζα. Την περίοδο της καραντίνας που βρισκόμουν στην Ελλάδα άρχισα να έχω προτάσεις για συναυλίες. Σε αυτό το πλαίσιο με είχε πλησιάσει η Εταιρεία για τη Σκλήρυνση Κατά Πλάκας και δεν γινόταν να αρνηθώ. Εχω στο περιβάλλον μου άτομα που πάσχουν από την ασθένεια και ξέρω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν. Ηταν τιμή μου να τραγουδήσω.
Ναι, όπως την εθελοντική ομάδα «Σύμπλευση» που κάνει αξιέπαινο έργο. Πηγαίνουν σε δύσκολες περιοχές όπως σε νησιά, με φουσκωτά και τους παρέχουν πολλές υπηρεσίες – εκτός από τις ιατρικές – αφού συμμετέχουν ζωγράφοι, ψυχολόγοι κ.ά. Οταν μου είπαν ότι θέλουν να βάλουν τη μουσική μου στα πλάνα των ντοκιμαντέρ τους και αντιλήφθηκα τι ακριβώς κάνουν, είπα ότι είναι το λιγότερο που μπορώ να προσφέρω. Τους ζήτησα να συμμετάσχω σε κάποια δράση τους και πήγα μαζί τους. Στην Ηρακλειά, για παράδειγμα, εγκαινιάσαμε μια παιδική χαρά. Επίσης μια ανάλογη συνεργασία έχω και με τη «Μέριμνα».
Πάντα είχα αυτή την ανησυχία, αλλά όταν ξεκινούσα, η δισκογραφική στην οποία ανήκα προστάτευε με έναν δικό της τρόπο την εικόνα μου. Η αλήθεια είναι πως όταν αρχίζεις μια καλλιτεχνική πορεία, μπορεί να σε διαλύσουν εύκολα. Εγώ επίσης δεν είχα ισχυρές άμυνες, αν μου πρότεινες κάτι μπορούσα ν’ ανταποκριθώ μόνο για να ζήσω την εμπειρία. Η ομάδα που συνεργαζόμουν τότε είχε αποφασίσει να δημιουργήσει ένα συγκεκριμένο προφίλ για μένα: «Θα είσαι η Monika, θα γράφεις τη μουσική σου, θα κάνεις αυτές τις συνεντεύξεις κ.λπ.». Στη συνέχεια πήγα στην Αμερική όπου τα πράγματα κύλησαν επίσης εύκολα. Μπορεί κάποιος να πει «σιγά και τι πέτυχες;». Εγώ το θεωρώ τύχη να έχω την ευκαιρία να παίξω έστω σ’ ένα μπαρ 50 ατόμων. Επέστρεψα στην Ελλάδα, έκανα οικογένεια, μεσολάβησε η πανδημία και διαπιστώνω ότι το να δίνω μια συγκεκριμένη εικόνα, ενώ ήμουν κάτι άλλο, δεν μπορούσα να το υποστηρίξω. Ηθελα να βγάλω τον αληθινό μου εαυτό.
Βέβαια. Για παράδειγμα, υπήρχε μια γραμμή – από την εταιρεία – «η Monika δεν δίνει τηλεοπτικές συνεντεύξεις» για να δημιουργηθεί ένας μύθος. Κανένας δηλαδή να μη γνωρίζει την αληθινή Monika, παρά μόνο αυτή της μουσικής. Μεγαλώνοντας όμως διαπίστωσα ότι δεν έχω κάτι να φοβηθώ από την τηλεόραση. Δεν χρειάζεται να είμαι κάποια άλλη από αυτή που είμαι πραγματικά. Ξέρω ποια είμαι στα 39 μου χρόνια, τι έχω κάνει και τι μπορώ να πετύχω αν θέλω. Το να εκτεθώ δεν με απασχολεί, ενώ παλαιότερα δεν έπρεπε για να υπηρετήσω μια συγκεκριμένη εικόνα. Στην εποχή των social media που προσφέρουν τέτοια πρόσβαση και αμεσότητα, ποια είμαι εγώ να πουλήσω κάτι διαφορετικό; Ηταν σαν να κορόιδευα τον εαυτό μου. Είχα κουραστεί και να το συζητάω.
Φυσικά, γιατί συνεργάστηκα με άλλους ανθρώπους και είδα πόσο απλά είναι τα πράγματα. Επειτα μεσολάβησαν και άλλες εμπειρίες όπως το ναυάγιο που είχα. Ξέρεις, εγώ μόνο μουσική ήθελα να κάνω! Δεν μπορεί να γίνεται τόσο περίπλοκο επειδή έγραψα μια μέρα ένα τραγούδι. Αρχισα να σκέφτομαι ότι δεν γίνεται αυτό που αγαπώ απόλυτα, να μου προκαλεί τόσα προβλήματα.
Ναι, φυσικά. Πάντα όμως κάτι κερδίζεις και κάτι χάνεις. Εχασα τον «μύθο» της εικόνας μου, κέρδισα όμως την αρμονία μέσα μου. Συγκινούμαι όταν με σταματάει κόσμος στον δρόμο και μου μιλάει για τη μουσική μου. Αναρωτιέμαι πώς με γνωρίζουν από τη στιγμή που εμφανίζομαι τόσο λίγο. Μπορεί να εκτίθεμαι πιο εύκολα σήμερα, αλλά η μουσική παραμένει σ’ ένα πολύ υψηλό επίπεδο.
Στην Αμερική ξεκίνησα με τους καλύτερους οιωνούς. Επιχειρώντας ν’ αξιοποιήσω τις ευκαιρίες που δημιουργήθηκαν για να κάνω δισκογραφία, διαπίστωσα ότι δεν μπορούσα εξαιτίας των συμβολαίων που είχα και με δέσμευσαν στην Ελλάδα. Τότε κατάλαβα πόσο ασφυκτικοί ήταν οι όροι που είχα υπογράψει. Για να σου δώσω μια τάξη μεγέθους, ενώ είχα πλατινένιους δίσκους και έκανα sold out συναυλίες, μου απέφεραν ελάχιστα.
Οχι μόνο αυτό, αλλά ήταν δεσμευμένα και τα δικαιώματα των τραγουδιών μου. Ηταν εξοργιστικό να μην μπορώ να τα αφήσω στα παιδιά μου. Μέσα από τη νομική οδό και με την υποστήριξη του συζύγου μου κατάφερα να πάρω τον έλεγχο ξανά της δουλειάς μου.
Και άδικο! Ηταν ο λόγος που ήθελα να σταματήσω τη μουσική. Είχα απογοητευτεί. Τελικά όμως ούτε αυτές οι δυσκολίες μπόρεσαν να με κρατήσουν μακριά από την τέχνη μου.
Με αυτή τη στήριξη – και των δικών μου ανθρώπων – συνέχισα και οδηγήθηκα σε κάτι πολύ σημαντικό: έζησα γρήγορα την επιτυχία, αλλά τώρα πρέπει να κατακτήσω τη μουσική με αργά και σταθερά βήματα. Και το έκανα χωρίς δεύτερη σκέψη και συνεχίζω!