Το πρώτο τρένο υψηλής ταχύτητας που συνδέει απευθείας το Παρίσι με το Βερολίνο αναχώρησε στις 9:55 π.μ. χθες το πρωί από τον σταθμό Γκαρ ντελ Εστ της γαλλικής πρωτεύουσας (τοπική ώρα) για να φθάσει στον Χάουπτμπανχοφ της γερμανικής μητρόπολης στις 6:03 το απόγευμα.
Ηταν μια ιστορική στιγμή που σηματοδότησε μια νέα σύνδεση η οποία μπαίνει με όρους ισχυρού ανταγωνισμού στην κόντρα με τις αερομεταφορές, χωρίς να μπορεί να αναμετρηθεί μεν μαζί τους σε οικονομία χρόνου αφήνοντάς τες όμως θεαματικά πίσω όσον αφορά το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα.
Η σύνδεση αποτελεί ταυτόχρονα απάντηση και σε μια ευρύτερη δυναμική προτίμησης που δείχνει το επιβατικό κοινό στους σιδηροδρόμους.
Η Λεά Μπαντέρ δεν δίστασε να επιλέξει τη νέα γραμμή από το Παρίσι, έχοντας το τσέλο της στην πλάτη και μαζί τα δύο μικρά παιδιά της. Την προτιμά από το αεροπλάνο γιατί είναι μεν ένας πιο αργός τρόπος ταξιδιού αλλά πιο άνετος στα μάτια της.
«Για πρώτη φορά στη σιδηροδρομική ιστορία μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας», οι δύο πρωτεύουσες «συνδέονται ημερήσια απευθείας από το κέντρο της μιας στο κέντρο της άλλης με τρένο υψηλής ταχύτητας», ανέφερε η κρατική σιδηροδρομική εταιρεία της Γαλλίας (SNCF).
Ωστόσο ο ερυθρόλευκος συρμός δεν είναι ένα γαλλικό TGV αλλά η γερμανική του εκδοχή (ICE) μετά τη σύμπραξη της γαλλικής με τη γερμανική εθνική εταιρεία σιδηροδρόμων (Deutsche Bahn). Το ταξίδι παραμένει μεγάλο αφού διαρκεί λίγο πάνω από 8 ώρες.
Η σύνδεση εξυπηρετεί επίσης το Στρασβούργο στη Γαλλία και στη Γερμανία τους σταθμούς της Καρλσρούης και της Φρανκφούρτης. Μέχρι χθες δεν υπήρχε αμαξοστοιχία που να συνδέει απευθείας το Παρίσι με το Βερολίνο και η σιδηροδρομική σύνδεση περιελάμβανε τουλάχιστον μία αλλαγή.
Το τρένο προς την αντίθετη κατεύθυνση αναχώρησε από το Βερολίνο στις 11:54 χθες πριν το μεσημέρι. Ο Κέβιν Κερν, ένας 33χρονος Βερολινέζος, πλήρωσε περίπου εκατό ευρώ για το εισιτήριό του. «Για το περιβάλλον, είναι καλύτερα να ταξιδεύουμε με το τρένο», εξηγεί.
«Η καλή γερμανογαλλική συνεργασία είναι η ραχοκοκαλιά μιας ενωμένης Ευρώπης», δήλωσε ο Ρίχαρντ Λουτζ, διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bahn κατά τη χθεσινή επίσημη πρώτη. «Η νέα απευθείας σύνδεση ICE μεταξύ Βερολίνου και Παρισιού είναι σύμβολο αυτής. Προσφέρουμε έτσι στους επιβάτες μας ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο στις διεθνείς μεταφορές μεγάλων αποστάσεων». Ο Ζαν-Πιερ Φαραντού της SNCF, τόνισε επίσης ότι οι οκτώ ώρες της διαδρομής εκτιμάται ότι δεν θα τρομάξουν τους ταξιδιώτες καθώς υπάρχει μια ενισχυόμενη τάση προτίμησης στα σιδηροδρομικά ταξίδια.
Στην πράξη η νέα σύνδεση μειώνει μόλις κατά λίγα λεπτά την ταχύτερη σύνδεση με μία αλλαγή μεταξύ των δύο πρωτευουσών. Τα τρένα τρέχουν με ταχύτητα έως και 320 χλμ. την ώρα στη Γαλλία, αλλά αυτή η ταχύτητα πέφτει στο μέγιστο των 250 χλμ. την ώρα στη Γερμανία, ανταποκρινόμενη απλώς στον ισχύοντα κανονισμό για τα όρια των σιδηροδρομικών ταξιδιών με τρένα υψηλής ταχύτητας.
Οι εταιρείες SNCF Voyageurs και Deutsche Bahn είχαν ανακοινώσει αυτή τη νέα σύνδεση τον Μάιο του 2022. Αρχικά ο προγραμματισμός λειτουργίας της ήταν για τα τέλη του 2023. Τον Σεπτέμβριο 2024, η ημερομηνία των εγκαινίων ορίσθηκε τελικά για τις 16 Δεκεμβρίου, με τιμή εισιτηρίου τα 59,99 ευρώ στη δεύτερη θέση και τα 69,99 ευρώ στην πρώτη θέση.
Οι τιμές θα καθορίζονται στην πράξη από ένα σύστημα που ορίζει το αντίτιμο με βάση το ποσοστό πληρότητας των τρένων. Κοινός τόπος, τον οποίο προβάλλουν και οι δύο σιδηροδρομικές εταιρείες είναι ένα δυνατό οικολογικό επιχείρημα, καθώς η σύνδεση Παρίσι – Βερολίνο με τρένο εκπέμπει 2 κιλά CO2 ανά επιβάτη, έναντι 200 κιλών που αντιστοιχεί στον κάθε επιβάτη σε ένα αεροπορικό ταξίδι.
Ως επιταχυντής για τη σιδηροδρομική επέκταση αλλά και τη μείωση των τιμών λειτουργεί η αυξημένη προτίμηση των επιβατών για τα ταξίδια με το τρένο.
στην ανάγκη για πολύ περισσότερες μετακινήσεις που εξερράγη μετά την πανδημία του Covid-19 και παραμένει ψηλά παρά τον πληθωρισμό, καθώς εκτιμάται ότι οι Ευρωπαίοι περικόπτουν δυσκολότερα τις μετακινήσεις τους σε σχέση με άλλα έξοδα.
Επίσης η επιλογή του τρένου σε αντίθεση με το αεροπλάνο εξαπλώνεται μεταξύ εκείνων που ανησυχούν όλο και περισσότερο για το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα.
Επίσης οι σύγχρονες συνθήκες τηλεργασίας που επίσης αναπτύχθηκαν θεαματικά την περίοδο της πανδημίας διαμορφώνουν αντίστοιχες ανάγκες μετακίνησης σε μεγάλες αποστάσεις.