Πριν από λίγες ημέρες («ΤΑ ΝΕΑ», 4/12/2024), είχα αναφερθεί στην πρωτοβουλία της Νέας Αριστεράς, μιας από τις συνιστώσες του εξαερούμενου ΣΥΡΙΖΑ, να προτείνει την υποψηφιότητα του Χρήστου Ράμμου για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Οπως είχε μάλιστα δηλώσει ο πρόεδρος του κόμματος, Αλέξης Χαρίτσης, θα ήταν το πρόσωπο διά του οποίου θα στελνόταν «ένα ηχηρό μήνυμα για την υπεράσπιση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου στη χώρα μας». Σημείωνα μάλιστα ότι, «αν όντως ο παλαιός αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας και σήμερα επικεφαλής της ΑΔΑΕ έχει συμφωνήσει, δηλώνει ότι ο ρόλος του επικεφαλής μιας ανεξάρτητης αρχής δεν είναι ελεγκτικός της εξουσίας αλλά ευθέως πολιτικός, άρα ότι οι θέσεις που διατυπώνει έχουν πολιτικό κίνητρο και δεν είναι αμιγώς αποτέλεσμα της νομικής του σκευής και της θεσμικής του υποχρέωσης, στο πλαίσιο της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών».
Χθες, ο Χρήστος Ράμμος, αφού παραδέχτηκε ότι υπήρχε συνεννόηση για την ανακοίνωση του προσώπου του, δήλωσε ότι τελικά δεν θα είναι υποψήφιος, επειδή «επικράτησαν οι μικροπολιτικοί υπολογισμοί και οι κομματικές στρατηγικές, αντιπαραθέσεις και διενέξεις».
Διαβάζω και ξαναδιαβάζω τη δήλωσή του και δεν πιστεύω ότι ο επικεφαλής της ΑΔΑΕ επιβεβαιώνει (χωρίς βασανιστήρια) το συμπέρασμά μου. Αδυνατώ δηλαδή να πιστέψω ότι, στην πραγματικότητα, ο επικεφαλής μιας ανεξάρτητης Αρχής αποδέχεται για τον εαυτό του τον ρόλο του μοναχικού υπερασπιστή της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, έτσι ώστε να πιστεύει ότι του ταιριάζει ο ρόλος που ετοίμασε γι’ αυτόν ο επικεφαλής ενός κόμματος το οποίο, όταν κυβερνούσε, συμμετείχε στην απόπειρα ελέγχου της Δικαιοσύνης και του Τύπου.
Ο Χρήστος Ράμμος, δηλαδή, αυτοπροβάλλεται ως εγγυητής της διασφάλισης της «εμπιστοσύνης» στους θεσμούς, κ.λπ. Εκτός από το θεσμικό φάουλ που επισήμανα, προδίδει και μια αλαζονεία. Πόσο μάλλον που ως τώρα δεν έχουμε δει ούτε άλλες υποψηφιότητες, προτεινόμενες από τα άλλα κόμματα, ούτε τα δικά τους «σκεπτικά». Τούτων μη δοθέντων, πώς το «σκεπτικό» που αναλύει και υπερασπίζεται ο επικεφαλής της ΑΔΑΕ αποφαίνεται ότι αυτές οι υποψηφιότητες θα είναι «μικροκομματικές» και μόνο η δική του είναι «υπερκομματική»;
Η σχετική δημόσια συζήτηση που προηγήθηκε της απόσυρσης της υποψηφιότητάς του, με τα μέσα που χρησιμοποίησαν ορισμένοι («δολοφονία χαρακτήρα» κ.λπ.), απομείωσαν τη δυναμική της «στην κοινωνία». Επιπλέον, η συγκεκριμένη πρόταση υποψηφιότητας για την προεδρία, όπως και οποιαδήποτε άλλη ακολουθήσει, δεν απευθύνεται στην «κοινωνία». Κατά τη συνταγματική τάξη, για τον ορισμό Προέδρου της Δημοκρατίας δεν αποφασίζει η «κοινωνία» αλλά, επειδή η προεδρική εκλογή είναι έμμεση, το Κοινοβούλιο. Δηλαδή, τα κόμματα.
Αυτή η θεσμική σύγχυση για το ποιος αποφασίζει αποκαλύπτει, μάλλον ακούσια, τον πυρήνα του «σκεπτικού» διά του οποίου προτάθηκε (και το οποίο υπερασπίστηκε χθες) ο Χρήστος Ράμμος. Οντως, ο αντικειμενικός στόχος ήταν η «κοινωνία». Στόχος, δηλαδή, ήταν η προεδρική εκλογή να επαναφέρει στη συζήτηση μια άλλη ατζέντα (δικαιώματα κ.λπ.), η οποία, συνδυαζόμενη με την υποτιθέμενη συγκυρία, τη διατήρηση δηλαδή στη συζήτηση θέσεων για το κράτος δικαίου, τις υποκλοπές κ.λπ., να προσλάβει αντιδεξιό, δηλαδή αντιμητσοτακικό συμβολισμό.
Αυτή είναι η πολιτική στρατηγική της συγκεκριμένης πρότασης. Μια ακόμα επιχείρηση ανατροπής των πολιτικών συσχετισμών. Εν προκειμένω, μάλιστα, στο όνομα ενός «νέου λαϊκού μετώπου», μιας στρατηγικής που θα ενταθεί για να επιβιώσει ό,τι ριζοσπαστικό έχει απομείνει από τα σπαράγματα του ΣΥΡΙΖΑ. Στο βάθος, δηλαδή, στόχος είναι η προοπτική υπονόμευσης της πολιτικής σταθερότητας, την επαναφοράς στο προσκήνιο της κινηματικής αντίληψης περί αντιπαράθεσης.