Στις αρχές του περασμένου Ιουλίου μια μεγάλη διαδικτυακή συζήτηση είχε ανοίξει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μεταξύ σμερικανών πολιτών: Δημοφιλείς εμπορικές αλυσίδες όπως τα CVS και τα Walmarts είχαν αρχίσει να εμπλουτίζουν τα ράφια τους με χριστουγεννιάτικα είδη διακόσμησης – κι ας απέμεναν περισσότεροι από πέντε μήνες για την έλευση των εορτών. Ηταν άραγε νωρίς ή μήπως ποτέ δεν είναι νωρίς για να μας αγγίξει το πνεύμα των Χριστουγέννων;
Η διαμάχη μεταξύ των φανατικών της πιο αναμενόμενης γιορτής του έτους και εκείνων που υποστηρίζουν ότι ο πρόωρος στολισμός μάς στερεί τις υπόλοιπες στιγμές του χρόνου αντανακλά την ακραία εκδοχή μιας τάσης που τα τελευταία χρόνια τείνει να εδραιωθεί: τον ολοένα και πιο πρόωρο στολισμό για τη γιορτή των Χριστουγέννων. Ακόμη και στην Ελλάδα, λίγες μόλις μέρες μετά την 28η Οκτωβρίου, χριστουγεννιάτικα δέντρα άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους σε εμπορικά κέντρα, φωτεινές γιρλάντες να πλαισιώνουν βιτρίνες ενώ οι διαφημίσεις με άρωμα Χριστουγέννων έχουν μπει δυναμικά στην καθημερινότητά μας. Μεγάλα παιχνιδάδικα έχουν ήδη αφιερώσει ολόκληρους ορόφους σε εορταστικά είδη, στα ζαχαροπλαστεία πωλούνται μελομακάρονα και κουραμπιέδες από τις πρώτες μέρες του Νοεμβρίου και τα μπαλκόνια που φωτίζονται τα βράδια από χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια αυξάνονται διαρκώς.
Αρκετοί υποστηρίζουν ότι πρόκειται για την έσχατη εμπορευματοποίηση μιας γιορτής. Σύμφωνα με τα στοιχεία, πέρυσι, κατά την περίοδο των Χριστουγέννων, οι έμποροι στις ΗΠΑ είχαν έσοδα 1,1 τρισ. δολάρια, ποσό που φέτος αναμένεται να αυξηθεί στα 1,3 τρισ. δολάρια, ενώ οι μέσες δαπάνες κατ’ άτομο για δώρα, φαγητά, ταξίδια εκτιμάται ότι θα φτάσουν τα 1.638 δολάρια – με το 25% του συνόλου να προβλέπεται να δαπανήσει έως και 3.000 δολάρια. Αλλοι θεωρούν ότι αυτό που προβάλλεται είναι η ψυχολογική ανάγκη για επιμήκυνση της εορταστικής ατμόσφαιρας. Το ένα δεν αποκλείει το άλλο, εξηγούν οι ειδικοί, υπενθυμίζοντας ότι τα Χριστούγεννα του 2020, εν μέσω μιας παγκόσμιας πανδημίας με τραγικό απολογισμό που ασκούσε τεράστια πίεση στον παγκόσμιο πληθυσμό, οι χριστουγεννιάτικοι στολισμοί έκαναν την εμφάνισή τους νωρίτερα από ποτέ.
Το ερώτημα που κυριαρχεί είναι το «ποιος μπορεί να ορίσει την έναρξη των στολισμών»… Σύμφωνα με τους ιστορικούς, στην Ευρώπη, κατά τη βικτωριανή εποχή τα χριστουγεννιάτικα δέντρα στολίζονταν στα σπίτια την παραμονή των Χριστουγέννων ακολουθώντας τα γερμανικά έθιμα. Στις ΗΠΑ, η παράδοση ορίζει ότι η επομένη της Ημέρας των Ευχαριστιών αποτελεί την αφετηρία για να ξεκινήσουν οι χριστουγεννιάτικοι στολισμοί. Οι παραδόσεις, όμως, έχουν πλέον καταλυθεί, ενώ παράλληλα αναδύεται και μια δεύτερη τάση, η αύξηση όσων κρατούν το χριστουγεννιάτικο δέντρο στο σπίτι τους στολισμένο καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Στο θέμα έχει αναφερθεί η αμερικανίδα ψυχολόγος Deborah Serani, η οποία υποστηρίζει ότι η χριστουγεννιάτικη διακόσμηση «δημιουργεί μια νευρολογική μεταβολή που μπορεί να παράγει ευτυχία. Αυξάνει την ντοπαμίνη, την ορμόνη της χαράς». Οπως επισημαίνει η ίδια, ο χριστουγεννιάτικος στολισμός ενεργοποιεί την ορμόνη της χαράς με σύμμαχο τα έντονα φώτα και τα χρώματα. Αλλωστε, ένας ολόκληρος κλάδος της νευρολογίας, η νευρο-αρχιτεκτονική, εξετάζει ακριβώς αυτό, το πώς η αισθητική του περιβάλλοντος μπορεί να επηρεάσει την ανθρώπινη συμπεριφορά.
Επίσης, όπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» η ψυχολόγος Στέλλα Αργυρίου, «είναι πολύ βασικό το θέμα της νοσταλγίας. Σε συνθήκες ψυχικής έντασης, όπως αυτή που δημιουργεί η καθημερινότητά μας, ενεργοποιούνται βασικοί μηχανισμοί άμυνας και ένας από τους βασικότερους μηχανισμούς είναι η παλινδρόμηση σε συνθήκες θαλπωρής που είχαμε όταν ήμασταν παιδιά. Είναι μια γιορτή που μας ξυπνά αναμνήσεις από την παιδική ηλικία τις οποίες θέλουμε να ξαναζήσουμε. Τέτοιες στιγμές αναζητούμε επίσης ένα “καταφύγιο”, αναζητούμε τρόπους για να κάνουμε την παραμονή μας στο σπίτι – η οποία πλέον γίνεται όλο και μικρότερη λόγω ρυθμών ζωής – πιο ευχάριστη. Και ας μην ξεχνάμε ποιο είναι το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων» λέει η κυρία Αργυρίου. «Είναι η συνάντηση και η επικοινωνία με τους δικούς μας ανθρώπους – ο στολισμός είναι ένα κίνητρο για να οργανώσουμε αυτές τις συγκεντρώσεις που τόσο πλέον μας λείπουν».