Ο τελευταίος μήνας του καλοκαιριού επιφύλασσε μια σχεδόν πλήρη ανατροπή του σκηνικού, ιδίως σε διεθνές επίπεδο. Η ουκρανική αντεπίθεση εντός του ρωσικού εδάφους, αμέσως μετά την παραλαβή νέων οπλικών συστημάτων από τους δυτικούς συμμάχους (με μόνη σκιά τις ξαφνικές επιφυλάξεις της Γερμανίας), αλλάζει τα ψυχολογικά δεδομένα και φιλοδοξεί να προσδώσει διαπραγματευτική ισχύ στην ως τώρα μόνο αμυνόμενη χώρα. Σε πρώτη φάση, ωστόσο, έφερε κλιμάκωση του πολέμου, με ένταση της ρωσικής επίθεσης σε κρίσιμες ζώνες της Ουκρανίας, βαρείς βομβαρδισμούς που φτάνουν ως το Κίεβο, αναζωπύρωση της πυρηνικής απειλής κι αναβολή οποιασδήποτε σκέψης για διαπραγμάτευση. Στη Μέση Ανατολή, νέοι «παίκτες» μπαίνουν διαρκώς στη σύρραξη, το Ισραήλ παραμένει αμετακίνητο στην ακραία θέση του περί «ολοκληρωτικής νίκης», ενώ, κι εδώ, τα θύματα διαρκώς αυξάνονται και οι προϋποθέσεις ειρήνευσης δυσχεραίνονται. Η πιο εντυπωσιακή ανατροπή, πάντως, σχετίζεται με τις εκλογές που σε μεγάλο βαθμό θα κρίνουν την τύχη και των πολέμων και του πλανήτη: η (διόλου ομαλή) αποχώρηση Μπάιντεν και η (απρόβλεπτα αναζωογονητική) υποψηφιότητα της Κάμαλα Χάρις άλλαξαν εντελώς τους όρους της αναμέτρησης κι έφεραν τον Τραμπ σε ρόλο δευτεραγωνιστή που αγκομαχά. Πέρα από την άμεση και διδακτική – τα πρόσωπα και οι ηγετικές τους ικανότητες μετράνε – μετατροπή μιας άχρωμης κι υποτιμημένης αντιπροέδρου σε αστραφτερή κι ελπιδοφόρα υποψήφια πρόεδρο, αυτό που έχει σημασία είναι το εκλογικό αποτέλεσμα: συνεχίζοντας να κρέμεται από ελάχιστες ψήφους σε ελάχιστες Πολιτείες εντός μιας βαθύτατα πολωμένης χώρας, είναι εντελώς ανοικτό.
Αλλά και πέραν των «μεγάλων μετώπων», αν περιμέναμε μια απόδειξη για τη σκλήρυνση του αυταρχισμού σε συνθήκες διεθνούς έντασης, το καλοκαίρι που φεύγει μας την πρόσφερε. Χάος και προσωρινή κυβερνητική υποχώρηση στην Ινδονησία, λόγω δυο «τηλεκατευθυνόμενων», και αντιδημοκρατικών, αποφάσεων του Συνταγματικού Δικαστηρίου – το ζήτημα της (μη) ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, που ταλανίζει, σε διαφορετικό βαθμό, χώρες από τις ΗΠΑ ως την Ελλάδα, συνιστά μέγα πρόβλημα δημοκρατίας. Οπως πρόβλημα δημοκρατίας συνιστά και η αυξανόμενη χρήση της τεχνολογίας, ειδικά του διαδικτύου και της τεχνητής νοημοσύνης, για προπαγάνδα και διαστρέβλωση της αλήθειας: μέσα στον Αύγουστο, ο Μασκ, δικαιολογώντας τον τίτλο του ως «Τραμπ των αγορών», έριξε όλο το βάρος της αυτοκρατορίας του υπέρ του πραγματικού Τραμπ, εξύβρισε τον βρετανό πρωθυπουργό και τη βρετανική δημοκρατία, καθώς και τον ευρωπαίο επίτροπο Ανταγωνισμού και ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση, μπλέχτηκε στις εκλογές στη Βενεζουέλα, στήριξε τον ημίτρελο πρόεδρο της Αργεντινής και γενικά αναδείχθηκε, υπό το φως των δικών του προβολέων, σε μη εκλεγμένο αλλά εξαιρετικά επιδραστικό παράγοντα της διεθνούς Ακροδεξιάς. Δημοκρατικά επικίνδυνη είναι και η τροπή που πήραν τα πράγματα στην Ευρωπαϊκή Ενωση, παρά το γρήγορο «κλείσιμο» των ηγετικών θέσεων για τη νέα θητεία: για πρώτη φορά, ένας ηγέτης που ασκεί την εξάμηνη προεδρία της Ενωσης, ο Ούγγρος Ορμπάν, θαυμαστής κι αυτός του Τραμπ, κάνει πολιτική κόντρα σε όλες τις αρχές και τις συμφωνίες της Ενωσης, ενώ τις παραινέσεις της εκ νέου προέδρου της Επιτροπής για υποβολή γυναικείων υποψηφιοτήτων παρέβησαν 11 κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων και η ελληνική. Κακά μαντάτα φέρνουν, επίσης, οι έβδομες στη σειρά εκλογές που έρχονται, χωρίς να λύνουν τίποτα, στη Βουλγαρία, και κυρίως η παράλληλα εντεινόμενη αδυναμία των δυο «ατμομηχανών» της Ενωσης: πολιτική, λόγω ακυβερνησίας, στη Γαλλία, οικονομική, λόγω ακαμψίας, στη Γερμανία. Η δημοκρατική ανθρωπότητα δεν έχει την πολυτέλεια να «χάσει» την Ευρώπη σε μια τόσο δύσκολη στιγμή.