Κάποιοι δυσανασχέτησαν με το κιτς, δεν το περίμεναν από την πόλη του ραφιναρισμένου γούστου. Αλλοι προσβλήθηκαν επειδή οι παριζιάνοι διοργανωτές προμόταραν τη woke κουλτούρα. Πολλοί τόνωσαν το εθνικό τους φρόνημα συγκρίνοντας την αποτυχημένη κατά τους ίδιους προσπάθεια των Γάλλων να εκπλήξουν με την τελετή έναρξης του 2004.
Το ελληνικό πολιτικό σύστημα σχολίασε κι εκείνο το θέαμα – λαμβάνοντας υπόψη τις προτιμήσεις του εκλογικού ακροατηρίου της δικής του κομματικής πλευράς, είτε ύμνησε την «αιωνία Ελλάδα», είτε στηλίτευσε το μπέρδεμα του ολυμπιακού πνεύματος με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Παρά την απόσταση που χωρίζει τις οπτικές τους γωνίες, λοιπόν, οι περισσότεροι ένιωσαν το λαϊκό αίσθημα. Είκοσι χρόνια πριν, βέβαια, δεν είχε καταγραφεί ανάλογη ομοθυμία. Μια γρήγορη ανασκόπηση εκείνων των ημερών το επιβεβαιώνει.
«Το απόγευμα καλεσμένος στον Νίκο Χατζηνικολάου, στο δελτίο ειδήσεων. Με στήνει μια ολόκληρη ώρα, γιατί το πάνελ είχε πάρει φωτιά με το σκάνδαλο Κεντέρη – Θάνου. Οταν τελικά με βγάζει στον αέρα, για μισό δευτερόλεπτο. Με αφήνει να μιλήσω ελάχιστα, αλλά βρίσκει τον χρόνο να κάνει την κριτική του. “Η τελετή έκανε κοιλιά”. “Την κοιλιά της εγκύου εννοείτε”, τού απαντώ”».
Το απόσπασμα είναι από το ημερολόγιο που έγραψε ο Δημήτρης Παπαϊωάννου στη Lifo για το 2004. Κι αποτυπώνει με τον πιο παραστατικό τρόπο πώς είδε τότε ο μέσος Ελληνας την τελετή για την οποία τώρα φουσκώνουν τα σόσιαλ μίντια από περηφάνια. Το βλέμμα του άλλαξε κυρίως αφού άρχισαν να τυπώνονται εγκωμιαστικά σχόλια στον ξένο Τύπο για το κατόρθωμα των Ελλήνων – αφού, δηλαδή, χρειάστηκε να ξαναδεί το βίντεο από το ΟΑΚΑ μέσα από τα μάτια των άλλων.
Ακόμη κι η τελετή λήξης, στην οποία ο σκηνοθέτης είχε φροντίσει να εντάξει στοιχεία διαμορφωτικά της νεοελληνικής κουλτούρας, είχε ενοχλήσει ορισμένους. Το Datsun με τα καρπούζια έστελνε το λάθος μήνυμα για τη χώρα, έλεγαν οι επικριτές της. Στα «ΝΕΑ» είχε χαρακτηριστεί «φολκλορικό εθνοπάρτι».
Δύο δεκαετίες είναι φυσικά αρκετές για να αναθεωρήσει κανείς μια πρώτη, βιαστική, εντύπωση. Οι εμπειρίες των χρόνων που μεσολάβησαν, άλλωστε, έπεισαν και τους πιο δύσπιστους ότι η Ελλάδα βρισκόταν εντός του μέλλοντός της – κι έκαναν άλλους να μελαγχολήσουν για τις χαμένες ευκαιρίες. Γι’ αυτό, είναι χρησιμότερο τέτοιες συζητήσεις να γίνονται αντικειμενικά. Αλλά και χωρίς να λησμονείται πως παρελθόν είναι ό,τι θυμόμαστε, ό,τι νομίζουμε πως θυμόμαστε ή ό,τι προσποιούμαστε πως θυμόμαστε.