Υπάρχει μια αντικειμενική αλήθεια: τα τελευταία δέκα χρόνια, ο πολιτικός χώρος που μετράει τις περισσότερες εκλογικές διαδικασίες είναι το ΠΑΣΟΚ.
Βάζοντας κάτω κάθε παραβάν, από τις εθνικές εκλογές, τις ευρωεκλογές, τα δημοψηφίσματα, τις αυτοδιοικητικές έως τις εσωκομματικές αναμετρήσεις, μιλάμε για δώδεκα προεκλογικές περιόδους, δύο εκ των οποίων είχαν στόχο την ανάδειξη της νέας ηγεσίας.
Το ΠΑΣΟΚ, επομένως, παράγει εκλογικό περιεχόμενο και μαζί, παράγει καμπάνιες, από περισσότερο ή λιγότερο έμπειρα στελέχη, που σήμερα βρίσκονται μπροστά σε ακόμα μια κάλπη εντός των τειχών. Την πιο κρίσιμη στην ύστερη περίοδο του κόμματος, γιατί πλέον δεν συζητείται η επιβίωσή του, αλλά ο τρόπος και το πρόσωπο που θα το καταστήσουν και πάλι πρωταγωνιστή των εξελίξεων. Πώς κάνει καμπάνια, λοιπόν, ένας έμπειρος κεντροαριστερός;
Η ουσία μιας κεντροαριστερής εκστρατείας βασίζεται σε τέσσερις άξονες: πρόσωπο, επικοινωνία, οργάνωση, πρόγραμμα. Το πρώτο είναι μάλλον σαφές – σε μια χώρα του νότου, όπως η Ελλάδα, που είναι πιο επιρρεπής σε όσα πρεσβεύει ο ίδιος ο υποψήφιος παρά στη συγκρότηση του κόμματος, το πρόσωπο πρέπει να έχει και προφίλ και επιχείρημα.
Ο σημερινός πρόεδρος, ο Νίκος Ανδρουλάκης, έχει από την πρώτη στιγμή κάνει σαφές πως η άνοδος βήμα – βήμα του κόμματος των τελευταίων ετών είναι και δικό του επίτευγμα και έτσι φιλοδοξεί να συνεχίσει, χωρίς μαγικές λύσεις ξαφνικής ανόδου, οι οποίες στην οπτική του δεν υπάρχουν.
Στο πρόσωπό του, όμως, επιχειρεί να συσπειρώσει και όσους πασόκους θεωρούν πως το αποτέλεσμα των εκλογών δεν ήταν και τόσο άσχημο για το κόμμα και παράλληλα δεν τους άρεσε ο άγαρμπος τρόπος με τον οποίον τέθηκε το θέμα ηγεσίας λίγες ώρες μετά το αποτέλεσμα της κάλπης.
O Χάρης Δούκας προβάλλει το επιχείρημα της νίκης στην Αθήνα σε ένα κόμμα που έχει να δει νίκη σε οποιοδήποτε μέτωπο από το 2009, μιλώντας παράλληλα για «άνοιγμα» του ΠΑΣΟΚ πέρα από τα κλειστά του όρια με βάση το μοντέλο της πρωτεύουσας.
Ο Παύλος Γερουλάνος έχει το χαρτί της κοινοβουλευτικής παρουσίας και του σοβαρού προφίλ εντός και εκτός κόμματος, επιμένοντας στην αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ ήδη από το 2018, ενώ η Αννα Διαμαντοπούλου έχει την κυβερνητική εμπειρία, αλλά και την απουσία από τα πασοκικά τεκταινόμενα, που για άλλους είναι αρνητικό σημείο και για άλλους θετικό.
Ο Μιχάλης Κατρίνης είναι ο μόνος βουλευτής από την περιφέρεια και ο μόνος που μιλάει ανοιχτά για μια ενιαία παράταξη με τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ η Νάντια Γιαννακοπούλου μπαίνει «σφήνα» στο ακροατήριο υπέρ της αυτονομίας.
Υποτονικοί επικοινωνιακά
Στην επικοινωνία, αναζητείται πάντα ένας καλός δημιουργός περιεχομένου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης – ακόμα κι αν, όπως ο Ανδρουλάκης, έχει κανείς επιλέξει ένα πιο ήσυχο ψηφιακό προφίλ, προβάλλοντας περισσότερο την πολιτική.
Μέχρι τώρα, επικοινωνιακά, οι υποψήφιοι έχουν όντως μείνει σχετικά υποτονικοί: ο Γερουλάνος παίζει με το προφίλ του 2009, που του είναι γνώριμο, ο Δούκας έχει το #πάμεΧάρη από τη φράση που χρησιμοποίησε ο Μανώλης Χριστοδουλάκης για να δηλώσει πως τον στηρίζει, ενώ ο Κατρίνης (που θέλει να προβάλει ως η πιο αριστερή υποψηφιότητα) αξιοποιεί τη γραμματοσειρά με την οποία ξεκίνησε, στην πρώτη της καμπάνια, η προοδευτική βουλευτής των Δημοκρατικών Αλεξάντρια Οκάζιο Κορτέζ, και έπειτα αξιοποίησαν και διάφοροι έλληνες πολιτικοί – με βασικό τον Νάσο Ηλιόπουλο στην καμπάνια για τον Δήμο Αθηναίων.
Πολύ πράσινο παίζει στο φόντο της Αννας Διαμαντοπούλου –ενδεχομένως ως μια υπενθύμιση πως η ίδια βρισκόταν πάντα σε σοσιαλδημοκρατικό έδαφος. Οργανωτικά, τα πράγματα κυλούν μάλλον πιο εντατικά, για τις τελευταίες πινελιές πριν απ’ τον νεκρό χρόνο του Αυγούστου.
Ο Ανδρουλάκης έχει στο πλευρό του τον οργανωτικό μηχανισμό που δεν θεωρείται αμελητέος από κανέναν εκ των υποψηφίων του, ενώ ο Γερουλάνος επιχειρεί να συγκεντρώσει το μεγαλύτερο μέρος των ψηφοφόρων που δεν έχουν ψηφίσει ποτέ Ανδρουλάκη (με στηρίξεις και από το παπανδρεϊκό μπλοκ, όπως ο Νίκος Παπανδρέου και ο Γιώργος Ανωμερίτης), ενώ η Αννα Διαμαντοπούλου ποντάρει και σε αδρανοποιημένους ψηφοφόρους του κόμματος, που θα ενεργοποιηθούν για εκείνη και σε παραδοσιακές δεξαμενές συνδικαλιστών και προσώπων εκ των εκσυγχρονιστών.
Ο Δούκας είναι αυτός που έχει προχωρήσει περισσότερο όσον αφορά τις περιοδείες ανά την Ελλάδα και συγκεντρώνει στις ομιλίες του ένα ετερόκλητο πλήθος, πρόσωπα από αντίθετα εσωκομματικά στρατόπεδα που πρώτη φορά βρίσκονται στο ίδιο, ενώ «μοιράζεται» σχεδόν στα ίσα τις στηρίξεις των τομεαρχών του κόμματος με τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Με το πρόγραμμα, όμως, τι γίνεται; Αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο ερώτημα για το αν και κατά πόσο οι υποψήφιοι είναι έτοιμοι να καταθέσουν μια δέσμη θέσεων τόσο για την επόμενη μέρα του κόμματος όσο και ως βάση για τον τρόπο που το ΠΑΣΟΚ θα θελήσει να διεκδικήσει ξανά την εξουσία.
Για τον Νίκο Ανδρουλάκη, που σηκώνει το γάντι για την έως τώρα κριτική περί θολών θέσεων που μεταξύ άλλων στοίχισαν στο κόμμα τη δεύτερη θέση και τον πρωταγωνιστικό ρόλο, το βασικό επιχείρημα είναι ότι κανείς εκ των συνυποψηφίων του δεν έχει να επιδείξει μια διαφορετική άποψη, ενώ κάποιοι εξ αυτών δεν τοποθετήθηκαν στα όργανα ούτε για τα ζητήματα που προβλημάτισαν, όπως η επιστολική ψήφος και τα ομόφυλα ζευγάρια.
Και αυτοί, με τη σειρά τους, έχουν την ευκαιρία να πουν όχι μόνο τι πήγε λάθος, αλλά τι θα έκαναν διαφορετικά. Ο Σεπτέμβρης, άλλωστε, είναι κοντά.