Δεν είναι λίγες οι φορές που επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τις τεράστιες επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στην οικονομία, την κοινωνία και την υγεία, επισημαίνοντας ότι φαινόμενα όπως καύσωνες, ξηρασία, πλημμύρες, πυρκαγιές θα τα βλέπουμε και θα τα βιώνουμε όλο και πιο συχνά.
Από τους άμεσους κινδύνους αύξησης της θερμοκρασίας και εμφάνισης ακραίων καιρικών φαινομένων μέχρι τις μακροπρόθεσμες ελλείψεις τροφίμων και πόσιμου νερού, την ατμοσφαιρική μόλυνση και τις ασθένειες, οι επιπτώσεις είναι ορατές και φυσικά αφορούν και την Ελλάδα.
Η τελευταία έκθεση για την κατάσταση του κλίματος στην Ευρώπη, που συντάχθηκε από την Υπηρεσία Κλιματικής Αλλαγής Copernicus (C3S) και τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (WMO) και δημοσιεύθηκε στις 22 Απριλίου 2024, παρουσιάζει μια σκληρή εικόνα των επιπτώσεων της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Σύμφωνα με την κοινή έκθεση, το 2023 ήταν το θερμότερο έτος της Ευρώπης τα τελευταία τουλάχιστον 40 χρόνια. Η ήπειρος με τις μεγαλύτερες θετικές αποκλίσεις θερμοκρασίας είδε πέρυσι θερμοκρασίες άνω του μέσου όρου επί 11 μήνες και 7% περισσότερες βροχοπτώσεις από τον μέσο όρο.
Ο Σεπτέμβριος έμεινε στην ιστορία ως ο θερμότερος που έχει καταγραφεί, με θερμοκρασίες 2,5 °C υψηλότερες από τον μέσο όρο 1991-2020 και 1,1 °C υψηλότερες από τον προηγούμενο θερμότερο Σεπτέμβριο που καταγράφηκε το 2020.
Τα κύματα καύσωνα εξαπλώνονται γρήγορα σε όλο τον κόσμο, επηρεάζοντας δισεκατομμύρια ανθρώπους, με έναν αυξανόμενο αριθμό μελετών που υποδεικνύουν την κλιματική αλλαγή ως κινητήριο παράγοντα. Σύμφωνα με τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), λόγω της συνχιζόμενης υπερθέρμανσης του πλανήτη, περιμένουμε αύξηση της έντασης, της συχνότητας, και της διάρκειας των κυμάτων καύσωνα.
Η υπερβολική ζέστη ενέχει ιδιαίτερους κινδύνους για την υγεία των εργαζομένων σε εξωτερικούς χώρους, τους ηλικιωμένους και τα άτομα με υπάρχουσες παθήσεις όπως καρδιαγγειακές παθήσεις και διαβήτη.
Τμήματα της Ιταλίας κατέγραψαν 7 % περισσότερους θανάτους από το κανονικό τον Ιούλιο του 2023, κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου σε διάρκεια καύσωνα που έχει βιώσει η Ευρώπη τουλάχιστον από το 1950. Αν και οι τελικοί αριθμοί δεν είναι ακόμη διαθέσιμοι, υπολογίζεται ότι η Νότια Ευρώπη είχε περίπου 60.000 περισσότερους θανάτους το καλοκαίρι του 2023 σε σχέση με τον μέσο όρο της τελευταίας δεκαετίας, εξαιρώντας τα κρούσματα κορονοϊού.
Η Ευρώπη, δεν αποτελεί εξαίρεση όσον αφορά τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.
Η ήπειρος γνώρισε έναν αριθμό ρεκόρ ημερών «ακραίου θερμικού στρες» το 2023. Τα δεδομένα C3S και WMO – που δημοσιεύει το climatebook, υποδηλώνουν επίσης ότι η θνησιμότητα που σχετίζεται με τη ζέστη στην ήπειρο, η οποία θερμαίνεται δύο φορές ταχύτερα από οποιαδήποτε άλλη ήπειρο, έχει αυξηθεί κατά περίπου 30% στην τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ενώ οι θάνατοι που σχετίζονται με τη ζέστη εκτιμάται ότι έχουν αυξηθεί κατά 94% των ευρωπαϊκών περιοχών που παρακολουθούνται.
Οι καύσωνες που πλήττουν τις χώρες της Ευρώπης και ιδιαίτερα της Μεσόγειου, επηρεάζουν και τον τουρισμό.
Η κλιματική κρίση έχει φέρει στην επικαιρότητα έναν νέο όρο -«coolcationing» από τη σύντμηση των αγγλικών λέξεων για το «δροσερό» (cool) και τις «διακοπές» (vacationing)- για να περιγράψει έναν προβληματισμό δεκαετιών: μήπως οι καύσωνες και τα ακραία καιρικά φαινόμενα στη Μεσόγειο «διώξουν» τον τουρισμό και τον κατευθύνουν σε πιο δροσερά κλίματα;
«Τόσο η Ελλάδα, όσο και ευρύτερα η Μεσόγειος θα επηρεαστούν πάρα πολύ από την κλιματική κρίση» και χωρίς ένα σχέδιο διαχείρισης και στον τομέα του τουρισμού «δεν θα πάνε μπροστά».
Ωστόσο το «coolcationing» καθεαυτό πιθανότατα είναι μια πρόσκαιρη τάση, που έχει μεν κερδίσει πολλή δημοσιότητα το τελευταίο διάστημα, αλλά δεν είναι ιδιαίτερα πιθανό να αποκτήσει μαζικό χαρακτήρα.
Αυτό εκτιμά ο κ. Ανδρέας Ματζαράκης, καθηγητής Βιοκλίματος και Αστικής Κλιματολογίας στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ (Γερμανία) και ένας από τους επιστήμονες που συμβουλεύεται ο Γερμανός υπουργός Υγείας, Καρλ Λάουτερμπαχ, για ζητήματα που έχουν να κάνουν με την επίδραση του κλίματος και ειδικότερα της ζέστης στη δημόσια υγεία.
Ναι, επιλέγουμε σε μεγάλο βαθμό με βάση το κλίμα, αλλά σε έναν προορισμό δεν συναντάμε το κλίμα, συναντάμε τον καιρό, που μπορεί να είναι οπουδήποτε προσωρινά ακατάλληλος για διακοπές και να «μας χαλάσει τη σούπα», όπως λένε οι Γερμανοί. Ας σκεφτούμε το εξής: από τη δεκαετία του ’90 ακούμε ότι η Μεσόγειος θα χάσει τους επισκέπτες της λόγω της ζέστης.
Γιατί όμως τόσα χρόνια μετά εξακολουθούμε να σχεδιάζουμε διακοπές στη Μεσόγειο; Διότι οι συνθήκες στη Βόρεια Θάλασσα και τη Βαλτική δεν συγκρίνονται με τη Μεσόγειο. Εκεί δεν μπορείς να πας για μπάνιο 150 μέρες τον χρόνο, ενώ λόγω των συχνών παλιρροιών μπορεί να χρειαστεί να περπατήσεις πέντε ή δέκα χιλιόμετρα για να φτάσεις στη θάλασσα.
Επιπλέον, τα καταλύματα είναι καλυμμένα 100%, ενώ παράγοντες όπως η ανάγκη προστασίας της βιοποικιλότητας δεν επιτρέπουν τη σημαντική περαιτέρω επέκτασή τους».
Πέραν αυτών, παρατηρεί, το βόρειο κομμάτι της Βόρειας Θάλασσας και το νότιο της Βαλτικής δεν εξυπηρετούνται αεροπορικώς, παρά μόνο με τρένο ή αυτοκίνητο. Οπότε, αν θέλουμε να μιλάμε για πραγματικές μετακινήσεις τουριστών προς τις περιοχές αυτές, ίσως θα χρειαστεί να περιμένουμε το τέλος του 21ου αιώνα, για να γίνουν νωρίτερα όσα χρειάζεται. Όλες αυτές οι περιοχές είναι πανέμορφες, αλλά δεν μπορούν να απορροφήσουν τα ρεύματα τουρισμού, που σήμερα κατευθύνονται στη Μεσόγειο» εκτιμά.
Φυσικά, αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι η Ελλάδα και η Μεσόγειος όντως αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα που σχετίζονται με την κλιματική κρίση και το 2023 ήταν ένα έτος που στην περίπτωση της χώρας μας έδειξε τι μπορεί να γίνει. «Οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στον τουρισμό στη Μεσόγειο έχουν ήδη αρχίσει να εκδηλώνονται εδώ και 10-15 χρόνια και το πιο ξεκάθαρο δείγμα ήταν αυτό που έγινε πέρυσι στην Ελλάδα, επηρεάζοντας ζωές και υποδομές» παρατηρεί ο καθηγητής και προσθέτει:
«Όλα αυτά θα γίνουν εντονότερα, γιατί τις θερμοκρασίες που στο παρελθόν είχαμε κάθε δεκαετία, τώρα τις έχουμε κάθε χρόνο. Αυτή τη στιγμή παγκοσμίως η ζέστη επηρεάζει το 50% του πληθυσμού, αλλά σε 20 χρόνια το ποσοστό αυτό προβλέπεται ότι θα αυξηθεί στο 80%. Οι άνθρωποι είμαστε έτσι φτιαγμένοι, ώστε μπορούμε να προσαρμοστούμε στο κρύο, αλλά όχι στη ζέστη.
Βέβαια, η επίδραση του κλίματος στην ανθρώπινη θνησιμότητα είναι ένα ζήτημα πάρα πολύ πολύπλοκο, αφού δεν σχετίζεται μόνο με τη ζέστη, αλλά και με την υπεριώδη ακτινοβολία και την υγρασία, που δημιουργούν ένα κοκτέιλ. Και φυσικά, δεν πρέπει να παραβλέπουμε τα ψυχολογικά προβλήματα, τα οποία είναι πάρα πολύ σημαντικά, κάτι που έγινε σαφές και σε περιπτώσεις όπως αυτές των πλημμυροπαθών της Θεσσαλίας».
Καύσωνες και υψηλές θερμοκρασίες, ξηρασίες, πυρκαγιές και πλημμύρες πλήττουν τη Μεσόγειο, καταστρέφοντας τις υποδομές και την καλή της φήμη, αλλά τα προβλήματα λόγω της κλιματικής κρίσης δεν είναι μόνο άμεσα, αλλά και έμμεσα. Για παράδειγμα, η άνοδος της θερμοκρασίας μπορεί να αυξήσει τα φύκια ή τις μέδουσες στις θάλασσες.
«Για να αντιμετωπίσουμε αυτή την κατάσταση, χρειαζόμαστε προ-πληροφόρηση και ανάλυση των δεδομένων του προορισμού, μέσω και τεχνολογιών όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη, για να μπορούμε να απαντήσουμε με συγκεκριμένα δεδομένα σε ερωτήσεις όπως «ποια είναι η κατάλληλη εποχή από άποψη καιρικών συνθηκών, για να επισκεφτώ την Κρήτη;». Επίσης, χρειάζεται να υπάρχει ενημέρωση στον ίδιο τον τόπο και τον χρόνο των διακοπών, αλλά και να είμαστε σε θέση να αναλύσουμε εκ των υστέρων τι έχει συμβεί κατά την περίοδο της σεζόν» λέει.
Με αφορμή τα γεγονότα με τους θανάτους τουριστών που διέσχιζαν μονοπάτια στην Ελλάδα εν μέσω υψηλών θερμοκρασιών το φετινό καλοκαίρι, παρατηρεί ότι ναι μεν πρέπει οι ίδιοι οι επισκέπτες να ενημερώνονται για τις συνθήκες στον προορισμό τους, ώστε να προστατεύουν τον εαυτό τους, αλλά χρειάζεται και οι φορείς κάθε χώρας να φροντίζουν για την ασφάλεια των φιλοξενούμενών τους: να συσπειρώνονται σε αυτόν τον στόχο κεντρική κυβέρνηση, τοπική αυτοδιοίκηση, τουριστικοί και ταξιδιωτικοί οργανισμοί και επιχειρήσεις.
Ο ίδιος επισημαίνει: «δεν αρκεί το 112. Γιατί να μην υπάρχει σε κάθε ξενοδοχείο μια πινακίδα, που να προτείνει «καλύτερα να αποφύγετε το μπάνιο στη θάλασσα ή την έντονη σωματική δραστηριότητα μεταξύ 11.00 και 15.00 σήμερα, λόγω υψηλών θερμοκρασιών»;
Ο επισκέπτης που βλέπει ότι η χώρα που επισκέπτεται τον προστατεύει, δεν θα χρειαστεί να πάει πουθενά αλλού. Χρειάζεται τέλος ευελιξία από πλευράς του κράτους, για τη λήψη των απαιτούμενων μέτρων. Με τον υπουργό Υγείας της Γερμανίας χρειάστηκε να συζητήσουμε μόλις 10 λεπτά, για να ληφθούν άμεσα τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση της ακραίας ζέστης και τους καύσωνες».