Σε απειλή για τη δημόσια υγεία εξελίσσονται οι παρατεταμένοι καύσωνες που καταγράφονται στη χώρα μας. Μάλιστα, τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν πως οι κάτοικοι των αστικών περιοχών χάνουν σιγά σιγά και τις νυχτερινές… οάσεις, καθώς ο δείκτης του θερμόμετρου δεν υποχωρεί από τις υψηλές θερμοκρασίες ούτε κατά τις βραδινές ώρες, με τον οργανισμό να βιώνει δυσφορία ακόμη και 24 ώρες το 24ωρο.
Εν τω μεταξύ, και όπως σημειώνουν οι ειδικοί της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας (ΕΠΕ), τα δεκάδες περιστατικά νοσηλειών λόγω θερμοπληξίας που καταγράφονται κάθε χρόνο (δεδομένου πως οι καύσωνες, αν και εντείνονται λόγω της κλιματικής αλλαγής, ήταν και παραμένουν συνηθισμένο φαινόμενο στη χώρα μας) φανερώνουν ότι δεν υπάρχει η κατάλληλη ενημέρωση για την προστασία από τις υψηλές θερμοκρασίες.
Είναι ενδεικτικό πως από τις αρχές Ιουνίου έως και σήμερα μόνο στην Αττική το ΕΚΑΒ έχει διακομίσει τουλάχιστον 50 περιστατικά θερμοπληξίας, ενώ πέρυσι το καλοκαίρι και συγκεκριμένα από τις 19 έως και τις 23 Ιουλίου (την περίοδο, δηλαδή, που το θερμόμετρο είχε χτυπήσει κόκκινο) είχαν χρειαστεί διακομιδή σε νοσοκομείο περισσότερα από 110 ασθενείς.
Υπό τα δεδομένα αυτά, οι επιστήμονες της Εταιρείας συντάσσουν στο κείμενο που ακολουθεί έναν οδηγό επιβίωσης από το… κύμα ζέστης και υγρασίας που πλήττει κάθε λίγο και λιγάκι τη χώρα, με στόχο να παραμείνουμε όλοι ασφαλείς.
Ο καύσωνας είναι η περίοδος του καλοκαιριού που η θερμοκρασία είναι πολύ υψηλότερη σε σχέση με τον μέσο όρο. Η ύπαρξη αυξημένων επιπέδων υγρασίας καθιστά τις υψηλές θερμοκρασίες πιο επικίνδυνες για τον οργανισμό μας.
Οι υψηλές θερμοκρασίες του καύσωνα προκαλούν δύο κυρίως παθήσεις: την ηλίαση (θερμική εξάντληση) και τη θερμοπληξία.
Ο οργανισμός μας για να λειτουργεί σωστά πρέπει να διατηρεί στο εσωτερικό του μια σταθερή θερμοκρασία. Σε περιπτώσεις που αυτή αυξάνεται, προσπαθεί να αποβάλει την περίσσεια θερμότητας κυρίως με τον ιδρώτα. Οταν όμως στο περιβάλλον υπάρχει υπερβολική ζέστη, αυτός ο μηχανισμός δεν επαρκεί για τη μείωση της θερμοκρασίας του οργανισμού μας. Η αύξηση της θερμοκρασίας του σώματός μας μπορεί να προκαλέσει βλάβες στον εγκέφαλο και σε άλλα ζωτικά όργανα.
Από την αυξημένη θερμοκρασία κινδυνεύουν περισσότερο οι ηλικιωμένοι, τα μικρά παιδιά και όσοι πάσχουν από χρόνια καρδιαγγειακά ή αναπνευστικά νοσήματα (όπως η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια). Κίνδυνο μπορεί να διατρέξουν ακόμα και νεότεροι άνθρωποι όταν αθλούνται ή εκτελούν έντονες σωματικές εργασίες την περίοδο ενός καύσωνα, καταναλώνουν αλκοόλ, δεν προστατεύονται από τον ήλιο και δεν προσλαμβάνουν αρκετά υγρά.
Η έκθεση στις υψηλές θερμοκρασίες του καύσωνα μπορεί να οδηγήσει από την ηλίαση στη θερμοπληξία.Κατά την ηλίαση η άνοδος της θερμοκρασίας του σώματος και η απώλεια υγρών και ηλεκτρολυτών οδηγούν στα παρακάτω συμπτώματα:
Οι ασθενείς με αναπνευστικά προβλήματα, όπως άσθμα και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, διατρέχουν επιπλέον κίνδυνο την περίοδο του καύσωνα. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να ακολουθούν τις γενικές οδηγίες προστασίας, να λαμβάνουν την καθημερινή τους αγωγή και να τους έχουν δοθεί σαφείς οδηγίες σε περίπτωση που αναπτύξουν συμπτώματα όπως δύσπνοια και βήχας.
Τα δεδομένα ερευνών δείχνουν πως ο καύσωνας «φωλιάζει» πλέον και τις νύχτες, ιδίως στις πυκνοκατοικημένες πόλεις, όπως είναι η Αθήνα. Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με σχετική μελέτη, εντοπίστηκαν 69 επεισόδια νυχτερινών καυσώνων στην Αθήνα, στα οποία εντάσσονται 395 ημέρες για την περίοδο 1960-2022. Μάλιστα, περίπου το 82% των νυχτερινών καυσώνων παρατηρείται μετά το 2000, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των ημερών που εντάσσονται σε επεισόδια καύσωνα διαμορφώνεται σε 92%, υποδεικνύοντας αύξηση τόσο της συχνότητας όσο και της διάρκειας των επεισοδίων τις τελευταίες δεκαετίες.