Οι υπάλληλοι του υπουργείου Πολιτισμού που συμμετείχαν στο κύκλωμα εξυπηρετήσεων και εκβιασμών που η δράση του αποκαλύφθηκε πριν από λίγες ημέρες, τέθηκαν σε αργία σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Δημοσίων Υπαλλήλων.
Πρόκειται για το κύκλωμα που δρούσε στον Δήμο Αθηναίων με τη συμμετοχή δημοτικών αστυνομικών, δημοτικών υπαλλήλων και υπαλλήλων του ΥΠΠΟ, που έναντι αμοιβής προχωρούσε σε εξυπηρετήσεις και εκβιασμούς επιχειρήσεων υγειονομικού ενδιαφέροντος προκειμένου να γλιτώνουν ελέγχους ή πρόστιμα.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, «σε συνέχεια του εγγράφου που απεστάλη σήμερα από την Ελληνική Αστυνομία, στο οποίο γίνεται αναφορά στις ποινικά κολάσιμες και πειθαρχικά ελεγκτέες συμπεριφορές υπαλλήλων του Υπουργείου, με απόφαση της Υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη, οι ανωτέρω υπάλληλοι τίθενται αμέσως σε αναστολή καθηκόντων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Δημοσίων Υπαλλήλων και ακολουθεί η προβλεπόμενη διαδικασία ουδεμίας ανοχής».
Υπενθυμίζουμε ότι σε αργία τέθηκαν και οι 14 δημοτικοί αστυνομικοί και διοικητικοί υπάλληλοι του δήμου Αθηναίων που κατηγορούνται για τη συμμετοχή τους στο κύκλωμα.
Σε σχετική ανακοίνωση ο Δήμος Αθηναίων είχε αναφέρει:
«Αναφορικά με την εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης στην οποία συμμετείχαν δημοτικοί υπάλληλοι, με δράση τουλάχιστον από τον Ιανουάριο του 2023, ξεκαθαρίζουμε ότι η Δημοτική αρχή του δήμου Αθηναίων επιδεικνύει μηδενική ανοχή σε φαινόμενα διαφθοράς και στη δράση εγκληματικών κυκλωμάτων.
Γι’ αυτό, όλο το προηγούμενο διάστημα συνεργάστηκε με τις αρμόδιες αρχές και συνεχίζει να υποστηρίζει το έργο τους με όποιον τρόπο κρίνεται αναγκαίος για την ταχύτερη διαλεύκανση της υπόθεσης».
Η δράση του κυκλώματος φαίνεται να ξεκίνησε πριν από το 2023, ενώ μόνο από τον Απρίλιο του 2024 έχουν ταυτοποιηθεί 47 περιπτώσεις, με την έρευνα των «Αδιάφθορων» να βρίσκεται σε εξέλιξη. Σύμφωνα με τις έρευνες της Αστυνομίας, αρχηγικά μέλη ήταν δύο ιδιώτες, ενώ τα έσοδα φαίνεται ότι ήταν 700.000 ευρώ τον χρόνο.
Προκειμένου να μην γίνει αντιληπτή η δράση τους λάμβαναν μέτρα προστασίας, με τις συναντήσεις τους (μεταξύ τους ή με τους καταστηματάρχες) και τις δωροληψίες να πραγματοποιούνται σύντομα σε συγκεκριμένους χώρους, ενώ επικοινωνούσαν μέσω διαδικτυακών εφαρμογών με αυστηρά μέτρα προστασίας.
Τα μέλη της οργάνωσης λάμβαναν χρηματικά ποσά που κυμαίνονταν από 6.000 έως 16.000 ευρώ ανά έτος από καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, 1.500 ευρώ ανά έτος από περίπτερα, ενώ διακριβώθηκαν και περιπτώσεις που τα μέλη του κυκλώματος έλαβαν αμοιβές από 1.000 έως 35.000 ευρώ για παράνομες ενέργειες ή παραλείψεις.
Τα ανωτέρω ποσά στη συνέχεια διαμοιράζονταν μεταξύ των μελών της εγκληματικής οργάνωσης ως εξής: Υπάλληλος Δημοτικής Αστυνομίας από 3.000 έως και 6.000 ευρώ ανά κατάστημα τον χρόνο, υπάλληλος Υπηρεσιών Δόμησης από 1.000 έως και 2.500 ευρώ ανά περίπτωση, υπάλληλοι Διευθύνσεων Υγειονομικού Ελέγχου από 250 έως και 2.000 ευρώ ανά περίπτωση, υπάλληλοι Υπουργείου Πολιτισμού από 6.000 έως και 10.000 ευρώ ανά περίπτωση.