Το Marine Money week στη Νέα Υόρκη μετράει ήδη 36 χρόνια και είναι η μεγαλύτερη ετήσια συνάντηση των ανθρώπων που κλείνουν τις μεγάλες συμφωνίες για τη χρηματοδότηση της παγκόσμιας ναυτιλίας. Εάν κανείς θέλει να μάθει πώς εξελίσσονται οι τάσεις στην παγκόσμια ναυτιλία και τα χρηματοδοτικά εργαλεία, αυτή είναι η διοργάνωση όπου θα νιώσει πραγματικά τον σφυγμό του κλάδου. Στο φετινό συνέδριο παρών ήταν και ο ιδρυτής και πρόεδρος της Capital Maritime & Trading Corp. Βαγγέλης Μαρινάκης, ο οποίος στις 26 Ιουνίου είχε μια συζήτηση με τον Michael Δ. Tusiani, επίτιμο πρόεδρο της Poten & Partners, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του Center on Global Energy Policy του Πανεπιστημίου Κολούμπια, και μια από τις πιο γνωστές προσωπικότητες στο χώρο της παγκόσμιας ναυτιλίας.
Η συζήτηση έδωσε την αφορμή στον Βαγγέλη Μαρινάκη να μιλήσει για την αγορά ενέργειας, τη σημασία του LNG και άλλων εναλλακτικών καυσίμων όπως η αμμωνία, τις προοπτικές του διαφορετικών κλάδων της ναυτιλίας, το πώς θα επιμεριστεί το κόστος από τους νέους περιβαλλοντικούς κανονισμούς, ιδίως στην Ευρώπη. Και προφανώς η συζήτηση δεν περιορίστηκε στη μεγάλη αγάπη του, όπως υπογράμμισε, τη ναυτιλία, αλλά επεκτάθηκε και στο μεγάλο πάθος του, το ποδόσφαιρο.
Αφού συνεχάρη τον Βαγγέλη Μαρινάκη για την αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα της Ναυτικής Ακαδημίας της Μασαχουσέτης, ο Michael Tusiani τον ρώτησε πώς βλέπει τη ζήτηση ενέργειας και εάν έχουμε φτάσει στην κορύφωση της ζήτησης (peak oil demand). Απαντώντας ο Βαγγέλης Μαρινάκης, υποστήριξε ότι: «Πιστεύουμε ακράδαντα στη ζήτηση πετρελαίου και στη ζήτηση φυσικού αερίου. Αυτό που έχουμε δει πρόσφατα είναι ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη και τα τσιπ χρειάζονται περισσότερη ενέργεια και νερό. Νομίζω ότι η ενέργεια και το νερό γίνονται ιδιαίτερα πολύτιμα για τον νέο κόσμο που έρχεται μπροστά μας. Είμαστε αισιόδοξοι και πιστεύουμε ότι η ζήτηση θα αυξάνεται και τα δεξαμενόπλοιά μας θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη μεταφορά του πετρελαίου. Επίσης, προχωράμε ένα βήμα παραπέρα επενδύοντας σε δεξαμενόπλοια διπλού καυσίμου LNG. Γιατί πιστεύουμε ότι αξίζει να πληρώσουμε το πρόσθετο κόστος 20 ή 25 εκατομμυρίων ανάλογα με τον τύπο του πλοίου. Έτσι μπορούμε να προστατεύσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο το περιβάλλον».
Απαντώντας σε ερώτηση γιατί έχει επιλέξει να κρατήσει σχεδόν το 100% του στόλου του στην αγορά spot αντί για συμφωνίες χρονοναύλωσης επεσήμανε ότι είναι μια επιλογή που την έχει κάνει εξαρχής. Όπως είπε χαρακτηριστικά: «Από τότε που ξεκίνησα στον κλάδο, πιστεύω ότι ένα από τα προτερήματά μας ήταν η δύναμή μας στην εμπορική διαπραγμάτευση. Είναι κάτι που σε πολλές περιπτώσεις κάνουμε μόνοι μας, να ναυλώνουμε πλοία ώστε να καλύψουμε το μεταφορικό έργο που έχουμε αναλάβει. Το έκανα αυτό όταν ξεκίνησα πρώτα με το ξηρό φορτίο. Και, ξέρετε, έχοντας μια εταιρεία με σημαντικό αριθμό πλοίων, νομίζω ότι πρέπει να μπορεί κανείς να το αναλαμβάνει ο ίδιος. Και, φυσικά, σε ορισμένες περιπτώσεις που αισθανόμαστε ότι μπορούμε να έχουμε μια συμφωνία χρονοναύλωσης με μια μεγάλη εταιρεία πετρελαίου, το εξετάζουμε».
Ως προς τις τιμές των πλοίων, τόσο των μεταχειρισμένων όσο και των νεότευκτων, η τοποθέτησή του ήταν: «Πιστεύω ότι έχουμε δει αυξήσεις στις τιμές. Αλλά αν τις συγκρίνετε με τα ιστορικά υψηλά, ακόμα δεν έχουμε φτάσει στην κορυφή. Επιπλέον, πιστεύω ότι αν κάποιος μελετήσει τον κατάλογο παραγγελιών στα δεξαμενόπλοια, ειδικά στα μεγαλύτερα, θα δει ότι υπάρχει έλλειμα και πιστεύω ότι οι προοπτικές είναι υπαρκτές. Και από ότι βλέπουμε από άλλους τομείς, όπως τα πλοία εμπορευματοκιβωτίων, καθώς και από τα μεγαλύτερα πλοία μεταφοράς χύδην φορτίου, πιστεύουμε ότι οι τιμές θα είναι σταθερές για τα επόμενα χρόνια. Εκτιμούμε ότι δεν θα αντιμετωπίσουμε στο άμεσο μέλλον μειώσεις στις τιμές».
Σε σχέση με το ζήτημα της επιλογής τεχνολογίας καυσίμου πρόωσης, ο Βαγγέλης Μαρινάκης απάντησε ότι «αυτό που πρέπει να εξετάσουμε πρώτα για το αν επιλέγουμε LNG, μεθανόλη, ή αμμωνία, είναι εάν υπάρχουν κατάλληλες υποδομές, καθώς και η τιμή του καυσίμου και η ασφάλεια. Και από όσα έχουμε δει μέχρι τώρα και σύμφωνα με τις εκθέσεις των ειδικών, επιλέγουμε το LNG. Αναρωτιόμαστε εάν υπάρχουν υποδομές. Το μεγαλύτερο μέρος υπάρχει. Και φυσικά είναι πιο καθαρό από το πετρέλαιο. Και, επίσης, όσον αφορά την πρόωση και τους κινητήρες, έχουν δοκιμαστεί και βλέπουμε ότι λειτουργούν καλά. Έτσι το βρίσκω πιο συντηρητικό να επιλέξουμε το LNG αυτή τη στιγμή σε σχέση με άλλες τεχνολογίες καυσίμων πρόωσης».
Ως προς το γιατί είναι τόσο αισιόδοξος για το LNG και συνεχίζει να επενδύει σε νέα πλοία LNG, o Βαγγέλης Μαρινάκης επέμεινε στο ότι υπάρχουν πραγματικά θετικές προοπτικές: «Βλέπουμε ότι υπάρχουν πολλά έργα υποδομής που έχουν καθυστερήσει, αλλά το 2027, 2028, 2029 θα τα δούμε να υλοποιούνται. Επίσης, υπάρχει ένας αριθμός ενεργών LNG πλοίων 1ης γενιάς με τουρμπίνα ατμού, που θα πρέπει να αντικατασταθεί. Πιστεύω ότι αυτή η διαδικασία έχει καθυστερήσει και περίμενα να είχε ξεκινήσει νωρίτερα. Αλλά, όταν οι αγορές το επιτρέπουν, είναι δύσκολο για έναν ιδιοκτήτη να αποσύρει ένα πλοίο που είναι κερδοφόρο ή έχει χαμηλή αξία στα βιβλία της εταιρείας. Όμως, πιστεύουμε ότι με την διαφορά τεχνολογίας, στην κατανάλωση, στην ταχύτητα και στο συνολικό κόστος μεταφοράς, τα LNG πλοία νέας τεχνολογίας, έχουν πραγματικά νόημα. Έτσι πιστεύω ότι οι τιμές εξακολουθούν να είναι λογικές, λαμβάνοντας υπόψη πώς λειτουργεί η ναυλαγορά, για να επενδύσουμε περισσότερο». Υπογράμμισε μάλιστα ότι ως προς τις τιμές των νέων πλοίων «χωρίς να ξέρω το πώς και το για πόσο καιρό ακόμα, θα τις δούμε να ανεβαίνουν, αλλά σίγουρα δεν βλέπω να πέφτουν».
Ως προς το γιατί έχει κινηθεί σε διαφορετική κατεύθυνση από άλλους εισηγμένους πλοιοκτήτες LNG που επιλέγουν την ιδιωτική εταιρική δομή, ο Βαγγέλης Μαρινάκης υπογράμμισε ότι «ακόμα και πριν από αυτό, είχαμε συμμετοχή και είχαμε προσπαθήσει να εισέλθουμε στη δημόσια αγορά το 2005. Δεν δεχτήκαμε την τιμή εκείνη την εποχή, αλλά αυτό που κάναμε είναι ότι δημιουργήσαμε μια επιχείρηση με corporate δομή. Όπως είχαν τα πράγματα, το μόνο που έλειπε ήταν να δούμε την τιμή στην οθόνη. Και φυσικά, αργότερα είχαμε μια πολύ επιτυχημένη δημόσια εγγραφή με την CPLP. Μετά είχαμε μια άλλη με την Crude Carriers, μετά είχαμε συγχώνευση και μετά είχαμε τη δεύτερη συγχώνευση με την Diamond S και μετά άλλη μία με την International Seaways. Συνεπώς, είμαι πάντα υπέρ των κεφαλαιαγορών». Για να συμπληρώσει πως «όταν είσαι εδώ στη Νέα Υόρκη, στο Nasdaq ή στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης (NYSE), έχεις πρόσβαση σε κεφάλαια και ειδικά για πλοία που απαιτούνται σημαντικά ποσά για τη χρηματοδότησή τους. Πιστεύω ότι είμαστε στο σωστό μέρος και το υποστηρίζω πλήρως».
Σε σχέση με τις προοπτικές της αμμωνίας ως καυσίμου, με αφορμή και την παραγγελία αρκετών πλοίων για μεταφορά LPG ή αμμωνίας, ο Βαγγέλης Μαρινάκης εξήγησε ότι «πρώτα απ’ όλα, ξεκινήσαμε με μια παραγγελία για τα πρώτα πλοία μεταφοράς υγροποιημένου CO2 (LCO2) χωρητικότητας 22.000 κυβικών μέτρων. Αυτό που θέλαμε να διασφαλίσουμε είναι μέχρι να υπάρξει φορτίο LCO2, τα πλοία να μπορούν να ναυλώνονται για μεταφορά LPG ή αμμωνίας. Επομένως, σχεδιάσαμε το πλοίο ώστε να μπορεί να μεταφέρει και τα δύο. Εν τω μεταξύ, είδαμε ότι στα μεγέθη των 40.000 και 45.000 κ.μ. υπάρχει ανεπάρκεια πλοίων και φυσικά χωρίς την νέα τεχνολογία διπλού καυσίμου. Επομένως, θεωρήσαμε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή να επεκταθούμε σε αυτόν τον τομέα. Επίσης, πιστεύουμε και στην αμμωνία που κερδίζει έδαφος. Τα πρώτα πλοία μεταφοράς αμμωνίας είναι κυρίως μικρότερου μεγέθους. Επομένως επενδύσαμε στα μεγαλύτερου μεγέθους πλοία μεταφοράς αμμωνίας». Όπως είπε χαρακτηριστικά, «ο [χαμηλός] αριθμός νέων παραγγελιών μας αρέσει όπως επίσης ότι είμαστε από πρώτους που παρήγγειλαν πλοία με τη νέα τεχνολογία του διπλού καυσίμου. Για εμάς αυτό έχει πολύ νόημα».
Ειδικά ως προς την χρήση της αμμωνίας ως καυσίμου ο Βαγγέλης Μαρινάκης υπογράμμισε τη σημασία της συζήτησης «γιατί έχουμε παραγγείλει, πιστεύω, τα πρώτα Πολύ Μεγάλα Πλοία Αμμωνίας που θα έχουν κινητήρα αμμωνίας, και οι κατασκευαστές προσπαθούν ακόμα να βρουν τον ασφαλέστερο τρόπο και την ασφαλέστερη μέθοδο για να λειτουργήσουν αυτοί οι κινητήρες. Μπορεί να έχουμε κάποιες καθυστερήσεις, αλλά τελικά θα επιτευχθεί».
Όπως τόνισε, «η αμμωνία είναι πολύ καθαρή, αλλά από την άλλη πλευρά, είναι ένα επικίνδυνο φορτίο που πρέπει να είσαι πολύ προσεκτικός. Πρέπει να προσπαθείς να προστατεύσεις το πλήρωμα. Τα ναυπηγεία και οι κατασκευαστές κινητήρων έχουν πολλά να κάνουν για να διασφαλίσουν ότι μπορεί να λειτουργήσει. Αν λειτουργήσει, πιστεύω ότι θα αξίζει πραγματικά. Αλλά είναι θέμα χρόνου».
Ως προς τον κλάδο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και το μέλλον του, ο Βαγγέλης Μαρινάκης υπογράμμισε ότι «αναπτύσσεται συνέχεια» και συμπλήρωσε ότι «αυτό που είδαμε είναι ότι υπήρχαν κάποια μεγέθη (πλοίων) που δεν είχαν ναυπηγηθεί για πολλά χρόνια λόγω του εξαιρετικά χαμηλού επίπεδου των τιμών της αγοράς. Και να ξέρετε ότι μερικά από αυτά, τα πλοία μεγέθους 4000 ή 5000 (TEU), ήταν δεμένα επειδή δεν υπήρχε ζήτηση. Αυτή ήταν η κατάσταση για πολλά χρόνια, για πάνω από δέκα χρόνια μιας πολύ πεσμένης αγοράς. Έτσι, δεν είχαμε καμία νέα παραγγελία σε αυτόν τον τομέα. Έτσι πιστεύουμε τώρα ότι αυτό χρειάζεται και, φυσικά, πήγαμε ξανά σε μηχανές διπλού καύσιμου. Αυτός ήταν ο λόγος που κινηθήκαμε έτσι κάνοντας πολλές παραγγελίες».
Όταν ρωτήθηκε για την πρόσφατη απόφαση να παραγγείλει με προαίρεση πλοία εφοδιασμού σταθερών πλατφορμών (PSV), με αφορμή και την άποψη του Quintin Kneen, CEO της Tidewater, που διατυπώθηκε στο πλαίσιο της Marine Money Week, ότι δεν είναι οικονομικά βιώσιμη η παραγγελία ενός PSV, επειδή, μεταξύ άλλων λόγων, η απαιτούμενη ημερήσια χρέωση είναι πολύ υψηλότερη από αυτή που μπορεί να εξασφαλιστεί στη σημερινή αγορά o Βαγγέλης Μαρινάκης απάντησε ότι «ο κλάδος μας είναι πολύ συναρπαστικός. Και το απολαμβάνουμε για κάποιους ιδιαίτερους λόγους. Πιστεύω ότι ο βασικός είναι ότι κάποιοι βλέπουμε φως στο τούνελ και κάποιοι άλλοι βλέπουν σκοτάδι στο τούνελ. Κάποιοι από εμάς έχουμε δίκιο. Κάποιοι από εμάς κάνουμε λάθος. Έτσι αυτό είναι συναρπαστικό. Σέβομαι όλες τις απόψεις. Και έχουμε τη δική μας. Αυτό σημαίνει ότι βλέπουμε κάποιο φως σε αυτόν τον τομέα και θα το προχωρήσουμε και θα πάμε και σε μεγαλύτερη κλίμακα. Αλλά, αισθάνομαι όπως είπα, ότι σέβομαι την άποψη κάθε ανθρώπου και χαίρομαι που είχα διαφορετική γνώμη πολλές φορές. Και αυτό κάνει τη διαφορά».
Στη συνέχεια η συζήτηση στράφηκε στα ζητήματα του περιβάλλοντος. Ο Michael Tusiani αφού υπενθύμισε ότι οι επερχόμενοι κανονισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας (ΙΜΟ) για τις ναυτιλιακές εκπομπές ρύπων θα αυξήσουν το κόστος παράδοσης φορτίων, ειδικά στην Ευρώπη, ρώτησε τον Βαγγέλη Μαρινάκη πώς αντιμετωπίζει αυτούς τους κανονισμούς και εάν οι ναυλωτές θα θελήσουν να πληρώσουν το επιπλέον κόστος.
Η απάντηση του ιδρυτή και προέδρου της Capital Maritime Trading Corp. ήταν σαφής: «οι ναυλωτές και οι μεγάλες εταιρείες δεν θα επιδείξουν διάθεση. Ακούμε πολλές ενδιαφέρουσες συζητήσεις, ανακοινώσεις, ομιλίες για το πόσο αγαπάμε το περιβάλλον μας και θέλουμε να το προστατεύσουμε. Από την άλλη, δεν έχουμε δει τις μεγάλες εταιρείες πετρελαίου ή τους μεγάλους ναυλωτές να πληρώνουν γι’ αυτό.».
Υπογράμμισε πάντως ότι πιστεύει ότι «τελικά η αγορά θα επιτρέψει την πληρωμή ενός premium. Και, από την άλλη, αυτό που είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε, είναι ότι, αν ένας ναυλωτής δεν είναι διατεθειμένος να πληρώσει γι’ αυτό, μπορούμε να το δεχτούμε, αλλά αν χρειάζεται να χρησιμοποιήσει LNG και να έχουμε εξοικονόμηση στους δασμούς που πρέπει να πληρώνουμε για τη μεταφορά εμπορευμάτων στην Ευρώπη, τότε με μεγάλη χαρά θα περιμένουμε μέχρι να λάβουμε και οι ίδιοι αυτά τα premium, γιατί είμαστε πεπεισμένοι ότι είναι θέμα χρόνου να συμβούν όλα αυτά. Και γι’ αυτό επενδύουμε σε αυτήν την σύγχρονη τεχνολογία και τα πλοία διπλού καυσίμου. Γιατί πιστεύουμε ότι αυτό έρχεται και θα συμβεί.».
Όταν ρωτήθηκε για το ποιο κλάδο θεωρεί ότι έχει τις καλύτερες προοπτικές ο Βαγγέλης Μαρινάκης απάντησε ότι μέχρι τώρα πιστεύει ότι «τα δεξαμενόπλοια έχουν προσφέρει τις καλύτερες αποδόσεις και αυτός είναι ο τύπος πλοίων που προτιμώ. Μας αρέσει η ναυτιλία ως σύνολο, στο αίμα μας η ναυτιλία είναι ένα βασικό συστατικό. Έτσι, τα δεξαμενόπλοια είναι μια συναρπαστική αγορά με τα πάνω και τα κάτω της και, ειδικά κατά τη διάρκεια της κρίσης και όταν οι αγορές πέφτουν, προσπαθούμε να το εκμεταλλευτούμε αυτό και να το κεφαλαιοποιήσουμε.».
Ως προς το πώς μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στη ναυτιλία ο Βαγγέλης Μαρινάκης σημείωσε ότι «η μεγάλη αγάπη είναι η ναυτιλία. Το ποδόσφαιρο είναι πάθος, οπότε πρέπει να ισορροπείς ανάμεσα στα δύο», για να συμπληρώσει ότι το ποδόσφαιρο έχει περισσότερο πάθος και είναι πιο συναρπαστικό μερικές φορές, όμως «η μεγάλη αγάπη είναι η ναυτιλία, και την απολαμβάνουμε. Και, ποτέ δεν μπορείς να βαρεθείς με αυτήν. Και συστήνω σε όλους πρώτα να ασχοληθούν με τη ναυτιλία και μετά με το ποδόσφαιρο. Πρέπει πρώτα να βγάλεις χρήματα και μετά να τα ξοδέψεις».
Ως προς το πώς συγκρίνεται η διαχείριση των στελεχών της ναυτιλίας με τη διαχείριση προπονητών και αθλητών, η απάντησή του ήταν σαφής: «Είναι πολύ πιο δύσκολο να διαχειριστείς ποδοσφαιριστές. Επειδή βλέπεις νεαρά παιδιά που ξαφνικά έχουν σκοράρει μερικά γκολ ή είχαν κάποιες καλές επιδόσεις και από το πουθενά κερδίζουν εκατομμύρια είναι πολύ δύσκολο για αυτά τα παιδιά να το ελέγξουν και να συμπεριφερθούν σωστά. Και από την άλλη, πρέπει να είσαι αρκετά υπομονετικός για να μπορείς να αντιμετωπίσεις όλους αυτούς και να προσπαθήσεις να κάνεις επιτυχημένες κινήσεις. Και στο τέλος της ημέρας, οι νίκες καθορίζουν τα αποτελέσματα και ανεξάρτητα από το πόσο καλά αποδίδεις, αν δεν κερδίσεις, απέτυχες. Έτσι, πρέπει να βεβαιωθείς ότι είτε πρέπει να είσαι υπομονετικός είτε πρέπει να πληρώσεις περισσότερα ή να βρεις έναν τρόπο να ελιχθείς για να μπορέσεις να ανταγωνιστείς σε υψηλότερο επίπεδο».
Παράλληλα υπογράμμισε ότι και το ποδόσφαιρο γίνεται όλο και πιο ανταγωνιστικό: «Αυτό που έχουμε δει και στο ποδόσφαιρο είναι ότι πρέπει τώρα να ανταγωνιστείς με Σαουδική Αραβία, με Άμπου Ντάμπι, με Κατάρ, με μεγάλα αμερικανικά κεφάλαια που επενδύουν στη ναυτιλία. Έτσι, αυτό το καθιστά πιο συναρπαστικό και πιο ανταγωνιστικό. Και εμείς στη ναυτιλία το έχουμε συνηθίσει, γιατί όταν εισέρχεσαι στη ναυτιλία, πρέπει να ανταγωνιστείς με μεγαλύτερες εταιρείες και κρατικές εταιρείες. Και από την αρχή πρέπει να μπορείς να τρέχεις πιο γρήγορα. Να είσαι πιο ανταγωνιστικός, να είσαι πιο δυνατός. Είναι όλος ο αγώνας που είναι μια συναρπαστική εμπειρία».
Ως προς το εάν έχει μετανιώσει για τις επιλογές του, ο Βαγγέλης Μαρινάκης τόνισε ότι «έχω μετανιώσει για πράγματα που δεν έχω κάνει παρά για πράγματα που έχω κάνει. Σίγουρα, αν μπορούσες να γυρίσεις τον χρόνο πίσω, κάποιες ενέργειες θα ήταν διαφορετικές. Κάποιες συμπεριφορές θα ήταν διαφορετικές. Αλλά συνολικά, δεν έχω μετανιώσει. Και σε τελική ανάλυση, πιστεύω ότι έχουμε φερθεί δίκαια στους ανθρώπους που έχουμε συνεργαστεί. Έχουμε πολύ καλούς φίλους. Και έχουμε κάνει πολλές επαναλαμβανόμενες δουλειές που μας έχουν βοηθήσει να αναπτυχθούμε και να αναπτυχθούμε σημαντικά».
Όσο για αυτά που θεωρεί σημαντικά για το χώρο της ναυτιλίας τόνισε δύο σημεία: «Πιστεύω ότι δύο πράγματα είναι πολύ σημαντικά για όλους μας: Πρώτα απ’ όλα, να μπορούμε να χτίζουμε σχέσεις στη ναυτιλία, γιατί είναι ένας πολύ μικρός κόσμος και ξέρουμε τι κάνει ο καθένας. Και επίσης να είμαστε εκεί να αναλαμβάνουμε την ευθύνη. Όταν παίρνεις αποφάσεις, να στηρίζεις τους ανθρώπους σου, τα πλήρωματά σου και τις αποφάσεις που έλαβες μέχρι να πετύχεις».