Μία μαύρη κορδέλα και μια διακριτική ενημερωτική πινακίδα διακόπτουν την πορεία των επισκεπτών που περπατούν ανάμεσα στα σπίτια της αρχαίας γειτονιάς, πάνω από την οποία «ίπταται» το κτίριο του Μουσείου Ακρόπολης.
Πίσω τους μια φωτεινή προθήκη μήκους 34 μ. μοιάζει με σχισμή του χρόνου στον τοίχο. Εκ πρώτης όψεως δείχνει να είναι άδεια. Ενα παρατηρητικό βλέμμα, ωστόσο, διακρίνει τις πρώτες λεζάντες που αφορούν κυρίως αρχαία παιχνίδια τα οποία έχουν βρει τη θέση τους στο κάτω μέρος της. Και στο βάθος ορισμένες γραφιστικές εφαρμογές που απεικονίζουν γυναικείες μορφές έχουν ήδη αναρτηθεί στην «πλάτη» της ιδιαίτερης αυτής βιτρίνας.
Είναι η πρώτη εικόνα από τον νέο μουσειακό χώρο που ετοιμάζεται πυρετωδώς στο επίπεδο -1 του Μουσείου Ακρόπολης, καθώς «οι τεχνικές εργασίες βρίσκονται σε εξέλιξη», όπως αναφέρει η πινακίδα, στην οποία, μέσω ψηφιακής αναπαράστασης, δίνεται μια ιδέα για το τελικό αποτέλεσμα: για τη μορφή δηλαδή που θα έχει το Μουσείο της Ανασκαφής ή όπως το αποκαλεί ο γενικός διευθυντής του πρώτου σε προσέλευση κοινού μουσείου της χώρας, Νίκος Σταμπολίδης, «Μουσείο κάτω από το Μουσείο».
Ο ολοκαίνουριος χώρος, ο οποίος καταλαμβάνει περί τα 200 τ.μ., προγραμματίζεται να είναι έτοιμος, αν όχι στην επέτειο των 15ων γενεθλίων του μουσείου, στις 20 Iουνίου, έως τις αρχές Ιουλίου. Και με στόχο να διηγηθεί μια ιστορία 4.500 ετών θα περιλαμβάνει 1.290 κινητά ευρήματα – γλυπτά και αγγεία, ειδώλια και κοσμήματα, νομίσματα και επιγραφές – από τα 40.000 που έχουν έρθει στο φως κατά τη διάρκεια των απαραίτητων ανασκαφικών ερευνών τόσο για τη θεμελίωση του κτιρίου (1997-2003), όσο και παλαιότερα για τη διάνοιξη του Μετρό.
Η νέα αυτή έκθεση θα λειτουργεί συμπληρωματικά της αφήγησης που ξετυλίγεται στους κυρίως χώρους του μουσείου, με τα εκθέματα να είναι οργανωμένα σε δύο βασικές ενότητες, βάσει της εγκεκριμένης μελέτης που έχει εκπονηθεί από την προϊσταμένη Συλλογών και Εκθέσεων του Μουσείου Ακρόπολης, Σταματία Ελευθεράτου. Η πρώτη θα αφορά την περίοδο από την 4η χιλιετία π.Χ. – όταν οι πρώτοι κάτοικοι εμφανίστηκαν στη συνοικία κάτω από την Ακρόπολη – έως το 480 π.Χ. οπότε και η περιοχή άλλαξε χαρακτήρα και έγινε αμιγώς αστική εφόσον συμπεριλήφθηκε εντός των τειχών. Η δεύτερη θα έχει αφετηρία το 480 π.Χ. και θα φτάνει ως το 1200 μ.Χ., καθώς στις αρχές πλέον του 13ου αι. εγκαταλείφθηκε οριστικά ως επακόλουθο της παρακμής που υπέστη η Αθήνα από την κατάληψή της από τους Φράγκους.
Για να προσεγγίσει ο επισκέπτης την προθήκη των 34 μ. θα πρέπει να φτάσει στο πέρας του ανεσκαμμένου χώρου, στη νότια πλευρά, όπου βρίσκονται τα κατάλοιπα τριών οικιών, οι οποίες χρονολογούνται μεταξύ 4ου και 5ου αι. μ.Χ. Θα περπατήσει πάνω στον μεταλλικό διάτρητο διάδρομο για να δει – όταν θα τοποθετηθούν – τα μικρού κυρίως μεγέθους εκθέματα, που θα του συστήνουν αρχικά τους πρώτους κατοίκους της περιοχής, τη ζωή τους στις παρυφές της πόλης και τη διαδρομή τους ώστε να φτάσουν στη δημιουργία της πόλης-κράτους. Οσο θα προχωρά κατά μήκος της εντυπωσιακής προθήκης – η οποία αποτελεί ειδική κατασκευή και όπως και το σύνολο του εξοπλισμού του Μουσείου της Ανασκαφής υλοποιείται χάρη στη χορηγία άνω του 1 εκατ. ευρώ από την Τράπεζα της Ελλάδος – θα ανακαλύπτει μέσα από τα ευρήματα πληροφορίες για την καθημερινότητα των εύπορων κατοίκων της περιοχής. Πιο συγκεκριμένα τα εκθέματα θα «μιλούν» για την παρουσία των ανδρών στη δημόσια ζωή της πόλης, καθώς και για τις συνήθειες του ιδιωτικού τους βίου μέσω των συμποσίων, τη χειροτεχνική δραστηριότητα των γυναικών, αλλά και το ενδιαφέρον τους για τον καλλωπισμό, το παιχνίδι ως μέσω έκφρασης των παιδιών και της διατροφής μεταξύ άλλων.
Ενα «διάφανο πηγάδι», που θα έχει ύψος (και όχι βάθος, καθώς θα φτάνει ως την οροφή του υπόγειου χώρου) περί τα 3 μ., θα περιμένει τους επισκέπτες στο επόμενο βήμα τους. Καμωμένο από διάτρητο μεταλλικό πλέγμα, θα παραπέμπει σε ένα από τα 70 που εντόπισε η αρχαιολογική σκαπάνη στην περιοχή και θα είναι γεμάτο από αγγεία – σαν εκείνα που συχνά κατέληγαν στον πυθμένα του στην προσπάθεια άντλησης του νερού – τα οποία θα είναι αναρτημένα με τέτοιον τρόπο ώστε να δίνουν την εντύπωση ότι αιωρούνται.
Το επόμενο βήμα θα καταλήγει σε μια ημιυπαίθρια αίθουσα 80 τ.μ. που έχει επί τούτου δημιουργηθεί στον χώρο με γυάλινα πετάσματα. Σκαλωσιές και εργαλεία στον διάδρομο μπροστά από την είσοδό της μαρτυρούν πως οι εργασίες βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, ενώ το προσωπικό βρίσκεται σε διαρκή κίνηση τακτοποιώντας τον χώρο. Οι προθήκες της, που μοιάζουν σαν να είναι λαξευμένες δημιουργώντας την αίσθηση της ανασκαφής, είναι ήδη φωτισμένες. Οι δοκιμαστικές τοποθετήσεις ενδεικτικών αντικειμένων από όσα σχεδιάζεται να εκτεθούν – γλυπτά θεών (ανάμεσά τους ο Δίας Ηλιοπολίτης, η Κυβέλη και η Ισις), κατάδεσμοι (μεταλλικά ελάσματα με χαραγμένες κατάρες), ευρήματα που μαρτυρούν τη μετάβαση στον Χριστιανισμό, πορτρέτα θνητών και αντικείμενα που συνδέονται με την εμπορική δραστηριότητα – έχουν ξεκινήσει, ενώ δεν έχουν πάρει την οριστική τους θέση τα βάθρα που θα στέκουν ελεύθερα στην αίθουσα.
Κεντρική θέση θα έχει μια «δίδυμη» προθήκη με εκείνη που υπάρχει στην πρώτη αίθουσα του Μουσείου Ακρόπολης, η οποία θα φιλοξενήσει αγγεία και θυσίες θεμελίωσης των σπιτιών (εντοπίστηκαν 32 στην περιοχή), ενώ ξεχωριστή είναι η εμπειρία που θα έχουν οι επισκέπτες στο πέρας της περιήγησής τους, καθώς μια ομάδα αρχιτεκτονικών μελών θα παρουσιάζονται σε ανασκαφικές συνθήκες, ώστε να δημιουργείται η αίσθηση της στιγμής της ανακάλυψής τους.