Οσο πλησιάζουμε στις ευρωκάλπες και παρά τα νέα δεδομένα ή τις νέες τάσεις στο εκλογικό σώμα, τα κόμματα επιλέγουν – με εξαιρέσεις – στρατηγικές που παραδοσιακά τους δίνουν χώρο για άνοιγμα ή και επαναπατρισμό ψηφοφόρων. Καθόλου τυχαία αυτές τις ημέρες έχουμε δει τις πολιτικές δυνάμεις να κινούνται «στην ποδιά της Εκκλησίας».
Παρά τα νέα ευρήματα της ΚΑΠΑ Research που δείχνουν νεωτερικές τάσεις στο εκλογικό σώμα – επτά στους δέκα πια δηλώνουν διαχωρισμό του Κράτους από την Εκκλησία – η σχέση των Νεοελλήνων με την πίστη και τη θρησκεία καλά κρατεί. Οπως και προφανώς η επιρροή των ιεραρχών στο «ποίμνιο».
Η συνάντηση Μητσοτάκη – Ιερώνυμου σε δομές της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών στο Δήλεσι Βοιωτίας, αλλά και η νέα συνάντηση στη λειτουργία της Μεγάλης Πέμπτης στη Μητρόπολη Αθηνών, οι επαφές που προσδοκούν να έχουν μια σειρά πολιτικών αρχηγών αλλά και υποψήφιων ευρωβουλευτών με τον Ιερώνυμο, αλλά και με μητροπολίτες όλης της χώρας, ακόμη και το τελετουργικό που επιλέγουν να ακολουθούν τούτες τις ημέρες του Πάσχα, επιβεβαιώνουν πως μια ορθή οδός και σίγουρη για την Πολιτική συχνά ανοίγεται μέσω της Εκκλησίας.
Η κυβερνώσα παράταξη με τους παραδοσιακούς δεσμούς της με την Ιεραρχία, μπορεί να διήνυσε μια φάση «ηλεκτρισμού» μαζί της λόγω του νόμου για τον πολιτικό γάμο των ομοφύλων, σήμερα όμως φαίνεται πως πετυχαίνει σταδιακά μια «επιστροφή στις ρίζες» για ένα μέρος του «θιγμένου» κοινού της. Βήμα βήμα, το κάνει, μαζί προφανώς με άλλες πλευρές της πολιτικής της.
Ο ΚΑΣΣΕΛΑΚΗΣ.
Η Εκκλησία όμως δεν αφήνει αδιάφορο και τον Στέφανο Κασσελάκη, που ξεδιπλώνει μια καινοφανή τακτική για το κόμμα του σε σχέση με την Ιεραρχία και με ανοιχτούς διαύλους που επιχειρεί κι εκείνος να ανακτήσει – γεγονός που πυροδοτεί μια πολεμική εις βάρος του από τη Νέα Αριστερά και ένα πιο αριστερόστροφο κοινό – π.χ. με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις του για τα βαφτίσια του.
Παραδοσιακά ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει σχέση με την Εκκλησία, παρότι επισήμως τάσσεται πάντα με τον διαχωρισμό της από το Κράτος, και ανοιχτούς διαύλους με ιεράρχες του προοδευτικού τόξου και το βλέμμα του στραμμένο προς τη Μονή Πετράκη.
Ο Κυριάκος Βελόπουλος προφανώς ποντάρει πολλά σε μια φιλοεκκλησιαστική και φιλο-ορθόδοξη εκφώνηση, όπως και η Νίκη που εκ των πραγμάτων δομήθηκε ως χώρος με ταυτοτικά χαρακτηριστικά φίλια στην Ορθοδοξία και την Ιεραρχία.
Ακόμη και ο Δημήτρη Κουτσούμπας προσφάτως στις ΗΠΑ είδε τον Αρχιεπίσκοπο Ελπιδοφόρο και παρά τη σταθερή θέση του ΚΚΕ πάνω στα θέματα (εδώ, βέβαια, δεν μπορεί κανείς να προσάψει στον Περισσό άγρα ψήφων από τους ναούς ή από το χριστεπώνυμο πλήθος).
Οπως και να ‘χει, η στροφή στην Εκκλησία είναι παράγοντας προς τις ευρωκάλπες που θα επιδράσει στα πολιτικά παραγόμενα.
Πολλοί δημοσιολόγοι συνδέουν το βλέμμα στην Εκκλησία του πολιτικού προσωπικού και με ετερόκλητες στρατηγικές που εξελίσσονται, που στόχο έχουν την αλίευση στα δεξιά της Δεξιάς του εκλογικού σώματος – πρόσφατη περίπτωση η επιλογή Μπελέρη για τη ΝΔ.
Η πρόσφατη διαμάχη για το ποιος θέλει ή στοχεύει ή και φλερτάρει με το κοινό των «Σπαρτιατών» αναζωπύρωσε την όλη συζήτηση, είδαμε μέχρι και αψιμαχίες ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Αριστεράς για το θέμα. Στη χαρτογράφηση της «δεξιάς της Δεξιάς» βέβαια απαιτείται μια προσοχή.
Για παράδειγμα, πολλοί εκλογολόγοι πάνε πολύ πίσω. Στην υψηλότερη εκλογική επίδοση που είχε η Χρυσή Αυγή, στις ευρωεκλογές του 2014 (9,39%). Από τότε ένα μέρος επιλέγει ή άλλο σχηματισμό, ή δεν πάει στην κάλπη. Βάσει μετρήσεων, το 4% αυτών δεν απαντούν στο πώς αυτοπροσδιορίζονται ή τι ψηφίζουν. Δημογραφικά, οι έρευνες λένε πως μιλάμε για άνδρες αστικών κέντρων, ηλικιακά από 25 έως 45 ετών και οικονομικά ασθενέστερους.
ΑΠΟΧΗ ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΝΙΚΗ.
Στον σημερινό πολιτικό χάρτη η δεξιά της Δεξιάς πάει από την αποχή μέχρι τη Νίκη (εδώ συναντάμε και ένα κοινό ηλικιακά πιο μεγάλο από του μέσου όρου που περιγράψαμε), τους «Σπαρτιάτες» και ένα μέρος στην Ελληνική Λύση.
Το κόμμα Βελόπουλου όμως δεν κατατάσσεται στη λεγόμενη εξτρεμιστική Δεξιά, δεν ανήκει στην παραδοσιακή ευρωπαϊκή Ακροδεξιά, ενώ έχει ένα μέρος του παλιού εκλογικού κοινού του ΛΑΟΣ με μπόλικα ιδιότυπα ελληνικά στοιχεία.
Εχει σημασία εδώ ένα ακόμη εύρημα που επιβεβαιώνει μερικώς τις στρατηγικές ανάσχεσης της δεξιάς ψήφου. Στις αρχές Απριλίου, η μετακίνηση από τη ΝΔ προς την Ελληνική Λύση ήταν στο 4, σήμερα πάει προς τα κάτω (3,8- 3,7).
Τότε ακόμη ο απόηχος του νόμου για τα ομόφυλα ζευγάρια ήταν εντονότερος, ενώ σήμερα δεν φαίνεται να παίζει τον ίδιο ρόλο στο «θιγμένο δεξιό κοινό». Η Ελληνική Λύση σήμερα δείχνει να καταγράφει μια ισχυρή τάση στον Βορρά ακόμη και ανταγωνιζόμενη το ΠΑΣΟΚ.
Ετερος πολιτικός επιστήμονας κάνει την ανάγνωση πως η Ακροδεξιά εν Ελλάδι – για εκείνον – ταυτίζεται με τη συμπεριφορά του «χρυσαυγιτισμού» και της αποδοχής της βίας ως χρήσιμου εργαλείου εντός και εκτός σπιτιού. Αυτή η ειδική δεξαμενή δεν πτοήθηκε από τη δολοφονία Φύσσα ή τη δίκη και καταδίκη της ΧΑ και σήμερα συμπίπτει με ένα νούμερο της πούρας τάξης του 6% με 7%.
Πολιτικά μετά το τέλος της Χρυσής Αυγής δεν υπάρχει πολιτική και εκλογική έκφραση αυτού και ένα μέρος του έμεινε σπίτι και στην κάλπη του 2019 και στην κάλπη του 2023 (Μάιος – Ιούνιος).
Αυτή η δεξαμενή είναι η εξτρεμιστική Δεξιά.
Ο ευρύτερος χώρος έχει περισσότερα κοινά πολιτισμικά στοιχεία (από θρησκοληψία μέχρι ανορθολογισμό) και αυτή είναι διεκδικήσιμη από τα σημερινά κόμματα (και από τη ΝΔ) και φτάνει στο 10%. Ετσι εξηγείται η στρατηγική ανοιχτών θυρών των κομμάτων (με εξαιρέσεις). Και μια εξελισσόμενη στόχευση που συχνά περνά κάτω από τα ραντάρ της ειδησεογραφίας.