Το έργο με τον τίτλο «Ο κωμικός» του Μαουρίτσιο Κατελάν πουλήθηκε την περασμένη Τετάρτη από τον Sotheby’s έναντι 6,2 εκατομμυρίων δολαρίων και είναι τόσο απλό που θα μπορούσε να το φιλοτεχνήσει ο καθένας μας. Η απλότητα αυτή είναι το πλεονέκτημά του, καθώς το έργο αποτελείται από μια μπανάνα (αληθινή μπανάνα), στερεωμένη στον τοίχο με μονωτική ταινία, που σημαίνει ότι ο συλλέκτης αντικαθιστά μόνος του την μπανάνα στον τοίχο όταν αυτή αρχίσει να σαπίζει. Δεν χρειάζεται να έρθει αυτοπροσώπως ο καλλιτέχνης για να στήσει ξανά το έργο, ούτε να στείλει κάποιον συνεργάτη από το εργαστήριό του. Το κάνει ο συλλέκτης μόνος του και, με τον τρόπο αυτόν, γίνεται και εκείνος δημιουργός όταν διαλέγει την κατάλληλη μπανάνα, την τοποθετεί στον τοίχο και την κολλάει με μονωτική ταινία.
Ακριβώς το ίδιο με τον συλλέκτη που απέκτησε το έργο των 6,2 εκατομμυρίων μπορείτε να κάνετε και εσείς, εγώ, η θεία μου, όλοι μας, χωρίς να έχουμε δώσει ούτε καν 10 ευρώ. Γιατί πόσο να κοστίζει πια μια μπανάνα και ένα ρολό από την καλύτερης ποιότητας μονωτική ταινία; Ομως, η διαφορά ανάμεσα σε εκείνον και εμάς είναι ότι εκείνος έχει στην κατοχή του ένα επίσημο πιστοποιητικό από τον καλλιτέχνη και τον οίκο δημοπρασιών, που του το έδωσαν μαζί με τη μπανάνα του και την αυτοκόλλητη ταινία. Ουσιαστικά, αυτό το πιστοποιητικό αγόρασε ο άνθρωπος με τα 6,2 εκατομμύρια. Ειδάλλως, οι μπανάνες είναι παντού σχεδόν οι ίδιες.
Ο υπερήφανος κάτοχος του έργου είναι ο Τζάστιν Σαν, ένας πάμπλουτος κινέζος επιχειρηματίας που μπερδεύεται με κρυπτονομίσματα και δεν είναι καθόλου κορόιδο. Είναι το ακριβώς αντίθετο του κορόιδου, διότι με μόλις 6,2 εκατομμύρια έκανε την πιο αποτελεσματική εκστρατεία δημοσίων σχέσεων, προκειμένου να κάνει το όνομά του παγκοσμίως γνωστό. Ούτε διαφημιστικές εταιρείες ούτε εταιρείες συμβούλων ούτε συσκέψεις επί συσκέψεων – τίποτα από αυτά! Αγοράζεις απλώς μια μπανάνα έναντι εξωφρενικού ποσού και το έχεις πετύχει. Μέσα σε 24 ώρες όλος ο πλανήτης έχει μάθει ποιος είσαι. Βέβαια, κάποιοι θα σε περιγελούν, αλλά αυτά είναι τα αναπόφευκτα παρεπόμενα της διασημότητας.
Οι ειδικοί του οίκου δημοπρασιών δεν φείδονται επαίνων για τον «Κωμικό» του Κατελάν, δηλαδή την μπανάνα. Το χαρακτηρίζουν «εμβληματικό και επαναστατικό εργό», «προϊόν καθαρής ιδιοφυΐας» και οπωσδήποτε έχουν δίκιο αν λάβουμε υπόψη το ποσοστό που κρατούν από την πώληση. Ισως κιόλας να βλέπουν μακριά και να αντιλαμβάνονται το συγκεκριμένο έργο ως την αρχή μόνο μιας ολόκληρης σειράς. Γιατί, αν η μπανάνα είχε τέτοια επιτυχία, πώς θα αντιδράσει το φιλότεχνο κοινό στο κολοκυθάκι ή τη μελιτζάνα; (Τα οποία μάλιστα έχουν και το πλεονέκτημα να κρατάνε περισσότερο εκτός ψυγείου!) Ο ίδιος ο καλλιτέχνης υποστηρίζει ότι το έργο του «δεν είναι ένα αστείο, είναι μια σκέψη για όλα αυτά στα οποία δίνουμε αξία». Αν είναι έτσι, τότε η εξωφρενική τιμή, η δημοσιότητα και ο θόρυβος είναι όλα επιβεβαιώσεις της ιδέας του έργου.
Από τη θέση μου στη ζωή, δεν μπορώ να κρίνω τις μεγαλοφυΐες – και οπωσδήποτε όσοι καταφέρνουν να πουλήσουν μια μπανάνα για 6,2 εκατομμύρια (αδιάφορο αν πρόκειται για δολάρια ή ευρώ, το ίδιο κάνει) είναι μεγαλοφυΐες. Μπορώ όμως να πω αυτό που καταλαβαίνω από το συγκεκριμένο έργο, δηλαδή τη ζημιά που έχει προκαλέσει η σαλάτα του μεταμοντερνισμού γενικώς, καθώς σε αυτό συγχέονται τα όρια της τέχνης, του αστείου και της απάτης.
Ας μην παρεξηγηθώ για τον όρο «απάτη», γιατί τον εννοώ με θαυμασμό και εκτίμηση. Η απάτη είναι σπουδαία τέχνη και ο απατεών μπορεί να είναι καλλιτέχνης υψηλού επιπέδου. Επίσης, η απάτη είναι μετά βεβαιότητος η αρχαιότερη τέχνη του ανθρώπου. Ακόμη παλαιότερη και από εκείνη τη στιγμή που ήρθε σε κάποιον πρωτόγονο η ιδέα να ακουμπήσει στον τοίχο του σπηλαίου την ανοιχτή παλάμη του και τριγύρω της να φυσήξει χρώμα, ώστε να αποτυπωθεί το σχήμα της. Μπορώ να φανταστώ πώς γεννήθηκε η τέχνη στον ανθρώπινο πολιτισμό και να σας περιγράψω τη σκηνή: Ενας Νεάντερταλ κάνει μια γκριμάτσα τρόμου και δείχνει κάτι στο βάθος του σπηλαίου, ο διπλανός του ξαφνιάζεται, κοιτάζει προς τα εκεί και ο πρώτος του βουτάει από το χέρι το κόκαλο με το παχύ μεδούλι. Αυτός ήταν ο πρώτος καλλιτέχνης στην ιστορία του ανθρώπου, πιστεύω. Βέβαια, μετά θα πρέπει να έφαγε της χρονιάς τους από τους άλλους. Μπορεί και να τον έφαγαν κανονικά, πού να ξέρεις; Ομως έτσι ήταν πάντα, από την πρώτη στιγμή: η τέχνη απαιτεί θυσίες.